Μέγας
Βασίλειος
Δύο λόγοι γιὰ τὴ νηστεία
ΛΟΓΟΣ Α'
Ἡ νηστεία εἶναι πρόσταγμα προφητικό.
1. «Νὰ σαλπίσετε, λέγει, κατὰ τὴν πρώτη ἡμέρα
τοῦ μῆνα μὲ τὴν σάλπιγγα, καθὼς καὶ κατὰ τὴν ἐπίσημη ἡμέρα τῆς μεγάλης
ἑορτῆς σᾶς» (Ψάλμ. 80, 4).
Αὐτὸ εἶναι πρόσταγμα
προφητικό. Γιὰ μᾶς δὲ ἀπὸ τὴν σάλπιγγα πιὸ μεγαλόφωνο καὶ ἀπὸ κάθε
ὄργανο μουσικὸ πιὸ ἐπίσημο, τὴν ἀναμενόμενη ἑορτὴ τῶν ἑορτῶν ὑποδηλώνουν
τὰ ἀναγνώσματα (Ἡσ.58, 4· 6). Διότι ἐγνωρίσαμε τὴν χάρη τῶν νηστειῶν
ἀπὸ τὸν Ἠσαΐα, ποὺ ἀπέρριψε μὲν τὸν ἰουδαϊκὸ τρόπο τῆς νηστείας,
τὴν δὲ ἀληθινὴ νηστεία σὲ μᾶς ἔδειξε. «Νὰ μὴ νηστεύετε χάριν διαμάχης
καὶ ἔριδος», «ἀλλὰ νὰ καταργήσεις κάθε σύνδεσμο ἀδικίας» (Ἡσ. 63,
6). Καὶ ὁ Κύριος λέγει· «νὰ μὴ γίνεσθε σκυθρωποί, ἀλλὰ νὰ νίψεις τὸ
πρόσωπό σου, καὶ νὰ ἀλείψεις τὸ κεφάλι σου» (Ματθ. 6, 16-17). Ἂς συμπεριφερθοῦμε
λοιπόν, ὅπως ἐδιδαχθήκαμε, νὰ μὴ φαινόμαστε σκυθρωποὶ γιὰ τὶς ἡμέρες
ποὺ ἔρχονται, ἀλλὰ μὲ φαιδρὸ πρόσωπο πρὸς αὐτές, ὅπως πρέπει στοὺς ἁγίους,
νὰ συμπεριφερόμαστε. Κανεὶς ἄκαρδος δὲν στεφανώνεται, κανεὶς κατηφὴς
δὲν στήνει τρόπαιο. Νὰ μὴ σκυθρωπάσεις ἐνῷ δέχεσαι περιποιήσεις. Εἶναι
ἄτοπο νὰ μὴ χαιρόμαστε γιὰ τὴν ὑγεία τῆς ψυχῆς, ἀλλὰ νὰ λυπόμαστε μὲ
τὴν ἀλλαγὴ τῶν τροφῶν καὶ νὰ φαινόμαστε ὅτι χαριζόμαστε στὴν ἡδονὴ
τῆς σάρκας, παρὰ στὴν ἐπιμέλεια τῆς ψυχῆς. Διότι ὁ μὲν κορεσμὸς σταματᾶ
τὴν εὐχαρίστηση στὴν κοιλιά, ἡ δὲ νηστεία ἀνεβάζει τὸ κέρδος στὴν ψυχή.
Νὰ χαίρεσαι διότι σου ἔχει δοθεῖ ἀπὸ τὸν ἰατρὸ φάρμακο ποὺ καταστρέφει
τὴν ἁμαρτία. Διότι ὅπως ἀκριβῶς στὰ ἔντερα τῶν παιδιῶν τὰ ἀναζωογονούμενα
σκουλήκια ἐξαφανίζονται μὲ κάποια δραστικὰ φάρμακα, ἔτσι καὶ τὴν ἁμαρτία,
ποῦ βρίσκεται στὸ βάθος τῆς ψυχῆς, τὴν σκοτώνει ἡ νηστεία ποὺ εἰσχωρεῖ
στὴν ψυχή, ἡ ὁποία νηστεία εἶναι πράγματι ἀξία τοῦ ὀνόματός της.
Ἡ νηστεία νὰ γίνεται χωρὶς ὑποκρισία.
Κάθαρση τῆς ψυχῆς ἀπὸ τὰ ἁμαρτήματα.
2. «Ἄλειψε τὸ κεφάλι σου καὶ πλῦνε
τὸ πρόσωπό σου» (Ματθ. 6, 17). Σὲ μυστήρια σὲ καλεῖ ὁ
λόγος. Αὐτὸς ποὺ ἀλείφθηκε ἐμυρώθηκε· αὐτὸς ποὺ ἐνίφθηκε ἐκαθαρίσθηκε.
Νὰ ἐννοεῖς τὴ νομοθεσία στὸν ἐσωτερικὸ ἄνθρωπο. Νὰ καθαρίσεις τὴν
ψυχὴ ἀπὸ τὰ ἁμαρτήματα. Νὰ χρίσεις τὸ κεφάλι σου μὲ χρῖσμα ἅγιο, γιὰ
νὰ γίνεις μέτοχός του Χριστοῦ, καὶ ἔτσι νὰ προσέλθεις στὴ νηστεία. Νὰ
μὴν ἀλλοιώσεις τὸ πρόσωπό σου ὅπως ἀκριβῶς oι ὑποκριτές. Τὸ πρόσωπο
ἀμαυρώνεται, ὅταν ἡ ἐσωτερικὴ διάθεση ἐπισκιάζεται μὲ τὸ ἐπίπλαστο
ἐξωτερικὸ σχῆμα, καλυπτόμενη μὲ τὸ ψεῦδος σὰν μὲ παραπέτασμα.Ὑποκριτὴς
εἶναι αὐτὸς ποὺ ὑποδύεται ξένο πρόσωπο στὸ θέατρο· ἐνῷ εἶναι δοῦλος,
πολλὲς φορὲς ὑποδύεται τὸ πρόσωπο τοῦ κυρίου, καὶ ἐνῷ εἶναι πολίτης,
τὸ πρόσωπο τοῦ βασιλέως. Ἔτσι καὶ στὸν βίο αὐτό, σὰν στὴ σκηνὴ τῆς δικῆς
τους ζωῆς, οἱ πολλοὶ παίζουν θέατρο, ἄλλα μὲν φέροντας στὴν καρδιά, ἄλλα
δὲ δεικνύοντας φανερὰ στοὺς ἀνθρώπους. Νὰ μὴν ἀλλοιώνεις λοιπὸν τὸ
πρόσωπό σου. Ὅποιος εἶσαι, τέτοιος νὰ φαίνεσαι· νὰ μὴν ὑποκρίνεσαι τὸν
σκυθρωπό, ἐπιδιώκοντας τὴν δόξα ἀπὸ τοῦ νὰ φαίνεσαι ἐγκρατής. Διότι
οὔτε εὐεργεσία ποὺ διατυμπανίζεται εἶναι ὄφελος, καὶ κανένα κέρδος
δὲν προέρχεται ἀπὸ νηστεία ποὺ δημοσιεύεται. Διότι ἐκεῖνα ποὺ γίνονται
ἐπιδεικτικὰ δὲν προεκτείνουν τὸν καρπὸ στὴ μέλλουσα ζωή, ἀλλὰ τὸν
περιορίζουν στὸν ἔπαινο τῶν ἀνθρώπων. Τρέξε λοιπὸν μὲ χαρὰ στὴ δωρεὰ
τῆς νηστείας. Ἡ νηστεία εἶναι ἀρχαῖο δῶρο· δὲν παλαιώνει καὶ δὲν γηράσκει,
ἀλλὰ πάντοτε ἀνανεούμενο, ἀνθίζει πάντοτε γιὰ νὰ φέρει ὥριμους
καρπούς.
3. Νομίζεις ὅτι ὑπολογίζω τὴν ἀρχαιότητά
της ἀπὸ τὸ νόμο; Ἡ νηστεία εἶναι παλαιότερη καὶ ἀπὸ τὸ νόμο. Ἐὰν ἀναμείνεις
λίγο, θὰ βρεῖς τὴν ἀλήθεια τοῦ λόγου.
Ἡ νηστεία εἶναι ἡ πρώτη ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ στὸν Παράδεισο.
Ἡ παράβασή της ἀπὸ τοὺς πρωτοπλάστους
εἶναι ἡ πτώση τοῦ ἀνθρωπίνου γένους στὴν ἁμαρτία.
Μὴ νομίζεις ὅτι ἡ
ἡμέρα τοῦ ἐξιλασμοῦ, ποὺ ἔχει διαταχθεῖ γιὰ τὸν Ἰσραὴλ τὸν ἕβδομο
μῆνα (Λευϊτ 16 - 29· 23, 27), τὴν δεκάτη
ἡμέρα τοῦ μῆνα, αὐτὴ εἶναι ἡ ἀρχὴ τῆς νηστείας. Ἔλα λοιπόν, βαδίζοντας μέσῳ τῆς ἱστορίας,
ἐρεύνησε τὴν ἀρχαιότητά της. Διότι δὲν εἶναι νεώτερό το ἐφεύρημα.
Τὸ κειμήλιο εἶναι τῶν πατέρων. Κάθε τί ποὺ εἶναι ἀρχαῖο, εἶναι σεβαστό.
Νὰ σέβεσαι τὴν παλαιότητα τῆς νηστείας. Εἶναι συνομήλικη μὲ τὴν ἀνθρωπότητα·
ἡ νηστεία ἐνομοθετήθηκε στὸν παράδεισο. Εἶναι ἡ πρώτη ἐντολὴ ποὺ
ἔλαβε ὁ Ἀδάμ· «ἀπὸ τὸ δένδρο τῆς γνώσεως τοῦ καλοῦ καὶ τοῦ κακοῦ δὲν θὰ
φᾶτε» (Γέν. 2, 17). Τὸ «δὲν θὰ φάγετε» εἶναι νομοθεσία νηστείας καὶ ἐγκρατείας.
Ἐὰν εἶχε νηστεύσει ἀπὸ τὸν καρπὸ τοῦ δένδρου ἡ Εὕα, τώρα δὲν θὰ εἴχαμε
ἀνάγκη ἀπὸ τὴ νηστεία αὐτή. «Διότι δὲν ἔχουν ἀνάγκη ἰατροῦ οἱ ὑγιεῖς, ἀλλὰ
οἱ ἄρρωστοι» (Ματθ. 9, 12).
Ἡ μετάνοια χωρὶς τὴν νηστεία εἶναι ἀργὴ
Ἐπάθαμε πολλὰ κακὰ ἀπὸ τὴν ἁμαρτία· ἂς θεραπευθοῦμε
μὲ τὴν μετάνοια. Ἡ μετάνοια δὲ χωρὶς τὴ νηστεία εἶναι ἀργή. «Καταραμένη
ἡ γῆ, ἀγκάθια καὶ τριβόλια νὰ σοῦ βλαστάνει» (Γέν. 3, 17-18). Ἐπροστάχθηκες
νὰ δοκιμάζεσαι, ὄχι βέβαια νὰ ζεῖς τρυφηλῶς. Μὲ τὴ νηστεία νὰ ἐξομολογεῖσαι
στὸν Θεό. Ἀλλὰ καὶ ὁ τρόπος ζωῆς στὸν παράδεισο εἶναι εἰκόνα νηστείας,
ὄχι μόνον διότι ὁ ἄνθρωπος μὲ τὸ νὰ εἶναι ὁμοτράπεζός των ἀγγέλων
κατώρθωνε μὲ τὴν ὀλιγάρκεια τὴν ὁμοίωση πρὸς αὐτούς, ἀλλὰ διότι
καὶ ὅσα ὕστερα ἐφεῦρε ἡ διάνοια τῶν ἀνθρώπων, δὲν εἶχαν ἐπινοηθεῖ
ἀκόμη ἀπὸ τοὺς τρεφομένους στὸν παράδεισο· ὄχι ἀκόμη οἰνοποσίες,
ὄχι ἀκόμη ζωοθυσίες· οὔτε ὅσα θολώνουν τὸν ἀνθρώπινο νοῦ.
Μὲ τὴ νηστεία ἐπανερχόμαστε στὸν Παράδεισο.
4. Ἐπειδὴ
δὲν ἐνηστεύσαμε, ἐφύγαμε ἀπὸ τὸν παράδεισο· ἂς νηστεύσουμε λοιπόν,
γιὰ νὰ ἐπανέλθουμε σ'αὐτόν. Δὲν βλέπεις τὸν Λάζαρο, πῶς μὲ τὴ νηστεία
μπῆκε στὸν παράδεισο; (Λουκ. 16, 20-31). Νὰ μὴν μιμηθεῖς τὴν παρακοὴ τῆς
Εὕας, νὰ μὴν παραδεχθεῖς τὸ φίδι πάλι σὰν σύμβουλο, ποὺ προτείνει τὴν
βρώση, φροντίζοντας γιὰ τὸ σῶμα.
Στοὺς ἀσθενεῖς ἐπιβάλλεται ὄχι ἡ ποικιλία τῶν φαγητῶν
ἀλλὰ ἡ νηστεία καὶ ἡ δίαιτα.
Νὰ μὴν προφασίζεσαι
ἀρρώστια τοῦ σώματος καὶ ἀδυναμία. Διότι τὶς δικαιολογίες δὲν τὶς
λέγεις σὲ μένα, ἀλλὰ σ' αὐτὸν ποὺ γνωρίζει. Πές μου, δὲν μπορεῖς νὰ νηστεύεις;
Μπορεῖς ὅμως νὰ παραχορταίνεις γιὰ ὅλη τὴ ζωὴ καὶ νὰ συντρίβεις τὸ σῶμα
σου μὲ τὸ βάρος τῶν φαγητῶν. Καὶ ὅμως στοὺς ἀσθενεῖς ὄχι ποικιλία φαγητῶν,
ἀλλὰ ἀσιτία καὶ δίαιτα γνωρίζω ὅτι ἐπιβάλλουν οἱ ἰατροί. Πῶς λοιπὸν
σὺ ποῦ μπορεῖς αὐτά, προφασίζεσαι ὅτι δὲν μπορεῖς ἐκεῖνα; Τί εἶναι εὐκολότερο
γιὰ τὴν κοιλιά, νὰ περάσει τὴ νύκτα μὲ τὴν λιτότητα τῆς δίαιτας, ἢ μὲ
τὴν ἀφθονία τῶν φαγητῶν νὰ κείτεται βαρειά; Μᾶλλον δὲ μήτε νὰ κείτεται,
ἀλλὰ νὰ πυκνοστριφογυρίζει παραφορτωμένη καὶ στενοχωρημένη μὲ
κίνδυνο νὰ ἀνοίξει; Ἐκτὸς ἂν πεῖς ὅτι οἱ κυβερνῆτες σῴζουν εὐκολότερά
το βαρυφορτωμένο πλοῖο ἀπὸ τὸ καλὰ ἐφοδιασμένο καὶ ἐλαφρό. Διότι
αὐτὸ μὲν τὸ ὁποῖο πιέζεται ἀπὸ τὸ πλῆθος τοῦ φορτίου, ἡ μικρὴ τρικυμία
τὸ καταβυθίζει, ἐκεῖνο δὲ ποὺ ἔχει σύμμετρά τα ἐμπορεύματα εὔκολα
διαπλέει τὴν τρικυμία, ἐπειδὴ τίποτα δὲν τὸ ἐμποδίζει νὰ ἀνέβει
εὐκολότερα. Καὶ τὰ σώματα λοιπὸν τῶν ἀνθρώπων ὅταν παραφορτώνονται
μὲ τὸν συνεχῆ χορτασμό, εὔκολα ὑποκύπτουν στὶς ἀσθένειες· ὅταν δὲ
κάνουν χρήση στερεᾶς καὶ ἐλαφρᾶς τροφῆς, καὶ τὸ ἀναμενόμενο ἀπὸ τὴ
νόσο κακὸ ξεφεύγουν, ὅπως τὴν κακοκαιρία τὸ πλοῖο καὶ τὸ ἤδη παρὸν ἐνοχλητικό
το ξεπερνοῦν, σὰν κάποια ἕφοδο δίνης. Ὅμως καὶ ἡ ἡσυχία κατὰ τὴν γνώμη
σου εἶναι πιὸ κουραστικὴ ἀπὸ τὸ τρέξιμο καὶ ἡ ἠρεμία ἀπὸ τὴν πάλη,
ἐὰν ἀκριβῶς ἰσχυρίζεσαι ὅτι καὶ ἡ τρυφὴ εἶναι καταλληλότερη ἀπὸ
τὴν δίαιτα γιὰ τοὺς ἀσθενεῖς.
Ἡ πολυτέλεια καὶ ἡ ποικιλία τῶν φαγητῶν
ἐδημιούργησε τὰ διάφορα εἴδη τῶν ἀσθενειῶν.
Διότι ἡ δύναμη ποὺ
κυβερνᾶ τὸν ἄνθρωπο τὴν αὐτάρκεια καὶ τὴν λιτότητα εὔκολα μὲν ἐπεξεργάσθηκε
καὶ τὴν ἔκαμε οἰκεία στὸ τρεφόμενο· ὅταν ὅμως παρέλαβε τὴν πολυτέλεια
καὶ ποικιλία τῶν φαγητῶν, ἔπειτα ἐπειδὴ δὲν μπόρεσε πρὸς τὸ τέλος νὰ
ἀντέξει, ἐδημιούργησε τὰ διάφορα εἴδη τῶν ἀσθενειῶν.
Ἡ νηστεία στὴν Π. Διαθήκη.
5. Ἀλλ' ὁ λόγος ἂς βαδίζει μὲ τὴν ἱστορία,
ἐξετάζοντας τὴν ἀρχαιότητα τῆς νηστείας. Καὶ ὅπως ὅλοι οἱ ἅγιοι,
σὰν κάποια πατρικὴ κληρονομιά, τὴν ἐκληρονόμησαν, ἔτσι τὴν διαφύλαξαν,
παραδίνοντας ὁ πατέρας στὸ παιδί, ἀπ' ὅπου καὶ σὲ μᾶς διαδοχικὰ διασώθηκε
τὸ κτῆμα. Δὲν ὑπῆρχε στὸν παράδεισο οἶνος· ὄχι ἀκόμη ζωοθυσίες· ὄχι
ἀκόμη κρεοφαγίες. Μετὰ τὸν κατακλυσμὸ ὁ οἶνος· μετὰ τὸν κατακλυσμό,
«νὰ τρώγετε ἀπὸ ὅλα, σὰν χλωρὰ χορτάρια» (Γέν. 9, 3). 'Ὅταν ἀπορρίφθηκε
ἡ τελείωση, τότε ἐπιτράπηκε ἡ ἀπόλαυση. Δεῖγμα δὲ τῆς ἀπειρίας
τοῦ οἴνου ὁ Νῶε ποὺ ἀγνοοῦσε τὴν χρήση τοῦ οἴνου. Διότι ἀκόμη δὲν εἶχε
εἰσέλθει στὴ ζωή, οὔτε εἶχε χρησιμοποιηθεῖ στὶς συναναστροφὲς τῶν
ἀνθρώπων. Ἐπειδὴ οὔτε ἄλλον εἶχε δεῖ, οὔτε ὁ ἴδιος ἐδοκίμασε, περιέπεσε
ἀπρόσεκτα στὴ μέθη τοῦ οἴνου.
«Διότι ἐφύτευσε
ἄμπελο ὁ Νῶε, καὶ ἤπιε ἀπὸ τὸ γέννημα τοῦ καρποῦ καὶ ἐμέθυσε» (Γέν.
9, 20-21)· ὄχι διότι ἦταν μέθυσος, ἀλλὰ διότι δὲν ἐγνώριζε τὴν μέτρια
πόση. Τόσον τὸ εὔρημα τῆς οἰνοποσίας εἶναι νεώτερο ἀπὸ τὸν παράδεισο, καὶ τόσον παλαιὸς ὁ σεβασμὸς τῆς νηστείας.
Ἀλλὰ ἐγνωρίσαμε ὅτι καὶ ὁ Μωύσης μὲ τὴ νηστεία ἐπλησίασε τὸ ὅρος
(Ἔξοδ. 24, 18). Διότι δὲν θὰ ἀποτολμοῦσε ἐνῷ ἐκάπνιζε ἡ κορυφή, οὔτε
θὰ εἶχε τὸ θάρρος νὰ εἰσέλθει στὸν γνόφο, ἐὰν δὲν εἶχε ὁπλισθεῖ μὲ τὸ ὅπλο
τῆς νηστείας. Μὲ τὴ νηστεία ὑποδέχθηκε τὸ νόμο ποὺ ἐγράφη μὲ τὸ δάκτυλο
τοῦ Θεοῦ στὶς πλάκες. Καὶ ἐπάνω μὲν ἡ νηστεία ἔγινε πρόξενος τῆς νομοθεσίας,
κάτω δὲ ἡ γαστριμαργία τοὺς ἐξέτρεψε σὲ εἰδωλολατρεία. «Διότι ἐκάθισε
o λαὸς γιὰ νὰ φάει καὶ νὰ πιεῖ, καὶ ἐσηκώθηκαν μετὰ γιὰ νὰ διασκεδάσουν»
(Ἔξοδ. 32,6).
Ἡ μέθη καταστρέφει τὴν πνευματικότητα τοῦ ἀνθρώπου.
Σαράντα ἡμερῶν
προσμονὴ μὲ νηστεία καὶ προσευχὴ τοῦ δούλου τοῦ Θεοῦ
τὴν ἀχρήστευσε μία oινοποσία. Διότι αὐτὲς τὶς πλάκες ποὺ ἔλαβε ἡ
νηστεία μὲ τὸ δάκτυλο τοῦ Θεοῦ γραμμένες, αὐτὲς ἡ μέθη ἐκομμάτιασε,
διότι ὁ προφήτης δὲν ἔκρινε ἄξιο νὰ νομοθετεῖται μέθυσος λαὸς ἀπὸ
τὸν Θεό. Σὲ μιὰ φευγαλέα στιγμή, μὲ τὴν γαστριμαργία, ὁ λαὸς ἐκεῖνος
ποὺ εἶχε γνωρίσει τὸν Θεὸ μὲ τὰ πιὸ μεγάλα θαύματα, ἐκυλίσθηκε στὴν
εἰδωλολατρικὴ τρέλα τῶν Αἰγυπτίων. Σύγκρινε καὶ τὰ δύο· πῶς δηλαδὴ
ἡ νηστεία ὁδηγεῖ στὸ Θεὸ καὶ πῶς ἡ τρυφὴ προδίδει τὴν σωτηρία. Κατέβα,
βαδίζοντας τὸν δρόμο πρὸς τὰ κάτω.
Τὰ εὐεργετικὰ ἀποτελέσματα τῆς νηστείας
στὴν Παλαιὰ καὶ Κ. Διαθήκη.
6. Τί ἐβεβήλωσε τὸν Ἠσαὺ καὶ τὸν ἔκαμε
δοῦλο τοῦ ἀδελφοῦ του; Δὲν ἦταν ἕνα φαγητό, γιὰ τὸ ὁποῖο ἐπώλησε τὰ
πρωτοτόκια; (Γέν. 25, 30-34). Τὸν δὲ Σαμουὴλ δὲν τὸν ἐχάρισε στὴν μητέρα
του ἡ προσευχὴ μὲ τὴ νηστεία; (Ἃ' Βασιλ.1, 13-16). Τί ἔκαμε τὸν Σαμψῶν ἀκαταμάχητο
καὶ μεγάλο ἥρωα; Δὲν ἦταν ἡ νηστεία μὲ τὴν ὁποία συνελήφθη στὴν κοιλιὰ
τῆς μητέρας του; (Κρίτ. 13, 14). Ἡ νηστεία τὸν ἐγέννησε, ἡ νηστεία τὸν
ἐθήλασε, ἡ νηστεία τὸν ἔκαμε ἄνδρα, ποὺ τὴν διέταξε ὁ ἄγγελος στὴν
μητέρα του. «Δὲν πρέπει νὰ φάει κανένα ἀπὸ τὰ προϊόντα της ἀμπέλου,
καὶ οἶνο καὶ σίκερα [μεθυστικὰ ποτά.] νὰ μὴν πιεῖ» (Κρίτ. 13, 14). Ἡ νηστεία
γεννᾶ προφῆτες, δυναμώνει δυνατούς· ἡ νηστεία κάνει σοφούς τους νομοθέτες,
εἶναι καλὸ φυλακτήριο τῆς ψυχῆς, στὸ σῶμα ἀσφαλὴς σύνοικος, ὅπλο
στοὺς ἀνδρείους, γυμναστήριο στοὺς ἀθλητές. Αὐτὴ ἀποκρούει τοὺς πειρασμούς·
αὐτὴ προετοιμάζει πρὸς τὴν εὐσέβεια, συγκάτοικος τῆς νηφαλιότητας,
δημιουργός της σωφροσύνης. Στοὺς πολέμους κάνει ἀνδραγαθήματα, στὴν
εἰρήνη διδάσκει τὴν ἡσυχία. Τὸν ναζιραῖο [Ἀφιερωμένος στὸν Θεὸ
γιὰ 30 ἡμέρες μὲ ἀποχὴ φαγητῶν καὶ ποτῶν. Ἰσόβιοι ναζιραίοι ἦταν ὁ
Σαμψῶν, Σαμουήλ, Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος, Ἰάκωβος ὁ Ἀδελφόθεος. Στὸν
χριστιανισμὸ ναζιραίοι καλοῦνται οἱ Μοναχοί.] ἁγιάζει, καὶ κάνει
τέλειο τὸν ἱερέα. Διότι δὲν εἶναι δυνατὸν χωρὶς νηστεία νὰ ἀποτολμήσει
τὴν ἱερουργία· ὄχι μόνον τώρα στὴν μυστικὴ καὶ ἀληθινὴ λατρεία, ἀλλὰ
καὶ στὴν τυπικὴ ποὺ γινόταν κατὰ τὸν (Μωσαϊκὸ) νόμο. Αὐτὴ ἔκαμε τὸν
Ἠλία θεατὴ τοῦ μεγάλου θεάματος· διότι ἀφοῦ ἐπὶ σαράντα ἡμέρες
μὲ νηστεία καθάρισε τὴν ψυχή, ἔτσι καταξιώθηκε νὰ δεῖ στὸ σπήλαιο
τοῦ Χωρὴβ (Γ' Βασιλ. 19, 8-13), ὅσον εἶναι δυνατὸν στὸν ἄνθρωπο νὰ δεῖ,
τὸν Κύριο. Νηστεύοντας ἔδωσε πίσω στὴν χήρα το παιδί της, ἀφοῦ ἀποδείχθηκε
ἰσχυρὸς μὲ τὴ νηστεία κατὰ τοῦ θανάτου. Ἀπὸ στόμα ποὺ ἐνήστευε ἐβγῆκε
ἡ φωνὴ ποὺ ἐσταμάτησε γιὰ τὸν παράνομο λαὸ τὴ βροχὴ τοῦ οὐρανοῦ γιὰ
τρία χρόνια καὶ ἕξι μῆνες. Διότι γιὰ νὰ μαλακώσει τὴν ἀδάμαστη καρδιὰ
τῶν σκληροτραχήλων, ἐπροτίμησε καὶ τὸν ἑαυτό του στὴν κακοπάθεια
νὰ τὸν καταδικάσει μαζὶ μὲ τοὺς ἄλλους. Γιὰ τοῦτο «ζεῖ Κύριος, εἶπε,
δὲν θὰ ὑπάρξει στὴ γῆ νερό, παρὰ μόνο μὲ τὸν λόγο μου» (Γ' Βασιλ. 17,
1). Καὶ ἔφερε σ' ὅλο τὸν λαὸ νηστεία μὲ τὴν πεῖνα, γιὰ νὰ ἐπανορθώσει
τὴν κακία ποὺ εἶχε προέλθει ἀπὸ τὴν τρυφὴ καὶ τὴν μαλθακὴ ζωή. Τί λογὴς
δὲ ὑπῆρξε ὁ βίος τοῦ Ἐλισσαίου; Πῶς μὲν ἐφιλοξενήθηκε ἀπὸ τὴν Σουναμίτιδα;
Πῶς δὲ ὁ ἴδιος ἐδεχόταν τοὺς προφῆτες; Δὲν ἔκανε τὴν φιλοξενία μὲ ἄγρια
λάχανα καὶ λίγο ἀλεῦρι; (Δ' Βασιλ. 4, 42- 44). Κι ἔτσι κάποτε μὲ τὰ
χόρτα εἶχε μαζευτεῖ καὶ ἀγριοκολοκύθι, ὥστε νὰ κινδυνεύουν αὐτοὶ
ποὺ θὰ ἔτρωγαν, ἐὰν μὲ τὴν εὐχὴ τοῦ νηστευτῆ δὲν εἶχε ἀχρηστευθεῖ τὸ
δηλητήριο. Καὶ γενικῶς, θὰ μποροῦσες νὰ βρεῖς τὴ νηστεία νὰ χειραγωγεῖ
ὅλους τους ἁγίους στὴν κατὰ Θεὸν πολιτεία. Ὑπάρχει κάποιο εἶδος ἀντικειμένου,
ποὺ ὀνομάζουν ἀμίαντο, ἄφθορο στὴ φωτιά, ποὺ ὅταν μὲν τίθεται στὴν
φλόγα φαίνεται ὅτι ἔχει ἀπανθρακωθεῖ, ὅταν δὲ τὸ βγάζουν ἀπὸ τὴ φωτιά,
σὰν νὰ ἔχει λευκανθεῖ στὸ νερό, γίνεται καθαρότερο. Τέτοια ἦταν τὰ
σώματα τῶν τριῶν ἐκείνων παίδων τῆς Βαβυλῶνος, ποὺ εἶχαν τὸν ἀμίαντο
ἀπὸ τὴ νηστεία (Δανιὴλ 1, 8-16). Διότι στὴ μεγάλη φλόγα τῆς καμίνου,
σὰν νὰ ἤσαν κατὰ τὴν φύση ἀπὸ χρυσό, ἀπεδεικνύοντο ἀνώτεροι ἀπὸ τὴν
βλάβη τῆς φωτιᾶς. Δηλαδὴ ἀπεδεικνύοντο πιὸ δυνατοὶ καὶ ἀπὸ τὸν χρυσό·
διότι δὲν τοὺς ἔλυωνε αὐτοὺς ἡ φωτιά, ἀλλὰ τοὺς φύλαγε ἀκέραιους.
Καὶ ὅμως τίποτε δὲν θὰ συγκρατοῦσε τότε τὴν φλόγα ἐκείνη, ποὺ τὴν ἔτρεφαν
νάφθα καὶ πίσσα καὶ κληματίδες, ὥστε αὐτὴ νὰ ἐξαπλώνεται σαρανταεννέα
πήχεις, καὶ κατατρώγοντας τὰ γύρω ἀπ' αὐτὴν πολλοὺς ἀπὸ τοὺς Χαλδαίους
νὰ καταφάγει. Ἐκείνη λοιπὸν τὴν πυρκαγιὰ καταπατοῦσαν oι παῖδες, ἀφοῦ
εἰσῆλθαν μὲ νηστεία, ἀναπνέοντας
ἔτσι στὴν ὁρμητικὴ φωτιὰ σὰν λεπτὴ αὔρα καὶ δροσερή. Διότι ἡ
φωτιὰ οὔτε τὶς τρίχες δὲν ἐπείραξε, ἐπειδὴ τὶς εἶχε ἐκθρέψει ἡ νηστεία
(Δανιὴλ 3, 24- 33).
7. Καὶ ὁ Δανιήλ, ὁ ἄνδρας τῶν ἐπιθυμιῶν,
αὐτὸς ποὺ τρεῖς ἑβδομάδες δὲν ἔφαγε ψωμὶ καὶ δὲν ἤπιε νερὸ (Δανιὴλ 10,
2-3) ἐδίδαξε καὶ τὰ λιοντάρια νὰ νηστεύουν, ὅταν κατέβηκε στὸ λάκκο
(Δανιὴλ 6, 16-22). Διότι σὰν ἀπὸ πέτρα ἢ χαλκὸ ἢ κάποια ἄλλη στερεὰ ὕλη νὰ ἦταν κατασκευασμένος,
τὰ λιοντάρια δὲν μποροῦσαν νὰ μπήξουν τὰ δόντια τους. Ἔτσι ἡ νηστεία, ἀφοῦ
ἐδυνάμωσε τὸ σῶμα τοῦ ἀνδρὸς ὅπως ἡ βαφὴ τὸ σίδηρο, τὸ ἔκανε ἀδάμαστο
στὰ λιοντάρια· διότι δὲν ἄνοιγαν τὸ στόμα κατὰ τοῦ ἁγίου. Ἡ νηστεία
«ἔσβησε τὴν δύναμη τῆς φωτιᾶς, ἔφραξε τὰ στόματα τῶν λιονταριῶν» ('Ἑβρ.
11, 33-34).
Τὰ ἀγαθά της νηστείας.
Ἡ νηστεία ἀναπέμπει
τὴν προσευχὴ στὸν οὐρανό, μὲ τὸ νὰ γίνεται σ' αὐτὴν κατὰ κάποιο τρόπο
φτερὸ πρὸς τὴν ἄνω πορεία της. Ἡ νηστεία εἶναι προκοπὴ τῶν οἴκων, ὑγείας
μητέρα, νεότητος παιδαγωγός, στολίδι στοὺς γέροντες, καλὴ συνοδοιπόρος
στοὺς πεζοπόρους, ἀσφαλὴς ὁμόσκηνος στοὺς συγκατοίκους. Ὁ ἄνδρας δὲν
ὑποψιάζεται κίνδυνο τοῦ γάμου, ὅταν βλέπει τὴν γυναῖκα νὰ ζεῖ μὲ τὴ
νηστεία. Δὲν λυώνει ἡ γυναῖκα ἀπὸ τὴν ζηλοτυπία, ὅταν βλέπει τὸν ἄνδρα
νὰ νηστεύει. Ποιὸς ἐζημίωσε τὸ σπίτι του μὲ τὴ νηστεία; Ὑπολόγισε
σήμερα τὰ πράγματα τοῦ σπιτιοῦ καὶ ὑπολόγισέ τα καὶ μετά· δὲν θὰ λείψει
τίποτε μὲ τὴ νηστεία ἀπὸ τὰ ὑπάρχοντα στὸ σπίτι. Κανένα ζῷο δὲν βγάζει
κραυγὲς θανάτου, πουθενὰ αἷμα, πουθενὰ ἀπόφαση, ποὺ ὑπαγορεύεται
κατὰ τῶν ζῴων ἀπὸ τὴν ἄκαμπτη κοιλιά. Ἔχει σταματήσει τὸ μαχαῖρι τῶν
μαγείρων· τὸ τραπέζι ἀρκεῖται στὰ πρόχειρα. Τὸ Σάββατο ἔδοθηκε στοὺς
Ἰουδαίους, «γιὰ νὰ ἀναπαυθεῖ, λέγει, τὸ ὑποζύγιό σου καὶ o δοῦλος
σου» (Ἔξοδ. 20, 10).
Ὁμιλεῖ γιὰ τὶς 5 ἑβδομάδες τῆς Μ. Τεσσαρακοστῆς.
Ἂς γίνει ἡ νηστεία
ἀνάπαυση ἀπὸ τοὺς συνεχεῖς κόπους στοὺς ὑπηρέτες ποὺ ὑπηρετοῦν
καθ' ὅλο το ἔτος. Ἀνάπαυσε τὸν μάγειρά σου, δῶσε ἄδεια στὸν τραπεζοκόμο,
σταμάτησε τὸ χέρι τοῦ κεραστῆ, ἂς σταματήσει κάποτε καὶ ὁ παρασκευαστὴς
τῶν ποικίλων γλυκισμάτων. Ἂς ἡσυχάσει κάποτε καὶ τὸ σπίτι ἀπὸ τοὺς
μύριους θορύβους, καὶ ἀπὸ τὸν καπνὸ καὶ τὴν τσίκνα καὶ ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ ἀνεβοκατεβαίνουν
καὶ ποὺ ὑπηρετοῦν σὰν ἀμείλικτη κυρία τὴν κοιλιά. Πάντως κάποτε καὶ
οἱ φοροεισπράκτορες ἐπιτρέπουν γιὰ λίγο
στοὺς ὑποχειρίους τους νὰ ζήσουν ἐλεύθερα. Ἂς δώσει κάποια
ἀνάπαυλα καὶ ἡ κοιλιὰ στὸ στόμα, ἂς κάμει γιὰ μᾶς πενθήμερες ἀνακωχές,
αὐτὴ ποὺ πάντοτε ἀπαιτεῖ καὶ οὐδέποτε
σταματᾶ, αὐτὴ ποὺ σήμερα παίρνει καὶ αὔριο λησμονεῖ. Ὅταν χορτάσει,
φιλοσοφεῖ περὶ ἐγκρατείας, ὅταν ἀδειάσει λησμονεῖ τὶς φιλοσοφικὲς
δοξασίες.
8. Ἡ νηστεία δὲν γνωρίζει τὴν φύση τοῦ δανείου·
δὲν μυρίζει ἀπὸ τόκους ἡ τράπεζα τοῦ νηστευτῆ· δὲν πνίγουν τὸ ὀρφανὸ
παιδὶ οἱ πατρικοὶ τόκοι τοῦ νηστευτῆ, σὰν φίδια περιπλεκόμενα. Καὶ
διαφορετικὰ ἡ νηστεία γίνεται ἀφορμὴ γιὰ εὐφροσύνη. Διότι ὅπως
ἡ δίψα γλυκὸ τὸ ποτὸ καθιστᾶ, καὶ ἡ πεῖνα ποὺ προκλήθηκε κάνει εὐχάριστό το τραπέζι,
ἔτσι καὶ τὴν ἀπόλαυση τῶν φαγητῶν φαιδρύνει ἡ νηστεία. Διότι μὲ τὸ
νὰ παρεμβληθεῖ στὸ μέσο καὶ νὰ διακόψει τὴν συνέχεια τῆς τρυφῆς, θὰ
κάμει ὥστε νὰ σοῦ φανεῖ ἡ λήψη τῆς τροφῆς ἐπιθυμητὴ σὰν ἀπόδημη. Ὥστε
ἐὰν θέλεις γιὰ τὸν ἑαυτό σου νὰ ἑτοιμάσεις ἐπιθυμητὴ τράπεζα, δέξου
τὴν μεταβολὴ ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὴ νηστεία. Σὺ δὲ περικυκλωμένος
πάρα πολὺ ἀπὸ τὴν τρυφή, ἔχεις ξεχάσει τὸν ἑαυτό σου ἀμαυρώνοντας
τὴν ἀπόλαυση καὶ ἀπὸ φιληδονία ἐξαφανίζοντας τὴν πραγματικὴ εὐχαρίστηση.
Διότι, τίποτε δὲν ὑπάρχει τόσον ἐπιθυμητό, ὥστε νὰ μὴν καταφρονεῖται
μὲ τὴν συνεχῆ ἀπόλαυση. Ἐκείνων δὲ ποὺ εἶναι σπάνια ἡ ἀπόκτηση, αὐτῶν
ἡ ἀπόλαυση γίνεται περισπούδαστη. Ἔτσι καὶ ὁ κτίστης μᾶς ἐπενόησε
μὲ τὴν ποικιλία στὴ ζωὴ νὰ παραμένει σὲ μᾶς ἡ χάρη αὐτῶν ποὺ ἔχουν δοθεῖ.
Δὲν βλέπεις ὅτι καὶ ὁ ἥλιος εἶναι λαμπρότερος μετὰ τὴν νύκτα; Καὶ ἡ ἀγρυπνία
γλυκύτερη μετὰ τὸν ὕπνο; Καὶ ἡ ὑγεία πιὸ ἐπιθυμητὴ μετὰ τὴν πεῖρα
τῶν ἀντιθέτων; Καὶ ἡ τράπεζα λοιπὸν εἶναι πιὸ εὐχάριστη μετὰ τὴ νηστεία·
ὅμοια μὲν στοὺς πλουσίους καὶ σ'αὐτοὺς ποὺ παρέχουν πλούσια γεύματα
καὶ στοὺς λιτοὺς καὶ στοὺς πρόχειρους κατὰ τὴν δίαιτα.
9. Νὰ φοβᾶσαι τὸ παράδειγμα τοῦ πλουσίου.
Ἐκεῖνον παρέδωσε στὸ πῦρ ἡ συνεχὴς τρυφή. Διότι ἂν καὶ δὲν κατηγορήθηκε
γιὰ ἀδικία, ἀλλὰ γιὰ τρυφηλὴ ζωή, ἐτηγανιζόταν στὴν φλόγα τῆς καμίνου.
Γιὰ νὰ σβήσουμε λοιπὸν τὸ πῦρ ἐκεῖνο, χρειάζεται νερό. Καὶ ὄχι μόνον
γιὰ τὰ μέλλοντα πράγματα εἶναι ὠφέλιμος ἡ νηστεία, ἀλλὰ καὶ σ' αὐτὴ
τὴν σάρκα πιὸ ἐπωφελής. Διότι oι μεγάλες παχυσαρκίες ἔχουν ὑποτροπὲς
καὶ μεταπτώσεις, ὁπότε ἡ φύση κάμπτεται καὶ ἀδυνατεῖ νὰ σηκώσει τὸ
βάρος τῆς παχυσαρκίας.
Ἡ ἀξία τοῦ νεροῦ γιὰ τὴν ὑγεία.
Πρόσεχε μὴ τυχὸν
τώρα, ἀποστρεφόμενος τὸ νερό, ἐπιθυμήσεις ὕστερα μία σταγόνα, ὅπως
καὶ ὁ πλούσιος (Λουκ. 16, 24). Κανεὶς δὲν ἐμέθυσε ἀπὸ τὸ νερό. Κανενὸς
δὲν ἐπόνεσε τὸ κεφάλι διότι ἐβαρύνθηκε ἀπὸ τὸ νερό. Κανεὶς δὲν ἐχρειάσθηκε
ξένα πόδια πίνοντας νερό. Κανενὸς τὰ πόδια δὲν ἐδέθησαν, κανενὸς τὰ
χέρια δὲν ἀχρηστεύθηκαν, ποτιζόμενα μὲ νερό. Διότι ἡ ἐλαττωματικὴ
πέψη, ποὺ ἀκολουθεῖ ἀναγκαστικὰ στοὺς ζῶντες μὲ τρυφηλότητα, αὐτὴ
φέρνει τὰ φοβερὰ νοσήματα στὰ σώματα. Τὸ χρῶμα τοῦ νηστεύοντος σεμνό,
δὲν κοκκινίζει ἀδιάντροπα, ἀλλὰ εἶναι στολισμένο μὲ τὴν σώφρονα
χλωμάδα· ὀφθαλμὸς πρᾶος, βάδισμα σεμνοπρεπές, πρόσωπο σοβαρὸ ποὺ
δὲν ἀσχημίζει μὲ τὸ ἀκόλαστο γέλιο, λόγια μετρημένα, καρδιὰ καθαρή.
Θυμήσου τοὺς ἁγίους ὅλων των αἰώνων, «γιὰ τοὺς ὁποίους δὲν ἦταν ἄξιος
ὁ κόσμος» ποὺ ἐγύριζαν «φορώντας δέρματα προβάτων καὶ δέρματα γιδιῶν,
ἔχοντας στερήσεις, θλίψεις, κακουχίες» (Ἑβρ.11, 37-38). Ἐκείνων νὰ
θυμᾶσαι τὴν διαγωγή, ἐὰν ἀκριβῶς ἐπιζητεῖς νὰ εἶσαι μὲ τὸ μέρος
τους.
Παραδείγματα νηστείας, ὁ Ἰωάννης ὁ Βαπτιστής,
ὁ Κύριος καὶ ὁ Ἀπ. Παῦλος.
Τί ἀνάπαυσε τὸν
Λάζαρο στοὺς κόλπους τὸν Ἀβραάμ; Ὄχι ἡ νηστεία; Ἢ ζωὴ δὲ τοῦ Ἰωάννου
ὑπῆρξε μιὰ συνεχὴς νηστεία· ὁ ὁποῖος δὲν εἶχε κρεββάτι, οὔτε τραπέζι,
οὔτε καλλιεργήσιμη γῆ, οὔτε βόδι γιὰ ὄργωμα, οὔτε ἀρτοποιό, οὔτε
τίποτε ἄλλο ἀπὸ τὰ πράγματα τῆς ζωῆς. Γιὰ τοῦτο «μεταξύ των γεννηθέντων
ἀπὸ τὶς γυναῖκες μεγαλύτερος δὲν ἔχει ἀναφανεῖ ἄλλος ἀπὸ τὸν Ἰωάννη
τὸν Βαπτιστὴ» (Ματθ. 11, 11). Τὸν Παῦλο μαζὶ μὲ τὰ ἄλλα καὶ ἡ νηστεία,
ποὺ ἀπαρίθμησε στὰ καυχήματα γιὰ τὶς θλίψεις του, τὸν ἀνέβασε στὸν
τρίτο οὐρανὸ (Β' Κορινθ. 11, 27· 12, 2). Ὁ πρῶτος δὲ γιὰ ὅσα ἔχουμε πεῖ,
ὁ Κύριος μας, ἀφοῦ ὀχύρωσε μὲ νηστεία τὴν σάρκα, ποὺ ἐπῆρε γιὰ χάρη
μας, ἔτσι ἐδέχθηκε σ' αὐτὴ (Ματθ. 4, 2) τοῦ διαβόλου τὶς προσβολές, καὶ
γιὰ νὰ μᾶς διδάσκει νὰ ἑτοιμαζόμαστε μὲ νηστεῖες καὶ νὰ γυμναζόμαστε
γιὰ τοὺς ἀγῶνες κατὰ τῶν πειρασμῶν, καὶ γιὰ νὰ προσφέρει στὸν ἀντίπαλο
μὲ τὴν στέρηση κατὰ κάποιο τρόπο λαβή. Ἀπρόσιτος θὰ ἦταν σ' αὐτὸν λόγω
τοῦ ὕψους τῆς θεότητος, ἐὰν μὲ τὴν φτώχεια δὲν εἶχε κατεβῆ πρὸς τὸ ἀνθρώπινο.
Ἐπανερχόμενος λοιπὸν στοὺς οὐρανούς, ἔφαγε, γιὰ νὰ πιστοποιήσει τὴν
φύση τοῦ ἀναστάντος σώματος. Σὺ δὲ παραπαχαίνοντας τὸν ἑαυτό σου
καὶ ὄντας πολυσαρκός, δὲν γίνεσαι μαλθακός; Ἐξασθενίζοντας δὲ τὸ
νοῦ μὲ ἀτροφία, γιὰ τὰ σωτήρια καὶ ζωοποιὰ διδάγματα μπορεῖς νὰ μιλήσεις;
Ἢ ἀγνοεῖς ὅτι, ὅπως σὲ πολεμικὴ παράταξη, ἡ συμμαχία μὲ τὸν ἄλλον
φέρνει τὴν ἧττα τοῦ ἀντιπάλου, ἔτσι καὶ αὐτὸς ποὺ συμμαχεῖ μὲ τὴν σάρκα,
ἀνταγωνίζεται τὸ πνεῦμα καὶ αὐτὸς ποῦ πηγαίνει μὲ τὴν παράταξη τοῦ
πνεύματος ὑποδουλώνει τὴν σάρκα; «Διότι αὐτὰ μεταξύ τους εἶναι ἀντιθεται»
(Γαλατ. 5, 17). Ὥστε, ἐὰν θέλεις νὰ
κάνεις ἰσχυρό το νοῦ, νὰ δαμάσεις τὴν σάρκα μὲ τὴ νηστεία. Διότι αὐτὸ
εἶναι ἐκεῖνο ποὺ λέγει ὁ ἀπόστολος· ὅτι «ὅσον ὁ ἐξωτερικὸς ἄνθρωπος
φθείρεται, τόσον ὁ ἐσωτερικὸς ἀνακαινίζεται» (Β' Κορ.4,16)· καί το·
«ὅταν ἀσθενῶ, τότε εἶμαι δυνατὸς» (Β' Κορινθ. 12, 10). Δὲν θὰ περιφρονήσεις
τὰ φαγητὰ ποῦ χάνονται; Δὲν θὰ ἐπιθυμήσεις τὴν τράπεζα τῆς βασιλείας,
τὴν ὁποία ἐξάπαντος ἡ ἐδῶ νηστεία θὰ ἐξωραΐσει; Ἀγνοεῖς ὅτι μὲ τὴν
ἀμετρία τοῦ χορτασμοῦ ἑτοιμάζεις γιὰ τὸν ἑαυτό σου παχὺ τὸν βασανιστὴ
σκώληκα; Διότι ποιὸς ἀπ' αὐτοὺς ποὺ
ζοῦν μὲ πλούσια τροφὴ καὶ διαρκῆ τρυφὴ ἐδέχθηκε κάποια κοινωνία
πνευματικοῦ χαρίσματος; Ὁ Μωϋσῆς γιὰ νὰ λάβει δεύτερη νομοθεσία ἐχρειάσθηκε
μία ἀκόμη δεύτερη νηστεία. Στοὺς Νινευίτες, ἐὰν καὶ τὰ ζῷα δὲν εἶχαν
νηστεύσει, δὲν θὰ εἶχαν διαφύγει τὴν ἀπειλὴ τῆς καταστροφῆς (Ἰωνὰς
3, 4-10). Ποίων τὰ σώματα ἔπεσαν στὴν ἔρημο; (Ἑβρ. 3, 17). Ὄχι αὐτῶν ποῦ ἐπιζητοῦσαν τὴν κρεοφαγία;
(Ἀριθμ.11, 33). Ἐκεῖνοι μὲν ἕως ὅτου εἶχαν ἀρκεσθεῖ στὸ μάννα καὶ στὸ
νερὸ ποὺ βγῆκε ἀπὸ τὴν πέτρα, ἐνικοῦσαν τοὺς Αἰγυπτίους, περπατοῦσαν
μέσα ἀπὸ τὴν θάλασσα. «Δὲν ὑπῆρχε στὶς φυλὲς τοὺς κανένας ποὺ δὲν μποροῦσε
νὰ περπατήσει» (Ψάλμ. 104, 37)· ἐπειδὴ δὲ ἐθυμήθηκαν τὰ κρέατα στοὺς
λέβητες (Ἔξοδ.16, 3) καὶ ἐστράφησαν μὲ τὶς ἐπιθυμίες τους στὴν Αἴγυπτο,
δὲν εἶδαν τὴν γῆ τῆς ἐπαγγελίας.
Ἡ πολυφαγία ἀτονεῖ τὴν πνευματικότητα τοῦ ἀνθρώπου.
Δὲν φοβεῖσαι τὸ παράδειγμα;
Δὲν φρίττεις γιὰ τὴν πολυφαγία, μήπως σὲ ἀποκλείσει ἀπὸ τὰ ἐλπιζόμενα
ἀγαθά; Ἀλλ' οὔτε ὁ σοφὸς Δανιὴλ θὰ ἔβλεπε τὰ ὁράματα, ἐὰν μὲ τὴ νηστεία
δὲν ἔκανε καθαρότερη τὴν ψυχή. Διότι ἀπὸ τὴν παχειὰ τροφὴ κατὰ κάποιο
τρόπο καπνώδεις ἀναθυμιάσεις ἀνερχόμενες, σὰν πυκνὸ σύννεφο, διακόπτουν
τὶς ἐλλάμψεις ποὺ ἔρχονται ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα στὸ νοῦ. Ἐὰν δὲ καὶ ἀγγέλων
ὑπάρχει κάποια τροφή, εἶναι ὁ ἄρτος, καθὼς λέγει ὁ προφήτης· «ἄρτον ἀγγέλων
[«Εἶναι ἡ λογικὴ καὶ οὐράνιος δύναμη ποὺ διατρέφονται οἱ ἄγγελοι»,
ἐξηγεῖ ὁ Μ. Ἀθανάσιος (βλέπε τόμος 6ος σέλ.262. Ε.Π.Ε.). Δὲν ἔχει καμμία
σχέση μὲ τὴν ὑλικὴ τροφὴ τοῦ ἀνθρώπου] ἔφαγεν ὁ ἄνθρωπος» (Ψάλμ. 77,
25). Ὄχι κρέας, οὔτε οἶνος, οὔτε ὅσα εἶναι στὴν φροντίδα τῶν δούλων τῆς
κοιλιᾶς. Ἡ νηστεία εἶναι ὅπλο γιὰ τὴν ἐκστρατεία κατὰ τῶν δαιμόνων.
«Διότι τὸ γένος αὐτὸ δὲν ἐξέρχεται, παρὰ μόνον μὲ τὴν προσευχὴ καὶ τὴ
νηστεία» (Μάρκ. 9, 28).
Ἡ ἐγκράτεια δὲν ὑπάρχει χωρὶς τὴ νηστεία.
Καὶ τὰ μὲν ἀγαθὰ
ποὺ προέρχονται ἀπὸ τὴ νηστεία εἶναι τόσα πολλά· ὁ δὲ κορεσμὸς εἶναι
ἡ ἀρχὴ τῶν πτώσεων. Διότι συγχρόνως εἰσορμὰ μὲ τὴν τρυφὴ καὶ τὴν μέθη
καὶ τὰ ποικίλα καρυκεύματα κάθε εἶδος κτηνώδους ἀκολασίας. Ἀπ' ἐδῶ
οἱ ἄνθρωποι γίνονται ἵπποι θηλυμανεῖς» (Ἱερεμ.5, 8) ἀπὸ τὸν οἶστρο
τῆς τρυφῆς ποὺ γεννᾶται στὴν ψυχή. Οἱ διαστροφὲς τῆς φύσεως προέρχονται
ἀπὸ τοὺς μεθύσους, ποὺ ἐπιζητοῦν τὴν μὲν γυναῖκα στὸν ἄνδρα, τὸν δὲ ἄνδρα
στὴν γυναῖκα. H νηστεία ὅμως γνωρίζει ὅρια καὶ στὰ ἔργα τοῦ γάμου καὶ
τιμωρώντας τὴν ἀμετρία τῶν ἐπιτρεπομένων ἀπὸ τὸ νόμο, ἐπιφέρει
σύμφωνη ἀνάπαυλα, γιὰ νὰ ἀφιερωθοῦν στὴν προσευχὴ (Ἃ' Κορινθ.7, 5).
Ἡ ἀληθινὴ νηστεία εἶναι ἀποξένωση ἀπὸ τὰ κακά.
10. Μὴ λοιπὸν περιορίζεις τὸ καλό της νηστείας
στὴν ἀποχὴ μόνον ἀπὸ τὰ φαγητά. Διότι ἡ ἀληθινὴ νηστεία εἶναι ἀποξένωση
ἀπὸ τὰ κακά. «Νὰ λύσεις τὰ δεσμὰ τῆς ἀδικίας» (Ἡσ. 63, 6)· συγχώρησε
τὸν πλησίον γιὰ τὴν λύπη, συγχώρησε τὸν γιὰ τὰ χρέη. «Νὰ μὴ νηστεύετε
χάριν διαμάχης καὶ φιλονικίας» (Ἡσ. 63, 4). Δὲν τρώγεις κρέατα, ἀλλὰ
τρώγεις τὸν ἀδελφό σου. Δὲν πίνεις οἶνο, ἀλλὰ δὲν εἶσαι ἐγκρατὴς στὶς ὕβρεις.
Περιμένεις τὸ βράδυ γιὰ νὰ λάβεις τροφή, ἀλλὰ ξοδεύεις τὴν ἡμέρα στὰ
δικαστήρια. «Ἀλλοίμονο σ' αὐτοὺς ποὺ
δὲν μεθοῦν μὲ κρασὶ» (Ἡσ. 28,
1).
Τί εἶναι ὁ θυμός, ἡ λύπη καὶ ὁ φόβος.
Ὁ θυμὸς εἶναι ἡ μέθη
τῆς ψυχῆς, διότι τὴν κάνει παράφρονα ὅπως ὁ οἶνος. Ἡ λύπη εἶναι μέθη
καὶ αὐτή, διότι καταπνίγει τὴν διάνοια. Ὁ φόβος εἶναι ἄλλη μέθη, ὅταν
συμβαίνει ἐκεῖ ποὺ δὲν πρέπει. «Διότι, ἀπὸ τὸν φόβο, λέγει, τοῦ ἐχθροῦ
νὰ ἀπαλλάξεις τὴν ψυχή μου» (Ψάλμ.63, 2). Καὶ γενικά, καθένα ἀπὸ τὰ πάθη
ποὺ παραλογίζει τὸ νοῦ δικαίως θὰ ὀνομαζόταν μέθη. Σκέψου, παρακαλῶ,
τὸν ὀργιζόμενο πῶς μεθᾶ ἀπὸ τὸ πάθος. Δὲν εἶναι ὁ ἴδιος κύριος του ἐαυτοῦ
του· ἀγνοεῖ τὸν ἑαυτό του, ἀγνοεῖ τοὺς παρόντες, σὰν νὰ μάχεται μέσα
στὴ νύχτα τὰ πιάνει ὅλα, σκοντάφτει σ' ὅλα, δὲν ξέρει τί λέγει, εἶναι
δυσκολοσυγκράτητος, ὑβρίζει, κτυπᾶ,
ἀπειλεῖ, ὁρκίζεται, κραυγάζει, ξεσχίζεται. Ἀπόφυγε αὐτὴ τὴν μέθη,
μήτε νὰ καταδεχθεῖς τὴν μέθη ἀπὸ τὸν οἶνο. Νὰ μὴν περιφρονήσεις τὴν ὑδροποσία
ἀπὸ τὴν οἰνοποσία. Νὰ μὴν σὲ ὁδηγήσει ἡ μέθη στὴ νηστεία. Δὲν ὑπάρχει
εἴσοδος στὴ νηστεία ἀπὸ τὴν μέθη· οὔτε βέβαια ἀπὸ τὴν πλεονεξία
στὴν δικαιοσύνη, οὔτε ἀπὸ τὴν ἀκολασία στὴ σωφροσύνη, οὔτε, γιὰ νὰ
πῶ γενικά, ἀπὸ τὴν κακία στὴν ἀρετή. Ἄλλη εἶναι ἡ θύρα γιὰ τὴ νηστεία.
Ἡ μέθη εἰσάγει στὴν ἀκολασία καὶ ἡ ἐγκράτεια στὴ νηστεία.
Ἡ μέθη εἰσάγει στὴν
ἀκολασία, καὶ ἡ ἐγκράτεια στὴ νηστεία. Ὁ ἀθλητὴς προγυμνάζεται, ὁ
νηστευτὴς προεγκρατεύεται. Μὴ θέτεις τὴν μέθη πρὸ τῶν πέντε ἡμερῶν,
σὰν νὰ ἐκδικεῖσαι τὶς ἡμέρες, οὔτε σὰν νὰ ἐξαπατᾶς μὲ σοφίσματα τοῦ
νομοθέτη. Καθ' ὅσον μάλιστα ἀνώφελα κοπιάζεις, τὸ μὲν σῶμα νὰ διαλύεις,
οὔτε δὲ νὰ παρηγορεῖσαι γιὰ τὴν στέρηση. Ἡ ἀποθήκη εἶναι ἀναξιόπιστη, ἀντλεῖς σὲ τρυπημένο πιθάρι. Διότι ὁ
μὲν οἶνος διαρρέει, τρέχοντας τὸν ἴδιο δρόμο, ἡ δὲ ἁμαρτία παραμένει.
Ὁ δοῦλος δραπετεύει ὅταν τὸν κτυπᾶ ὁ κύριος, σὺ ὅμως παραμένεις στὸν
οἶνο, ποῦ καθημερινά σου κτυπᾶ τὸ κεφάλι; Μέτρο ἄριστό της χρήσεως
τοῦ οἴνου, ἡ ἀνάγκη τοῦ σώματος (Ἃ' Τιμ. 5, 23). Ἐὰν δὲ φύγεις ἔξω ἀπὸ
τὰ ὅρια, αὔριο θὰ εἶσαι μὲ βαρὺ κεφάλι, θὰ χάσκεις, θὰ ζαλίζεσαι, θὰ
μυρίζεις κρασίλα· ὅλα θὰ σοῦ φαίνονται ὅτι γυρίζουν, ὅλα ὅτι κλονίζονται.
Ἡ μέθη βέβαια ὕπνο μὲν φέρει, ἀδελφό του θανάτου, ἐγρήγορση δὲ ποὺ
μοιάζει μὲ ὄνειρα.
11. Ἄραγε γνωρίζεις ποιὸς εἶναι αὐτὸς ποῦ
πρόκειται νὰ ὑποδεχθεῖς; Αὐτὸς ποὺ μᾶς ὑποσχέθηκε, ὅτι «ἐγὼ καὶ ὁ
πατέρας θὰ ἔλθουμε, σ' αὐτὸν καὶ θὰ κατοικήσουμε μαζὶ» (Ἰωάν. 14,
23). Γιατί λοιπὸν δείχνεις προτίμηση στὴ μέθη καὶ κλείνεις τὴν εἴσοδο
στὸν Δεσπότη; Γιατί προτρέπεις τὸν ἐχθρὸ νὰ προκαταλάβει τὰ ὀχυρώματά
σου; Ἡ μέθη δὲν ὑποδέχεται τὸν Κύριο· ἡ μέθη ἀπομακρύνει τὸ ἅγιο
Πνεῦμα. Διότι ὁ μὲν καπνὸς ἀποδιώχνει τὶς μέλισσες, ἢ κραιπάλη ἀποδιώχνει τὰ πνευματικὰ χαρίσματα.
Ἡ κοινωνικὴ σημασία τῆς νηστείας.
Ἡ νηστεία εἶναι ἡ
εὐπρέπεια τῆς πόλεως, ἡ σταθερότητα τῆς ἀγορᾶς, ἡ εἰρήνη τῶν σπιτιῶν,
ἡ σωτηρία τῶν ὑπαρχόντων. Θέλεις νὰ δεῖς τὴν μεγαλοπρέπειά της; Σύγκρινε,
παρακαλῶ, τὴν σημερινὴ ἑσπέρα μὲ τὴν αὔριο καὶ θὰ δεῖς νὰ μεταπίπτει
ἡ πόλη ἀπὸ τὴν ταραχὴ καὶ τὴν ζάλη σὲ βαθειὰ γαλήνη. Εὔχομαι δὲ ἡ σημερινὴ
νὰ μοιάζει μὲ τὴν αὐριανὴ κατὰ τὴν σεμνότητα καὶ ἡ αὐριανὴ νὰ μὴν ὑπολείπεται
σὲ φαιδρότητα ἀπὸ τὴν σημερινή. Ὁ δὲ Κύριος ποὺ μᾶς ὁδήγησε σ'αὐτὴ
τὴν περίοδο τοῦ χρόνου, εἴθε νὰ μᾶς χαρίσει, κατὰ κάποιο τρόπο σὰν ἀγωνιστές,
ἀφοῦ ἐπιδείξουμε στοὺς προκαταρκτικοὺς ἀγῶνες τὴν στερεότητα καὶ
τὴν δύναμη τῆς καρτερίας, νὰ φθάσουμε καὶ στὴν κυρία ἡμέρα τῶν στεφάνων·
τώρα μὲν τῆς ἀναμνήσεως τοῦ πάθους τοῦ Σωτῆρος, στὸν μέλλοντα δὲ αἰῶνα,
τῆς ἀνταποδόσεως αὐτῶν ποὺ ἔχουμε ἐμεῖς ζήσει κατὰ τὴν δίκαιη κρίση
αὐτοῦ του Χριστοῦ, διότι σ' αὐτὸν ἀνήκει ἡ δόξα στοὺς αἰῶνες. Ἀμήν.
ΛΟΓΟΣ Β'
Ἡ προτροπὴ τοῦ Μ. Βασιλείου γιὰ τὴ νηστεία.
1. «Παρηγορεῖτε, λέγει, ἱερεῖς τὸν λαό·
ὁμιλήσατε στὰ αὐτιὰ τῆς Ἱερουσαλὴμ» (Ἡσ. 40, 1-2). Ἡ φύση τοῦ λόγου
εἶναι ἱκανή, τῶν μὲν φιλοπόνων νὰ ἐντείνει τὶς δυνάμεις, τῶν δὲ ὀκνηρῶν
καὶ νωθρῶν νὰ διεγείρει τὴν προθυμία. Γιὰ τοῦτο μὲν οἱ στρατηγοί, ὅταν
παρατάσσουν τὸν στρατὸ γιὰ τὴν μάχη, μεταχειρίζονται τοὺς προτρεπτικοὺς
λόγους πρὶν ἀπὸ τοὺς ἀγῶνες, καὶ τόση δύναμη ἔχει ἡ παραίνεση, ὥστε
σὲ πολλοὺς ἐμπνέει πολλὲς φορὲς ἀκόμη καὶ περιφρόνηση τοῦ θανάτου.
Οἱ γυμναστὲς δὲ καὶ οἱ ἐκπαιδευτές, ὅταν ὁδηγοῦν τοὺς ἀθλητὲς στοὺς ἀγῶνες
τῶν σταδίων, κάνουν πολλὲς προτροπὲς περὶ τοῦ ὅτι πρέπει νὰ μοχθοῦν
γιὰ τὰ στεφάνια, ὥστε καὶ πολλοὶ νὰ πείθωνται μὲ τὴν φιλοτιμία στὴ νίκη
νὰ περιφρονοῦν τὰ σώματα. Γιὰ τοῦτο λοιπὸν καὶ σὲ μένα ποὺ παρατάσσω
τοὺς στρατιῶτες τοῦ Χριστοῦ πρὸς τὸν πόλεμο κατὰ τῶν ἀοράτων ἐχθρῶν
καὶ ποὺ προετοιμάζω μὲ τὴν ἐγκράτεια τοὺς ἀθλητὲς τῆς εὐσεβείας γιὰ
τὰ στεφάνια τῆς δικαιοσύνης, εἶναι ἀναγκαῖος ὁ προτρεπτικὸς λόγος.
Τί λοιπὸν λέγω ἀδελφοί; Ὅτι αὐτοὶ ποὺ μελετοῦν τὴν τακτική του πολέμου
καὶ ἀσκοῦνται στὶς παλαῖστρες, φυσικὸ εἶναι μὲ τὴν ἀφθονία τῆς τροφῆς
νὰ παχαίνουν τοὺς ἑαυτούς τους, ὥστε δυναμικότερα νὰ καταπιάνονται
μὲ τοὺς ἀγῶνες· αὐτοὶ δὲ «ποὺ δὲν παλεύουν μὲ αἷμα καὶ σάρκα, ἀλλὰ μὲ τὶς
ἀρχές, μὲ τὶς ἐξουσίες, μὲ τοὺς κοσμοκράτορες τοῦ σκότους τούτου, μὲ
τὰ πνευματικά της πονηρίας» (Ἐφεσ.6, 12), αὐτοὶ εἶναι ἀνάγκη νὰ ἀσκοῦνται
γιὰ τὸν πόλεμο αὐτὸν μὲ τὴ νηστεία καὶ τὴν ἐγκράτεια. Διότι τὸ μὲν λάδι
παχαίνει τὸν ἀθλητή, ἢ δὲ νηστεία ἰσχυροποιεῖ τὸν ἀσκητὴ τῆς εὐσεβείας.
Ὥστε ὅσον ἀφαιρεῖς ἀπὸ τὴν σάρκα, τόσον θὰ κάμεις νὰ ἀπαστράπτει ἡ
ψυχὴ ἀπὸ τὴν πνευματικὴ λαμπρότητα. Διότι ὄχι μὲ σωματικὲς δυνάμεις,
ἀλλὰ μὲ τὴν καρτερία τῆς ψυχῆς καὶ τὴν ὑπομονὴ στὶς θλίψεις ἐπιτυγχάνεται
ἡ κυριαρχία πρὸς τὶς ἀόρατες δυνάμεις.
Γιατί ἡ νηστεία εἶναι ὠφέλιμη.
2. Ἡ νηστεία μὲν λοιπὸν εἶναι ὠφέλιμη γιὰ
ὅλο τὸν χρόνο, γιὰ αὐτοὺς ποὺ τὴν προτιμοῦν (διότι οὔτε ἡ δαιμονικὴ ἐπήρεια
δὲν ἀποθρασύνεται κατὰ τοῦ νηστευτῆ, καὶ οἱ φύλακες τῆς ζωῆς μᾶς ἄγγελοι
μὲ περισσότερη προθυμία παραμένουν στοὺς καθαρισμένους στὴν ψυχὴ
ἀπὸ τὴ νηστεία)· πολὺ δὲ περισσότερο τώρα, ὁπότε σὲ ὅλη τὴν οἰκουμένη
διαδίδεται τὸ κήρυγμα. Καὶ οὔτε κάποιο νησί, οὔτε ἤπειρος, οὔτε πόλη,
οὔτε ἔθνος, οὔτε ἄκρη τῆς γῆς, ὑπάρχει ποὺ νὰ μὴν ἀκούεται τὸ κήρυγμα.
Ἀλλὰ καὶ τὰ στρατόπεδα καὶ οἱ ὁδοιπόροι καὶ oι ναῦτες καὶ οἱ ἔμποροι,
ὅλοι ὁμοίως καὶ ἀκούουν τὴν διδασκαλία καὶ μὲ χαρὰ τὴν ὑποδέχονται.
Ὥστε κανεὶς νὰ μὴν ἑξαιρέσει τὸν ἑαυτό του ἀπὸ τὸν κατάλογο τῶν νηστευτῶν,
σ'αὐτὸν συμπεριλαμβάνονται ὅλα τα γένη καὶ κάθε ἡλικία καὶ ὅλες οἱ
διαφορὲς τῶν ἀξιωμάτων. Ἄγγελοι εἶναι ποὺ ἀπογράφουν σὲ κάθε ἐκκλησία
τοὺς νηστευτές. Πρόσεχε μὴ στερηθεῖς γιὰ τὴν μικρὴ ἡδονὴ τῶν φαγητῶν
τὴν ἀπογραφὴ τοῦ ἀγγέλου, ὑπόδικο δὲ κάνεις τὸν ἑαυτό σου στὸ στρατολόγο,
γιὰ δίκη ἐπὶ λιποταξία. Μικρότερος εἶναι ὁ κίνδυνος κάποιου ποὺ πέταξε
τὴν ἀσπίδα στὴν μάχη νὰ τιμωρηθεῖ παρὰ νὰ φανεῖ ὅτι ἀπορρίπτει τὸ
μεγάλο ὅπλο τῆς νηστείας. Εἶσαι πλούσιος; Μὴν βρίζεις τὴ νηστεία, ἀπαξιώνοντας
νὰ τὴν κάνεις ὁμοτράπεζο· μήτε νὰ τὴν ἀποπέμψεις ἀπὸ τὸ σπίτι σου ἀτιμασμένη
ἀπὸ τὴν ἡδονή, γιὰ νὰ μὴν σὲ καταγγείλη κάποτε στὸ νομοθέτη τῶν νηστειῶν
καὶ σοῦ ἐπιφέρει πολλαπλάσια τὴν στέρηση ἀπὸ καταδίκη, ἡ σωματικὴ
ἀρρώστια, ἢ κάποια ἄλλη δυσχερῆ περίσταση. O φτωχὸς νὰ μὴν εἰρωνεύεται
τὴ νηστεία, διότι ἀπὸ πολὺ παλαιὰ τὴν ἔχει συγκάτοικο καὶ ὁμοτράπεζο.
Στὶς γυναῖκες δὲ ὅπως ἡ ἀναπνοή, ἔτσι καὶ ἡ νηστεία εἶναι οἰκεία καὶ
φυσιολογική. Τὰ παιδιά, ὅπως τὰ θαλερὰ ἀπὸ τὰ φυτά, μὲ τὸ νερὸ τῆς
νηστείας ἂς ποτίζονται. Στοὺς μεγαλύτερους ἐλαφρώνει τὸν κόπο ἡ παλαιὰ
οἰκείωση μὲ αὐτή· διότι οἱ κόποι ποὺ ἔχουν ἐμπεδωθεῖ κατόπιν μακρᾶς
συνηθείας, δὲν προκαλοῦν τόσον πόνο στοὺς γυμνασμένους. Στοὺς ὁδοιπόρους
ἡ νηστεία εἶναι καλὸς συνταξιδιώτης. Διότι ὅπως ἀκριβῶς ἡ τρυφὴ
τοὺς ἀναγκάζει νὰ σηκώνουν βάρη, κουβαλώντας μαζί τους τὶς ἀπολαύσεις,
ἔτσι ἡ νηστεία τοὺς κάνει ἐλαφροὺς καὶ εὐκίνητους. Ἔπειτα, ὅταν ἀναγγελθεῖ
ἐκστρατεία ἔξω ἀπὸ τὰ ὅρια τῆς χώρας, τὰ ἀναγκαῖα, ὄχι ἐκεῖνα ποὺ
εἶναι γιὰ τέρψη, προμηθεύονται οἱ στρατιῶτες· ἐμεῖς δὲ ποὺ ἐξερχόμαστε
στὸν πόλεμο κατὰ τῶν ἀοράτων ἐχθρῶν καὶ μετὰ τὴ νίκη αὐτῶν τρέχουμε
πρὸς τὴν οὐράνιο πατρίδα, δὲν θὰ ἁρμόζει πολὺ περισσότερο, σὰν νὰ
τρεφόμαστε σὲ στρατόπεδο, νὰ ἀρκούμαστε σ' αὐτὰ τὰ ἀναγκαῖα;
Νὰ ἀθλεῖσαι σὰν καλὸς στρατιώτης
τοῦ Κυρίου ἠμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ.
3. Κακοπάθησε σὰν καλὸς στρατιώτης καὶ ἄθλησε
νόμιμα, γιὰ νὰ στεφανωθεῖς, γνωρίζοντας ἐκεῖνο, ὅτι κάθε ἀγωνιζόμενος,
πάντοτε ἐγκρατεύεται (Β' Τιμοθ. 2, 3-5· Α' Κορινθ. 9, 25). Αὐτὸ ποὺ ᾖλθε
στὸ νοῦ μου τώρα ποὺ μιλῶ, ἀξίζει νὰ μὴν τὸ παραβλέψουμε· ὅτι δηλαδὴ
στοὺς κοσμικούς μας στρατιῶτες ἀνάλογα μὲ τοὺς κόπους αὐξάνεται τὸ
συσσίτιο, στοὺς πνευματικοὺς δὲ ὁπλῖτες, αὐτὸς ποὺ ἔχει τὴν λιγότερη
τροφὴ ἔχει τὸ μεγαλύτερο ἀξίωμα. Διότι ὅπως ἡ περικεφαλαίά μας
διαφέρει κατὰ τὴν φύση πρὸς τὴν φθαρτή, διότι ἡ ὕλη αὐτῆς εἶναι ὁ
χαλκός, ἡ δὲ ἄλλη ἔχει συσταθεῖ ἀπὸ τὴν ἐλπίδα τῆς σωτηρίας (Ἃ'
Θέσσ. 5, 8)· καὶ ἡ ἀσπίδα σ'ἐκείνους μὲν ἔχει κατασκευασθεῖ ἀπὸ ξύλο
καὶ δέρμα, σὲ μᾶς δὲ εἶναι τὸ δόρυ τῆς πίστεως, καὶ ἐμεῖς μὲν ἔχουμε περιφραχθεῖ
μὲ τὸν θώρακα τῆς δικαιοσύνης, ἐκεῖνοι δὲ περιτυλίγουν κάποιον ἁλυσιδωτὸ
χιτῶνα, καὶ γιὰ μᾶς μὲν μάχαιρα πρὸς τὴν ἄμυνα εἶναι αὐτὴ τοῦ ἁγίου
Πνεύματος (Ἐφεσ. 6, 16-17), οἱ δὲ προβάλλουν τὴν σιδερένια, ἔτσι εἶναι
φανερὸ ὅτι οἱ ἴδιες τροφὲς δὲν δυναμώνουν καὶ τοὺς δύο· ἀλλ' ἐμᾶς μὲν
τὰ δόγματα τῆς εὐσεβείας μᾶς δυναμώνουν, σ'ἐκείνους δὲ τὸ γέμισμα τῆς
κοιλιᾶς εἶναι ἀναγκαῖο. Ἐπειδὴ λοιπὸν ὁ χρόνος ποὺ γυρίζει μᾶς ἔφερε
τὶς πολυπόθητες αὐτὲς ἡμέρες, σὰν παλαιὲς τροφούς, χαρούμενoι ἂς
τὶς ὑποδεχθοῦμε· μὲ αὐτὲς ἡ Ἐκκλησία μᾶς ἀνέθρεψε στὴν εὐσέβεια.
Προκειμένου λοιπὸν νὰ νηστεύσεις μὴ σκυθρωπάσεις φαρισαϊκῶς, ἀλλ' εὐαγγελικῶς λάμπρυνε τὸν ἑαυτό
σου (Ματθ. 6, 16- 17)· δηλαδὴ νὰ μὴν πενθεῖς γιὰ τὴν στέρηση τῆς κοιλιᾶς,
ἀλλὰ νὰ χαίρεσαι ὁλόψυχα τὶς πνευματικὲς ἀπολαύσεις. Διότι γνωρίζεις
ὅτι «ἡ σάρκα ἐπιθυμεῖ ἐναντίον τοῦ πνεύματος, τὸ δὲ πνεῦμα ἐναντίον
τῆς σάρκας» (Γαλ. 5, 17). Ἐπειδὴ λοιπὸν αὐτὰ ἀντιτίθενται μεταξύ
τους, ἂς μειώσουμε τὴν ἀδυναμία τῆς σάρκας, ἂς αὐξήσουμε δὲ τὴν δύναμη
τῶν ψυχῶν, ὥστε μὲ τὴ νηστεία ἀφοῦ λάβουμε τὰ νικητήρια κατὰ τῶν παθῶν,
νὰ φορέσουμε καὶ τὰ στεφάνια τῆς ἐγκράτειας.
Ἡ νηστεία χωρὶς οἰνοποσία, χωρὶς μέθη.
Γι'αὐτὸ στὶς ἡμέρες τῆς νηστείας δὲν ἐπιτρέπεται ἡ κατάλυση«oίνoυ
καὶ ἐλαίου». Διότι ἡ νηστεία μὲ κρασί, εἶναι νηστεία κίβδηλος.
Τί εἶναι ἡ μέθη.
4. Ἐμπρός, κάμε λοιπὸν
τὸν ἑαυτό σου ἄξιο γιὰ τὴν τόσο σεμνὴ νηστεία· μὴ διαφθείρεις μὲ τὴν σημερινὴ μέθη τὴν
αὐριανὴ ἐγκράτεια. Κακὸς ὁ συλλογισμός, πονηρὴ ἡ σκέψη· ἐπειδὴ μᾶς
ἔχει προαγγελθεῖ, πέντε ἡμερῶν νηστεία, σήμερα ἂς βυθιστοῦμε στὴ
μέθη. Κανείς, ἐνῷ πρόκειται νὰ νυμφευθεῖ γυναῖκα σεμνὴ σύμφωνα μὲ
τοὺς νόμους τοῦ γάμου, δὲν βάζει στὸ σπίτι τοῦ προηγουμένως παλλακίδες
καὶ πόρνες. Διότι ἡ νόμιμος σύζυγος δὲν ἀνέχεται τὴν συνοίκηση μὲ
τὶς διεφθαρμένες. Μὴ λοιπὸν καὶ σύ, ἐνῷ ἀναμένεται νηστεία, ὁδηγεῖς
πρῶτα τὴν μέθη, τὴν δημόσια πόρνη, τὴν μητέρα τῆς ἀναισχυντίας, τὴν
φίλη του γέλωτα, τὴν μανιακή, τὴν εὔκολη σὲ κάθε ἰδέα ἀσχημοσύνης.
Δὲν θὰ μπεῖ ἡ νηστεία καὶ ἡ προσευχὴ σὲ ψυχὴ ποὺ λερώθηκε ἀπὸ τὴν μέθη.
Τὸν νηστευτὴ μέσα στὶς ἱερὲς αὐλὲς προσδέχεται ὁ Κύριος, τὸν μέθυσο
σὰν ἀκάθαρτο καὶ ἀνίερο δὲν τὸν δέχεται. Διότι ἐὰν ἔλθεις αὔριο
μυρίζοντας κρασὶ καὶ μάλιστα χωνεμένο, πῶς θὰ ὑπολογίσω τὴν κραιπάλη
σου ὡς νηστεία; Ὅτι δηλαδὴ πρόσφατα δὲν κατανάλωσες πολὺ κρασί, τοῦτο
νὰ μὴν τὸ λογαριάζεις, ἀλλὰ ὅτι δὲν εἶσαι καθαρὸς ἀπὸ κρασί. Ποῦ νὰ σὲ
κατατάξω; Στοὺς μέθυσους ἢ στοὺς νηστευτές; H περασμένη μέθη σύρει
πρὸς τὸν ἑαυτό της· ἡ παροῦσα στέρηση ἐπιβεβαιώνει τὴ νηστεία. Ὑποκείμενος
εἶσαι στὴ μέθη, ὅπως ἀκριβῶς ὁ δοῦλος, καὶ δικαίως δὲν θὰ σοῦ ἀπομακρυνθεῖ,
διότι μὲ τὸ νὰ παραμείνει ἡ μυρωδιὰ τοῦ οἴνου (στὸ στόμα) ὅπως ἀκριβῶς
στὸ ἀγγεῖο, παρέχει σαφεῖς ἀποδείξεις τῆς δουλείας. Εὐθὺς ἀμέσως ἡ
πρώτη ἡμέρα τῶν νηστειῶν θὰ σοῦ εἶναι ἄκυρη, διότι μέσα σου μένουν
τὰ ὑπόλοιπά της μέθης. Αὐτῶν δὲ ποὺ ἡ ἀρχὴ εἶναι ἄκυρη, καὶ τὸ ὅλο εἶναι
φανερὸ ὅτι εἶναι ἀπόβλητο. «Οἱ μέθυσοι δὲν θὰ κληρονομήσουν τὴν βασιλεία
τοῦ Θεοῦ» (Ἃ' Κορινθ. 6, 10). Ἐὰν ἔρχεσαι μεθυσμένος στὴ νηστεία, ποιὸ
εἶναι τὸ ὄφελός σου; Διότι ἐὰν σὲ ἀποκλείει ἡ μέθη ἀπὸ τὴν βασιλεία,
ποῦ σου εἶναι λοιπὸν χρήσιμη ἡ νηστεία; Δὲν βλέπεις ὅτι καὶ οἱ πιὸ ἔμπειροι
πουλαροδαμαστές, ἐνῷ περιμένουν τοὺς ἀγῶνες, μὲ τὴν δίαιτα προετοιμάζουν
τὰ ἄλογα ποῦ θ' ἀγωνιστοῦν; Σὺ δὲ ἐξεπίτηδες καταπιέζεις τὸν ἑαυτό
σου μὲ τὸν χορτασμό· τόσο πολὺ ξεπερνᾶς καὶ τὰ ἄλογα στὴν γαστριμαργία.
Ἡ κοιλιὰ ὅμως βαρυφορτωμένη ὄχι μόνον γιὰ τὸν δρόμο, ἀλλὰ οὔτε καὶ
γιὰ τὸν ὕπνο εἶναι κατάλληλη· διότι καταπιεζόμενη, ἀπὸ τὸ βάρος,
δὲν μπορεῖ νὰ ἠρεμήσει, ἀλλ' ἀναγκάζεται πολλὲς φορὲς νὰ γυρίζει πότε
ἀπὸ τὴν μία καὶ πότε ἀπὸ τὴν ἄλλη πλευρὰ
Τὰ εὐεργετικὰ ἀποτελέσματα τῆς νηστείας.
5. Ἡ νηστεία προφυλάσσει τὰ νήπια, σωφρονίζει
τὸ νέο, κάνει σεβαστὸ τὸν γέροντα, διότι τὰ γεράματα εἶναι πιὸ σεβαστὰ
ὅταν στολίζονται μὲ τὴ νηστεία. Γιὰ τὶς γυναῖκες στολίδι ταιριαστό,
χαλινάρι τῶν ἀκμαίων, φυλακτήριο τῆς συζυγικῆς ζωῆς, τροφὸς τῆς
παρθενίας. Τέτοιες μὲν εἶναι οἱ φροντίδες αὐτῆς γιὰ κάθε σπίτι. Πῶς δὲ
πολιτεύεται στὴ δημόσια ζωή μας; Μὲ μιᾶς ὅλη τὴν πόλη καὶ ὅλο τὸν λαὸ
βάζει σὲ τάξη, κοιμίζει τὴν κραυγή, ἐξορίζει τὴν μάχη, κατασιγάζει
τὴν ὕβρη. Ποιοῦ διδασκάλου ἡ παρουσία ἀποκαθιστᾶ ἔτσι διὰ μιᾶς τὸν
θόρυβο τῶν παιδιῶν, ὅπως ἡ νηστεία σταματᾶ τὴν ταραχὴ τῆς πόλεως ὅταν
ἐμφανισθεῖ; Ποιὸς κωμῳδοποιὸς στὴ νηστεία ἐπροχώρησε; Ποιὸς ἀκόλαστος
χορὸς προῆλθε ἀπὸ τὴ νηστεία; Τρυφερὰ γέλια καὶ πορνικά, τραγούδια
καὶ ἔξαλλοι χοροὶ ἀμέσως ἀπὸ τὴν πόλη ἀπομακρύνονται, σὰν νὰ ἔχουν
φυγαδευθεῖ ἀπὸ κάποιο αὐστηρὸ δικαστή, τὴ νηστεία.
Ἡ νηστεία εἶναι ἡ βάση τῆς εἰρήνης τοῦ κόσμου.
Ἐὰν δὲ ὅλοι αὐτὴν
ἐδέχοντο ὡς σύμβουλο γιὰ αὐτά, ποὺ πρέπει νὰ πράττουμε, τίποτε δὲν θὰ
ἐμπόδιζε νὰ εἶναι ἄκρα εἰρήνη σὲ ὁλόκληρη τὴν οἰκουμένη· οὔτε τὰ ἔθνη
θὰ ἐπαναστατοῦσαν μεταξύ τους, οὔτε τὰ στρατεύματα θὰ ἔρχονταν σὲ
σύρραξη. Δὲν θὰ κατασκευάζονταν ὅπλα, ἐὰν ἐπικρατοῦσε ἡ νηστεία,
δὲν θὰ ἐγίνονταν δικαστήρια, οὔτε θὰ ἐφυλακίζονταν μερικοί, οὔτε
γενικῶς θὰ φιλοξενοῦσαν oι ἐρημιὲς κακοποιούς, ἢ οἱ πόλεις τοὺς συκοφάντες,
ἢ ἡ θάλασσα τοὺς πειρατές. Ἐὰν ὅλοι ἦταν μαθητὲς τῆς νηστείας, δὲν θὰ
εἶχε ἀκουσθεῖ καθόλου, κατὰ τὸν λόγο τοῦ Ἰὼβ (Ἰὼβ 3, 18), φωνὴ εἰσπράκτορα
τῶν φόρων, οὔτε θὰ ἦταν τόσον πολυστένακτη ἡ ζωή μας καὶ γεμάτη ἀπὸ
κατήφεια, ἐὰν ἡ νηστεία κυριαρχοῦσε στὴ ζωή μας. Διότι εἶναι φανερὸ
ὅτι θὰ ἐδίδασκε σὲ ὅλους ὄχι μόνον τὴν ἐγκράτεια ἀπὸ τὰ φαγητά, ἀλλὰ
καὶ τῆς φιλαργυρίας καὶ πλεονεξίας καὶ κάθε κακίας τὴν ὁλοκληρωτικὴ
ἀποστροφὴ καὶ ἀποξένωση. Ἐὰν αὐτὰ εἶχαν ἀποβληθεῖ, τίποτε δὲν θὰ
ἐμπόδιζε μὲ βαθειὰ εἰρήνη καὶ ἀταραξία ψυχῶν τὴν ζωή μας νὰ περάσουμε.
6. Τώρα ὅμως oι μὲν ἀπορρίπτοντες τὴ νηστεία,
τὴν τρυφὴ δὲ ὡς εὐτυχία τῆς ζωῆς ἐπιδιώκοντες, καὶ τὴν μεγάλη ἐκείνη
ἀφθονία τῶν κακῶν ἔφεραν καὶ τὰ σώματά τους ἐπὶ πλέον διαφθείρουν.
Παρατήρησε, παρακαλῶ, τὴν διαφορὰ τῶν προσώπων, καὶ αὐτῶν ποὺ θὰ
σοῦ φανοῦν κατὰ τὸ βράδυ καὶ τῶν αὐριανῶν. Σήμερα πρησμένα, κατακόκκινα,
ὑγρὰ ἀπὸ λεπτὸ ἱδρῶτα, μάτια ὁλοϋγρα, αὐθάδη, στερημένα τὴν ἀκρίβεια
τῆς ὁράσεως ἀπὸ τὴν ἐσωτερικὴ συσκότιση, αὔριο δὲ ντροπαλά, σεμνά,
μὲ φυσικὸ χρῶμα, γεμάτα περίσκεψη καὶ μὲ κάθε ἀκρίβεια αἰσθήσεως,
ἀφοῦ καμμιὰ ἐσωτερικὴ αἰτία δὲν
ἐπισκοτίζει τὶς φυσικὲς
ἐνέργειες.
Τί εἶναι ἡ νηστεία.
Ἡ νηστεία, εἶναι ἡ
ὁμοίωση τῶν Ἀγγέλων, ἡ συγκάτοικος τῶν δικαίων, ἡ ἐγκράτεια τῆς ζωῆς.
Αὐτὴ τὸν Μωϋσῆ ἔκαμε νομοθέτη· ὁ Σαμουὴλ εἶναι καρπὸς τῆς νηστείας.
Ἀφοῦ ἐνήστευσε ἡ Ἄννα προσευχήθηκε
στὸν Θεό· «Κύριε, Κύριε, Θεὲ τῶν Δυνάμεων, ἐὰν πράγματι εἰσακούσεις
τὴν δούλη σου καὶ μοῦ δώσεις τέκνο ἀρσενικό, θὰ σοῦ τὸ ἀφιερώσω ἐνώπιόν
σου» (Ἃ' Βασιλ. 1, 11). «Δὲν θὰ πιεῖ oίνο καὶ σίκερα ἕως τὴν ἡμέρα τοῦ
θανάτου» (Κρίτ.13, 14). Αὐτὴ ἀνέθρεψε τὸν μεγάλο Σαμψῶν, καὶ ἕως τότε
ποὺ ἐσυντρόφευε τὸν ἄνδρα, κατὰ χιλιάδες ἐφονεύονταν οἱ ἐχθροί, καὶ
κατακρημνίζονταν οἱ πύλες τῶν πόλεων, καὶ τὰ λιοντάρια δὲν ἄντεχαν
τὴν δύναμη τῶν χεριῶν τοῦ (Κρίτ.14, 6· 15, 16· 16, 3).
Ἡ ἄρνηση τῆς νηστείας, διάλυση τοῦ ἀνθρώπου.
Ὅταν δὲ τὸν κατέλαβε
ἡ πορνεία καὶ ἡ μέθη, αἰχμαλωτίσθηκε
ἀπὸ τοὺς ἐχθρούς του, καὶ ἀφοῦ τὸν τύφλωσαν ἔγινε
παιχνίδι στοὺς δούλους τῶν ἀλλοφύλων. Ἀφοῦ ἐνήστευσε ὁ Ἠλίας ἐσταμάτησε
τὸν οὐρανὸ ἐπὶ τρία χρόνια καὶ ἕξι μῆνες γιὰ νὰ μὴ βρέξει (Γ' Βασιλ.17,
1). Ἐπειδὴ δηλαδὴ εἶδε ὅτι ἀπὸ τὸν χορτασμὸ πολλαπλασιάζεται ἡ ὕβρη,
ἀναγκαστικὰ ἔφερε σ'αὐτοὺς τὴν ἀκούσια νηστεία τῆς πείνας. Μὲ αὐτὴν
σταμάτησε τὴν ἁμαρτία τους ποὺ ξεχυνόταν ἤδη χωρὶς μέτρο, καὶ σὰν μὲ
κάποιο καυτερὸ σίδερο ἢ μὲ μαχαῖρι, διέκοψε μὲ τὴ νηστεία τὴν ἐπὶ
πλέον πρόοδο τοῦ κακοῦ.
7. Δεχθεῖτε αὐτήν, οἱ φτωχοί, τὴν συγκάτοικό
σας καὶ ὁμοτράπεζο. Οἱ δοῦλοι, τὴν ἀνάπαυση ἀπὸ τοὺς συνεχεῖς καμάτους
τῆς ὑπηρεσίας. Οἱ πλούσιοι, αὐτὴν ποὺ σᾶς γιατρεύει ἀπὸ τὴν βλάβη τοῦ
χορτασμοῦ καὶ μὲ τὴν μεταβολὴ κάνει πιὸ τερπνὰ αὐτὰ ποὺ ἀπὸ τὴν συνήθεια
περιφρονοῦνται. Οἱ ἄρρωστοι, τὴν μητέρα τῆς ὑγείας. Οἱ ὑγιεῖς, τὸ
φυλακτήριο τῆς ὑγείας. Ρώτησε τοὺς ἰατροὺς καὶ θὰ σοῦ ἀπαντήσουν, ὅτι
τὸ περισσότερο σφαλερὸ ἀπὸ ὅλα εἶναι ἡ ἄκρα παχυσαρκία. Γιὰ τοῦτο
οἱ πιὸ ἔμπειροι μὲ τὴ νηστεία ἀφαιροῦν τὸ πλεονάζον πάχος, ὥστε νὰ
μὴν συντριβεῖ ἡ δύναμη μὲ τὸ βάρος τῆς παχυσαρκίας. Διότι ἐξεπίτηδες
ἀφοῦ μὲ τὴν στέρηση ἐξαφανίσουν τὴν ἀμετρία τοῦ πάχους, προετοιμάζουν
στὴν θρεπτικὴ δύναμη κάποια ἄνεση καὶ ἀνατροφὴ καὶ ἀρχὴ γιὰ δεύτερη
αὔξηση. Ἔτσι σὲ κάθε ἔργο καὶ σὲ κάθε σωματικὴ ἰδιοσυγκρασία βρίσκεται
ἡ ὠφέλεια τῆς νηστείας καὶ σὲ ὅλα ὁμοίως ἁρμόζει, στὰ σπίτια, στὶς ἀγορές,
στὶς νύκτες, στὶς ἡμέρες, στὶς πόλεις, στὶς ἐρημιές. Αὐτὴν λοιπὸν ποὺ μὲ
τόσα μέσα χαρίζει σὲ μᾶς τὸ καλό, ἂς ὑποδεχθοῦμε μὲ χαρά, κατὰ τὸν
λόγο τοῦ Κυρίου, χωρὶς νὰ εἴμαστε κατηφεῖς, ὅπως οἱ ὑποκριτές, ἀλλὰ
τὸ χαρωπό της ψυχῆς χωρὶς προσποίηση νὰ δείχνουμε (Ματθ.6, 16-17). Καὶ
δὲν νομίζω ὅτι χρειάζεται τόσον ἀγῶνα ἡ προτροπὴ γιὰ τὴ νηστεία, ὅσον
τὸ νὰ μὴν περιπέσει σήμερα κάποιος στὰ κακά της μέθης. Διότι τὴ μὲν
νηστεία καὶ γιὰ τὴν συνήθεια καὶ γιὰ τὴν μεταξὺ μας ντροπή, oι πολλοὶ
τὴν ἀποδέχονται. Φοβοῦμαι δὲ τὴ μέθη, πού, σὰν πατρικὴ κληρονομιά,
οἱ φίλοι του οἴνου τὴν διασῴζουν.
Ὄχι νηστεία μὲ τὴν μέθη.
Ὅπως δηλαδὴ αὐτοὶ
ποὺ κάνουν μακρινὰ ταξίδια, ἔτσι καὶ μερικοὶ ἀνόητοι σήμερα πίνουν
οἶνο σὲ ἀντάλλαγμα τῶν πέντε ἡμερῶν τῆς νηστείας· ποιὸς εἶναι τόσον ἀνόητος,
ὥστε προτοῦ ἀρχίσει νὰ πίνει, νὰ κάνει τὶς τρέλλες τῶν μεθυσμένων; Δὲν
γνωρίζεις ὅτι ἡ κοιλιὰ δὲν κάνει ἀποταμίευση; Ἡ κοιλιὰ εἶναι ὁ πιὸ
ἄπιστος μεσίτης. Εἶναι ταμεῖο ἀφύλακτο, διότι, ὅταν μπαίνουν πολλά,
τὴ μὲν βλάβη διατηρεῖ, τὰ φαγητὰ ὅμως δὲν διαφυλλάττει· πρόσεχε μὴ
τυχὸν καὶ σὲ σένα, αὔριο ποὺ θὰ ἔλθεις ἀπὸ τὴν μέθη λεχθοῦν αὐτὰ ποὺ
τώρα ἀναγνώσθηκαν. «Δὲν διάλεξα αὐτὴ τὴ νηστεία, λέγει ὁ Κύριος»
(Ἡσ. 58, 5). Γιατί ἀναμιγνύεις τὰ ἄμικτα; Ποιὰ ἢ σχέση τῆς νηστείας
πρὸς τὴν μέθη; Ποιὰ εἶναι ἡ σχέση τῆς μέθης πρὸς τὴν ἐγκράτεια; «Ποιὰ ἡ
συμφωνία μεταξύ του ναοῦ τοῦ Θεοῦ καὶ τῶν εἰδώλων;» (Β' Κορινθ. 6,
16). Διότι ναὸς τοῦ Θεοῦ μὲν εἶναι αὐτοὶ στοὺς ὁποίους κατοικεῖ τὸ
Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ· ναὸς δὲ εἰδώλων, εἶναι αὐτοὶ ποὺ ὑποδέχονται μὲ τὴν
μέθη τὸ πλῆθος τῆς ἀκολασίας. Ἡ σημερινὴ ἡμέρα εἶναι τὰ πρόθυρα τῶν
νηστειῶν. Αὐτὸς δὲ ποὺ ἔχει βεβηλωθεῖ στὰ πρόθυρα βεβαίως δὲν εἶναι
ἄξιος νὰ εἰσέλθει στὰ ἅγια. Κανεὶς δοῦλος θέλοντας νὰ ἐξευμενίσει
τὸν κύριό του, δὲν μεταχειρίζεται τὸν ἐχθρό του σὰν προστάτη καὶ μεσίτη.
Τὸ μυστήριο τῆς Ἱερᾶς Ἐξομολογήσεως στὴν Ἀρχαία Ἐκκλησία.
Ἡ μέθη εἶναι ἔχθρα
στὸ Θεό· ἡ νηστεία δέ, ἀρχὴ τῆς μετανοίας. Ἐὰν λοιπὸν θέλεις μὲ τὴν ἐξομολόγηση
νὰ γυρίσεις στὸ Θεό, νὰ ἀποφεύγεις
τὴν μέθη, γιὰ νὰ μὴν σοῦ κάμει δυσκολοτερη τὴν ἀποξένωση. Δὲν ἀρκεῖ
βεβαίως μόνον ἡ ἀποχὴ ἀπὸ τὶς τροφές, γιὰ τὴν ἐπαινετὴ νηστεία,
ἀλλ'ἂς νηστεύσουμε νηστεία δεκτή, εὐάρεστη στὸ Θεό. Ἀληθινὴ νηστεία
εἶναι ἡ ἀποξένωση ἀπὸ τὸ κακό, ἡ ἐγκράτεια
τῆς γλώσσας, ἡ ἀποχὴ ἀπὸ τὸ θυμό, ὁ χωρισμὸς ἀπὸ τὶς ἐπιθυμίες, τὴν καταλαλιά,
τὸ ψεῦδος, τὴν ψευδορκία. H στέρηση ἀπὸ αὐτὰ εἶναι ἀληθινὴ νηστεία.
Μέσα σ' αὐτὰ λοιπὸν ἡ νηστεία εἶναι ἀγαθό.
Ἡ πνευματικὴ νηστεία εἶναι
ἡ ἔλλειψη τοῦ ὀρθοδόξου λόγου
ποῦ κάνει τὴν ψυχὴ ἀτροφικὴ καὶ παγερή.
8. Ἂς ἐντρυφήσουμε ἐν Κυρίῳ, στὴν μελέτη
τῶν λόγων τοῦ Πνεύματος καὶ στὴν ἀποδοχὴ τῶν σωτηρίων νόμων καὶ σὲ ὅλα
τα διορθωτικὰ διδάγματα τῶν ψυχῶν μας. Ἂς φυλαχθοῦμε λοιπὸν ἀπὸ τὴν
πνευματικὴ νηστεία περὶ τῆς ὁποίας καὶ ὁ προφήτης ἀπεύχεται, λέγοντας·
«Δὲν θὰ θανατώσει ὁ Κύριος μὲ τὴν πεῖνα τὶς ψυχὲς
τῶν δικαίων» (Παροιμ.10, 3). Καί το· «δὲν εἶδα δίκαιο ἐγκαταλειμμένο, οὔτε τοὺς ἀπογόνους
του νὰ ζητιανεύουν ψωμὶ» (Ψάλμ. 36, 25). Διότι ἀσφαλῶς δὲν ἤθελε νὰ
πεῖ γιὰ τοὺς αἰσθητοὺς ἄρτους αὐτὸς ποὺ γνώριζε ὅτι τὰ παιδιὰ τοῦ πατριάρχη
Ἰακὼβ γιὰ τοὺς ἄρτους κατέβηκαν στὴν Αἴγυπτο, ἀλλὰ λέγει περὶ τῆς
πνευματικῆς τροφῆς, κατὰ τὴν ὁποία ὁ ἐσωτερικὸς ἄνθρωπος γίνεται
τέλειος. Ἂς μὴν ἔλθει καὶ σὲ μᾶς ἡ νηστεία ποὺ ἀπείλησε στοὺς Ἰουδαίους
ὁ Θεός. «Διότι ἰδοὺ ἔρχονται ἡμέρες, λέγει ὁ Κύριος, καὶ θὰ ἐπιφέρω
σ'αὐτὴ τὴν γῆ πεῖνα, ὄχι πεῖνα ἀπὸ ἄρτο, οὔτε δίψα ἀπὸ νερό, ἀλλὰ πεῖνα
ἀπὸ τοῦ νὰ ἀκούσουν τὸν λόγο τοῦ Κυρίου» (Ἀμῶς 8, 11). Γιὰ τοῦτο τὴν ἔφερε
o δίκαιος κριτής, ἐπειδὴ ἔβλεπε τὸ
νοῦ τους νὰ λιμοκτονεῖ
στὴν ἀτροφία τῶν δογμάτων τῆς ἀληθείας, τὸν δὲ ἐξωτερικό τους ἄνθρωπο
νὰ ὑπερπαχαίνει καὶ νὰ γίνεται ὅλος σάρκες. Ὅλες λοιπὸν τὶς ἑπόμενες
ἡμέρες θὰ σᾶς προσφέρει γεῦμα τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιον καὶ μὲ πρωϊνὲς καὶ ἑσπερινὲς
τέρψεις. Κανεὶς ἂς μὴ λείψει μὲ τὴν θέλησή του ἀπὸ τὴν πνευματικὴ εὐωχία.
Ὅλοι ἂς κοινωνήσουμε ἀπὸ τὸ νηφάλιο ποτήριο ποὺ ἡ σοφία, ἀφοῦ ἀνέμιξε,
μᾶς προσέφερε ἐξίσου, γιὰ νὰ ἀντλήσει ὁ καθένας ὅσον μπορεῖ. «Διότι
ἀνέμιξε τὸν οἶνο της, καὶ ἔσφαξε τὰ θύματά της» (Πάρ. 9, 2). Δηλαδὴ τὴν
τροφὴ τῶν τελείων, «αὐτῶν ποὺ ἔχουν γυμνασμένα τὰ αἰσθητήρια λόγω
τῆς συνηθείας πρὸς διάκριση τοῦ καλοῦ καὶ τοῦ κακοῦ» (Ἑβρ. 5, 14). Μὲ
αὐτὰ πλούσια ἀφοῦ χορτάσουμε, εἴθε νὰ βρεθοῦμε ἄξιοί της εὐφροσύνης,
καὶ στὸν νυμφῶνα μαζὶ μὲ τὸν Ἰησοῦ Χριστό, τὸν Κύριό μας, στὸν ὁποῖον
ἀνήκει ἡ δόξα καὶ τὸ κράτος στοὺς αἰῶνες. Ἀμήν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου