Σάββατο 30 Αυγούστου 2014

«ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ» - “Μαύρη κάμαρα” ἡ ἐποχή μας!



“Μαύρη κάμαρα” ἡ ἐποχή μας!

ἐποχή μας, ἐποχή τῆς προόδου τῆς τεχνολογίας καί τῆς ἐπιστήμης, ὅπου ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος ἔχει ὑποτίθεται κατορθώσει νά κάνει τήν καθημερινότητά του πολύ πιό ἁπλή καί ἡ ζωή του ἔχει διευκολυνθεῖ σέ ὅλους σχεδόν τούς τομεῖς πού ἀπαιτοῦν σωματικό κόπο, διαπιστώνουμε ὅτι εἶναι καί ἡ  πιό ἀπάνθρωπη, ἀπό κάθε ἄλλη ἐποχή!

Δέν ξέρω ἄν ὑπῆρξε ἄλλη περίοδος στήν ἱστορία τοῦ κόσμου, πού νά ἦταν οἱ ἄνθρωποι τόσο ἀπάνθρωποι καί τόσο ἀπομακρυσμένοι ὁ ἕνας ἀπό τόν ἄλλο..  Μέχρι τώρα διαβάζαμε στήν ἱστορία γιά τούς ἀνθρώπους πού ἦσαν μέν ἀπομακρυσμένοι τοπικά, ἐξ αἰτίας τῶν συνθηκῶν τῆς ζωῆς τους, ἀλλά οἱ καρδιές τους καί ὁ νοῦς τους ἦταν ἑνωμένα.

Σήμερα, ἔχουμε κατορθώσει νά ἐξαλείψουμε τίς τοπικές ἀποστάσεις. Ἔχουμε ἑνώσει τά τέσσερα σημεῖα τοῦ ὁρίζοντα σέ ἕνα παγκόσμιο ἰστο­χῶρο, ὅπου μέ εἰκόνα καί ἦχο ἔχουμε τή δυνατότητα καθημερινῆς ἐπι­κοι­νω­νί­ας. Ἔχουμε κατασκευάσει ἀπίθανα καί χρήσιμα ἐργαλεῖα, ἔχουμε βελτιώσει τίς συνθῆκες διαβίωσης καί ἔχουμε κατορθώσει νά τακτοποιήσουν τίς καθημερινές μας φροντίδες σέ ἐλάχιστο χρόνο σέ σχέση μέ τίς προηγού­μενες γενεές. Ἀκοῦμε διηγήσεις τῶν μεγαλυτέρων ἀνθρώπων, γιά τίς δύσκολες συνθῆκες μέσα στίς ὁποῖες μεγάλωναν τά παιδιά τους, πόσο κοπίαζαν νά διεκπεραιώσουν τίς ἁπλές ἐργασίες τοῦ νοικοκυριοῦ, πόσο κόπο κατέ­βα­λαν γιά νά ἐξασφαλίσουν στά παιδιά τούς στοιχειώδη ἐκπαίδευση καί νομίζουμε ὅτι αὐτά συνέβαιναν πρίν αἰῶνες..! Κι ὅμως, δέν μᾶς χωρίζει μεγάλο διάστημα ἀπό αὐτές τίς ἐποχές. Δυό γενιές πρίν, οἱ ἄνθρωποι μόλις ἐπιβίωναν σέ πολλές περιοχές τῆς Πατρίδος μας. Τότε δέν ὑπῆρχε κρίση; Μά, οἱ ἄνθρωποι ζοῦσαν σέ μόνιμες συνθῆκες «κρίσης»! Ἁπλά δέν αἰσθάνονταν ὅτι περνοῦν κρίση, ὅπως ἐμεῖς σήμερα. Δέν εἶχαν γνωρίσει τήν ἀφθονία καί τήν χωρίς μέτρο καλοπέραση. Πολλές οἰκογένειες στεροῦντο ἀκόμη καί τά βασικά, ἀλλά ἦταν εὐτυχισμένες. Γιατί; Γιατί οἱ ἄνθρωποι, σέ ὅλες τίς ἐποχές εἶχαν ἕνα κοινό χαρακτηριστικό: ἦταν προσανατολισμένοι στόν ἄνθρωπο καί ὄχι στό ἄτομο! Ζοῦσαν ὁ ἕνας γιά τόν ἄλλο. Εἶχαν ἰδανικά, εἶχαν ὡς πρότυπά τους Ἁγίους, Μάρτυρες, ἐναρέτους ἀνθρώπους πού ἀγωνίζονταν, σέ κάθε ἐποχή, γιά τήν βελτίωση τῶν συνθηκῶν ζωῆς τῶν συνανθρώπων τους. Οἱ γονεῖς γίνονταν θυσία γιά τά παιδιά, οἱ δάσκαλοι τό ἴδιο, ἡ κοινωνία ἔσκυβε μέ ἐνδιαφέρον στά προβλήματα τῶν ἀνθρώπων. Ὑπῆρχε μιά ἀναφορά καί ἕνας στόχος: ὁ ἕνας γιά τόν ἄλλο καί ὅλοι μαζί, «ἐν ἐνί στόματι καί μιᾷ καρδίᾳ» προχωροῦσαν ὡς κοινωνία, ὡς περιοχή, ὡς Ἔθνος.

Σήμερα, ὅλα τα βιοτικά προβλήματα, θεωρητικά, ἔχουν λυθεῖ. Στήν πράξη ὅμως εἴμαστε πιό δυστυχεῖς ἀπό κάθε ἄλλη ἐποχή πού εἶχε τόσα προβλήματα ἐπιβίωσης. Δημιουργήσαμε τόσα τεχνολογικά ἐπιτεύγματα, τόσα ἐργαλεῖα, τόσες ἀνέσεις ἀλλά εἴμαστε δυστυχεῖς καί μετρᾶμε αὐτο­κτονίες καί ἐκδηλώσεις κατάθλιψης. Εἴμαστε δυστυχεῖς γιατί ἐνῷ φέραμε τούς ἀνθρώπους δίπλα μας, τούς ἔχουμε τόσο μακρυά ἀπό τήν καρδιά μας. Δέ μᾶς ἐνδιαφέρει στήν οὐσία κανένας ἄλλος ἄνθρωπος ἐκτός τοῦ ἑαυ­τοῦ μας! Οὔτε κἄν ἡ οἰκογένεια, γι’ αὐτό καί ὑποβαθμίσαμε τήν ἀξία της. Ἐμεῖς νά περνᾶμε καλά καί ὅλοι οἱ ἄλλοι μᾶς χρειάζονται στό μέτρο πού συμβάλλουν γιά νά περνᾶμε καλά! Ὅλα τα σύγχρονα τραγούδια, ὅλα τα μοντέρνα παραμύθια πού “πλασάρουμε” στά παιδιά μας, ὅλες οἱ σύγ­χρο­νες «διδασκαλίες» καί θεωρίες περιστρέφονται γύρω ἀπό τόν ἄνθρω­πο ὡς ἄτομο. «Ἄκου τίς ἀνάγκες σου» καί «ὅλα γιά σένα», εἶναι τά σλόγκαν τῆς ἐποχῆς μας!

 Ἴσως γι’ αὐτό στήν ἐποχή μας ἔχει ἀπορριφθεῖ ἡ Ὀρθοδοξία καί αὐτό πού ἐπικρατεῖ εἶναι ἡ ἀθεΐα. Διότι, εἶναι ἀδιανόητο στόν σύγχρονο, ἀτομιστή ἄνθρωπο τό μήνυμα τῆς Ἐνανθρωπήσεως τοῦ Θεοῦ! Εἶναι παντε­λῶς παράλογη, μέ τή σημερινή “λογική”, ἡ Ἀγάπη καί ἡ Θυσία τοῦ Χριστοῦ γιά τούς ἀνθρώπους. Δέν χωράει ὁ νοῦς τοῦ σύγχρονου ἀνθρώπου τήν ἀνιδιοτελῆ καί ἀληθινή ἀγάπη τοῦ Θεοῦ πρός τόν ἄνθρωπο, ὥστε νά θυσιαστεῖ γι’ αὐτόν, γιατί ἁπλά δέν ἔχει νιώσει οὔτε στό ἀπειροελάχιστο ἀληθινή καί ἀνιδιοτελῆ ἀγάπη γιά τόν συνάνθρωπό του! Ὁ κόσμος δέν πιστεύει πιά σέ ἥρωες, γι’ αὐτό ξαναγράφει τήν ἱστορία, ὑποβιβάζοντας τήν προσφορά τους στήν ἀνθρωπότητα. Δέν πιστεύει σέ Μάρτυρες! Δέν πιστεύει ὅτι μπορεῖ νά ὑπῆρξαν ἤ νά ὑπάρξουν ἄνθρωποι μέ αὐταπάρνηση καί αὐτοθυσία πού θά θυσιάσουν τούς ἑαυτούς τους καί τήν ἠρεμία τους, ἀκόμη καί τή ζωή τους γιά τό κοινό συμφέρον. Ὅλα αὐτά λέμε οἱ σύγχρονοι, προοδευτικοί ἄνθρωποι εἶναι παραμύθια! Πρέπει νά εἶσαι τρελός σήμερα νά θυσιαστεῖς γιά τόν κόσμο! Μέ αὐτή τή νέα φιλοσοφία, τά ἀπορρίψαμε ὅλα!

Χαρακτηριστική εἰκόνα τῆς ἐποχῆς μᾶς δίνει ὁ Χόρχε Μπουκάι στό βιβλίο του «Νά σοῦ πῶ μιά ἱστορία», στό ὁποῖο ἀποδίδει παραστατικότατα τή σημερινή νοοτροπία μας, ἴδια μέ τῶν ἀνθρώπων στή Μαύρη Κάμαρα:

«Ὁ ἄνθρωπος ἐκεῖνος εἶχε ταξιδέψει πολύ. Στή ζωή του εἶχε γυρίσει σέ ἑκατοντάδες χῶρες, ἀληθινές καί φανταστικές…

Τό ταξίδι πού θυμόταν περισσότερο ἦταν ἡ σύντομη ἐπίσκεψή του στή Χώρα τῶν Μεγάλων Κουταλιῶν. Ἔφτασε τυχαία στά σύνορά της. Στό δρόμο ἀπό τήν Ἀμπελοχώρα πρός τήν Παραϊδα, ὑπῆρχε μιά μικρή παράκαμψη πρός τή Χώρα τῶν Μεγάλων Κουταλιῶν. Ἐπειδή τοῦ ἄρεσαν οἱ ἐξερευνήσεις, πῆρε ἐκεῖνο τό δρόμο. Ὁ δρόμος ἦταν ὅλο στροφές καί κατέληγε σ’ ἕνα τεράστιο ἀπομονωμένο σπίτι.

Στήν πόρτα μιά πινακίδα ἔγραφε:



ΧΩΡΑ ΤΩΝ ΜΕΓΑΛΩΝ ΚΟΥΤΑΛΙΩΝ

ΑΥΤΗ Η ΜΙΚΡΗ ΧΩΡΑ ΕΧΕΙ ΜΟΝΑΧΑ ΔΥΟ ΑΙΘΟΥΣΕΣ,

ΤΗΝ ΜΑΥΡΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΣΠΡΗ. ΓΙΑ ΝΑ ΤΗΝ ΕΠΙΣΚΕΦΤΕΙΣ,

ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΕΡΑΣΕΙΣ ΤΟ ΔΙΑΔΡΟΜΟ ΩΣ ΤΗ ΔΙΑΚΛΑΔΩΣΗ ΤΟΥ.

ΣΤΡΙΨΕ ΔΕΞΙΑ ΑΝ ΘΕΛΕΙΣ ΝΑ ΕΠΙΣΚΕΦΤΕΙΣ ΤΗ ΜΑΥΡΗ ΚΑΜΑΡΑ

Ἤ ΑΡΙΣΤΕΡΑ ΑΝ ΘΕΛΕΙΣ ΝΑ ΓΝΩΡΙΣΕΙΣ ΤΗΝ ΑΣΠΡΗ.



Ὁ ἄνθρωπος προχώρησε στό διάδρομο καί στήν τύχη, ἔστριψε πρῶτα δεξιά. Ὁ νέος διάδρομος εἶχε μῆκος καμιά πενηνταριά μέτρα καί κατέληγε σέ μιά τεράστια πόρτα. Μόλις ἔκανε τά πρῶτα βήματα, ἄρχισε νά ἀκούει τά ἄχ-βάχ καί τά βογκητά πού ἔρχονταν ἀπό τό μαῦρο δωμάτιο.



Γιά μιά στιγμή, οἱ κραυγές πόνου καί στεναχώριας τόν ἔκαναν νά διστάσει, ὅμως, ἀποφάσισε νά συνεχίσει. Ἔφτασε στήν πόρτα, τήν ἄνοιξε καί  μπῆκε.

Γύρω ἀπό ἕνα πελώριο τραπέζι κάθονταν ἑκατοντάδες ἄτομα. Στό κέντρο τοῦ τραπεζιοῦ ἔβλεπες τούς πιό λαχταριστούς μεζέδες καί, μολονότι ὅλοι βαστοῦσαν ἀπό ἕνα κουτάλι πού ἔφτανε ὡς στό κεντρικό πιάτο, πέθαιναν τῆς πείνας! Ὁ λόγος ἦταν ὅτι τά κουτάλια τούς εἶχαν διπλάσιο μέγεθος ἀπό τά χέρια τους καί ἦταν κολλημένα στίς παλάμες τους. Μ’ αὐτόν τόν τρόπο, ὅλοι μποροῦσαν νά φτάσουν τό φαγητό ἀλλά κανένας δέ μποροῦσε νά τό φέρει στό στόμα του.

Ἡ κατάσταση ἦταν τόσο ἀπελπιστική καί οἱ κραυγές τόσο σπαραξικάρδιες, πού ὁ ταξιδιώτης ἔκανε μεταβολή καί βγῆκε τρέχοντας ἀπό τή σάλα. Γύρισε στόν κεντρικό διάδρομο καί τράβηξε πρός τ’ ἀριστερά, πρός τή λευκή αἴθουσα. Ἕνας διάδρομος ἴδιος μέ τόν προηγούμενο κατέληγε σέ μιά παρόμοια πόρτα. Ἡ μοναδική διαφορά ἦταν ὅτι στό δρόμο δέν ἀκούγονταν οὔτε βογκητά, οὔτε παράπονα. Ὅταν ἔφτασε στήν πόρτα, ὁ ἐξερευνητής ἔπιασε τό πόμολο καί τήν ἄνοιξε.

Ἑκατοντάδες ἄτομα κάθονταν πάλι γύρω ἀπό ἕνα τραπέζι, παρόμοιο μ’ ἐκεῖνο τῆς μαύρης κάμαρας. Πάλι στό κέντρο ὑπῆρχαν ἐκλεκτές λιχουδιές καί ὅλοι στό χέρι τούς εἶχαν στερεωμένο ἕνα μακρύ κουτάλι. Ἐκεῖ ὅμως, κανένας δέν παραπονιόταν οὔτε ἔκλαιγε. Κανένας δέν πέθαινε στή πεῖνα, γιατί ὁ ἕνας τάιζε τόν ἄλλον!»

Μαρίνα Διαμαντῆ

«ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ» Ἀρ. Τεύχους 144-145

Αὔγουστος-Σεπτέμβριος 2014

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου