Θερινή ἀναπόληση
Αὐτὲς οἱ θερινὲς οἱ ὧρες ποὺ εἰσοδεύουν τὸν Ἰούλιο στὴ ζωή
μας, διακρατοῦν μιὰ κατάνυξη καὶ μιὰ νοσταλγία ἀπερίγραπτη, καθὼς εἶναι
ταυτισμένες μὲ τὴν πανήγυρη τῶν Ἁγίων Ἀναργύρων, τῶν Ἁγίων δηλαδὴ ποὺ εἶχε ὡς
προστάτες του τὸ παλιό μας τὸ χωριό.
Καθώς, λοιπόν, ἡ μέρα παραχωρεῖ σιγά-σιγὰ τὸν τόπο της στὴ
Νύχτα, τὴν ἐράσμια καὶ θεϊκὴ Νύχτα τὴ θερινή, ἀπό μακρυὰ νομίζεις ὅτι ἀκοῦς
σήμαντρα χαρμόσυνα νὰ καλοῦν τοὺς πιστοὺς στὴν Πανήγυρι. Κι ὕστερα θαρρεῖς ὅτι
ξαναβλέπεις τὴ χορεία ἐκείνη τῶν συγχωριανῶν σου νὰ κινοῦν γιὰ τὴν ἐκκλησιά, ἐκείνη τὴν παλιά μας
τὴν ἐκκλησιὰ τὴ χωνεμένη μέσα στὸ σύθαμπο καὶ τὸ λιτό της τὸ στολισμό.
Ὄχι, δὲν ὑπῆρχε τότε ἡ σημερινὴ ἡ ἔπαρση μὲ τὰ πολλὰ καὶ
ποικίλων χρωματισμῶν ἠλεκτρικά, μήτε παραποιοῦνταν οἱ φωνὲς τῶν ψαλτῶν καὶ
τοῦ ἁπλοῦ τοῦ Ἱερέα μὲ τά σύγχρονα μέσα τῶν ἠχητικῶν ἐγκαταστάσεων, γιὰ νὰ
ταΐζεται κι ἄλλο ὁ ναρκισσισμός, ὁ φαρισαϊσμὸς καὶ τό ἴδιον θέλημα. Στὰ
πάντα καὶ τὰ πάντα ἦταν φυσικὰ καὶ βγαλμένα ὅλα ἀπὸ τὰ χέρια τοῦ Θεοῦ καὶ τῶν ἀνθρώπων.
Τὸ λάδι, τὸ κρασί, τὸ πρόσφορο, τὸ κερί... Ὅλα ἔργα χειρῶν ἀνθρώπων: φυσικὰ καὶ
γνήσια. Ὅπως γνήσια ἦταν ἡ πίστη τῶν πατέρων μας κι ὄχι νοθευμένη, ὅπως τὸ νάμα
μὲ τὰ συντηρητικά...
Αὐτὰ ἀναλογίζομαι ἀπόψε. Καὶ δὲ σκέφτομαι αὐτὰ ποὺ
πέρασαν. Σκέφτομαι αὐτὰ ποὺ ζοῦμε καὶ εἶναι τόσο μακρυὰ ἀπό τὸ δρόμο τῆς
ταπείνωσης καὶ τῆς προσφορᾶς. Γιατὶ σήμερα, ὅπου κυριαρχεῖ ἡ εἰκόνα κι ἡ προβολὴ
τοῦ λεγόμενου, μὲ τὸν ξενικὸ τρόπο, image καὶ δὴ τοῦ δικοῦ
μας, ὅλα μοιάζουν νὰ χαροπαλεύουν μέσα μας, γιατὶ ὁ σκοπὸς δὲν εἶναι νὰ
διδάξουμε καὶ νὰ νουθετήσουμε ἀλλὰ ν’ αὐτοπροβληθοῦμε. Κι ἄν ἀναπολῶ ἐκεῖνες τὶς
πανηγύρεις εἶναι, γιατὶ θυμᾶμαι, πὼς ὅλους ἐκείνους τοὺς ἀνθρώπους λίγο τοὺς ἔνοιαζε
νὰ «φανῶσι τοῖς ἀνθρώποις». Ἐκεῖνοι ζοῦσαν τὸ πανηγύρι τους μὲ μιὰ
μεγαλοπρέπεια καὶ βαθειὰ συναίσθηση. Ἤξεραν ὅτι τὴ μέρα αὐτὴ θὰ ὑπῆρχε
κατάπαυσις ἀπό πάντων τῶν ἔργων, θὰ στρώνονταν γιορτινὸ τραπέζι, θὰ ἑτοιμάζονταν
τὸ καλὸ τὸ φαΐ, θὰ πήγαιναν στοὺς συγγενεῖς καὶ γνωστοὺς νὰ εὐχηθοῦν, μὲ λίγα
λόγια ἡ μέρα αὐτὴ ἦταν ἱερή, γιατὶ ἔκοβε τὸ σκληρὸ τὸ χρόνο τῆς ἀδυσώπητης
καθημερινότητας καὶ στάλαζε στὶς ψυχὲς
δρόσο ἁγιοπνευματικὴ καὶ ἐλπίδα...
Πᾶνε πενῆντα τόσα χρόνια... Κι ἀκόμα οἱ στιγμὲς ἐκεῖνες εἶναι
σὰ νὰ ἔγιναν χθές...
Εὐγνωμονῶ τὸν Κύριο ποὺ μοῦ χαρίζει ἀκόμα αὐτὴ τὴ
δυνατότητα νὰ ἐπιστρέφω καὶ τὴν εὐλογία νὰ ξαναζῶ περιούσιες ὦρες, ὅπως ἐκεῖνες
τοῦ εἰσοδικοῦ τοῦ Ἰουλίου μὲ τὴν σεπτὴ τὴ Μνήμη τῶν Ἁγ. Ἀναργύρων Κοσμᾶ καὶ
Δαμιανοῦ.
Σκόπελος
π. Κων. Ν. Καλλιανός
«ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ» Ἀρ. Τεύχους 144-145
Αὔγουστος-Σεπτέμβριος
2014
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου