Παρασκευή 3 Οκτωβρίου 2014

«ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ» - Η ΥΛΗ ΚΑΙ ΤΑ ΣΥΜΒΟΛΑ ΤΗΣ



Αγ. Νικολάου Βελιμιροβιτς[1]

Η ΥΛΗ ΚΑΙ ΤΑ ΣΥΜΒΟΛΑ ΤΗΣ

 1.          Όταν το παιδί αρχίζει να μαθαίνει το αλφάβητο, παρμένα ξεχωριστά, τα γράμματα καθ’ εαυτά εμφανίζονται  γι’ αυτόν όμοια με τα είδωλα. Τα γράμματα έχουν ουσία, είναι υλικά. Συλλαβίζοντας το παιδί συγκεντρώνει ολόκληρη την προσοχή του επάνω στις συλλαβές και σκέπτεται μόνο σ’ αυτές. Ούτως, ακολουθώντας το ένα γράμμα μετά το άλλο, διαβάζει την λέξη, όμως εάν το ρωτήσει κάποιος τι διάβασε, δεν ξέρει περί τίνος πρόκειται. Μάλλον εκπλήττεται, μη καταλαβαίνοντας τι αποσκοπούσε η ερώτηση. Το παιδί δεν εννοεί την σημασία των αναγνωσμένων λέξεων. Το σχήμα, το μέγεθος και το χρώμα των γραμμένων λέξεων, την εξωτερική τους δηλαδή εμφάνιση, είναι όλα εκείνα που γνωρίζει το παιδί στην δεδομένη στιγμή. Για το παιδί τα γράμματα είναι υλικά, ακριβώς όπως είναι τα είδωλα για τους ειδωλολάτρες. Ακριβώς γι’αυτό τόσο το παιδί της πρώτης τάξεως όσο και οι ειδωλολάτρες κοιτάζουν τα είδωλά τους με φόβο αλλά και υπόληψη.
2.          Πολλοί από τους ενηλικιωμένους ανθρώπους παρομοιάζονται με τους μαθητές των πρώτων τάξεων, μολονότι αυτοί ονομάζονται ενίοτε φιλοσόφους ή μεμαθημένους. Μολονότι εργάζονται σκληρά, με τον ιδρώτα του μετώπου τους, μόλις καταφέρνουν να διαβάζουν συλλαβιστά το βιβλίο της φύσεως, αλλά δεν καταλαβαίνουν με κανένα τρόπο το νόημα και την σημασία των γραμμάτων του αλφαβήτου της φύσεως. Ο μορφωμένος άνθρωπος διαβάζει τα γράμματα ακόμα και χωρίς να σκέπτεται σ’αυτά και αμέσως καταλαβαίνει την σημασία των λέξεων. Από την άλλη μεριά ο δάσκαλος υποχρεούται να επιβάλει σοβαρούς πειθαναγκασμούς για να μαθαίνει τον μαθητή να διαβάζει όχι «κατά τις συλλαβές», αλλά «κατά το νόημα». Το να σκύβεις μπροστά στην φύση είναι το ίδιο με το να γέρνεις επάνω στα γράμματα. Η είδωλοποίηση της φύσεως αποτελεί όμως έργο των μεγάλων παιδιών. Ρωτήστε τους τι σημασία έχουν τα πράγματα και τα γεγονότα και θα σας κοιτάξουν με την ίδια έκπληξη που δείχνει ο μαθητής της πρώτης τάξεως όταν τον ρωτά κανείς για το νόημα της λέξεως που μόλις διάβασε.
3.          Επομένως μπορούμε να ισχυρισθούμε ότι: οι άνθρωποι που δεν γνωρίζουν το αλφάβητο προσκυνάνε ένα είδωλο, ενώ οι μορφωμένοι προσκυνάνε το πνεύμα. Για τους πρώτους τα φυσικά φαινόμενα είναι υλικά και η πραγματικότητά τους εκφράζεται εξωτερικά με το μέγεθος, με το χρώμα, με την ονομασία ή με διάφορες άλλες σχέσεις. Για την δεύτερη κατηγορία, τα πράγματα και τα φυσικά φαινόμενα αποτελούν σύμβολα, συμβατικά σημεία που περιγράφουν τον πνευματικό κόσμο και η πνευματική πραγματικότητα σημαίνει νόημα, ζωή και υπαρξιακή δικαίωση αυτών των συμβόλων.
4.          Γι’αυτά μίλησε με θαυμαστό τρόπο ο Άγ. Συμεών ο Νέος Θεολόγος: «Όποιος έχει συμμετοχή με το Άγιο Πνεύμα, εκείνος ανανεώνεται εξ ολοκλήρου, αποκτά μάτια και νέα αυτιά. Ένας παρόμοιος άνθρωπος δεν κοιτάζει πλέον τα πράγματα όπως ένας απλός άνθρωπος, αλλά ομοιάζει σ’εκείνο που διαθέτει ευαίσθητη κατανόηση όταν προσέχει τους ανθρώπους και θεωρεί αισθητά την σωματική δημιουργία. Και γεμάτος πνευματικότητας προσέχει τα σύμβολα της αόρατης δημιουργίας.» Αυτός είναι ο άνθρωπος που αισθάνεται πνευματικά. Ένας παρόμοιος άνθρωπος διαβάζει το βιβλίο της φύσεως όχι συλλαβίζοντας, όπως αρχίζει το παιδί της πρώτης τάξεως, αλλά «κατά το νόημα», διεισδύοντας στην έννοια, στην σημασία.
5.          Ο άγ. Μάξιμος ο Ομολογητής εκφράζει αναλογικά τα ίδια πράγματα όταν λέει: «Ολόκληρος ο νοητός (πνευματικός) κόσμος εμφανίζεται μυστικά δια μέσου του πίνακα των συμβόλων στον αισθητό κόσμο, για εκείνους που έχουν μάτια για να θεωρούν! Ολόκληρος ο αισθητός κόσμος είναι κρυμμένος στον πνευματικό κόσμο». Όσοι έχουν μάτια για να δουν, ας κοιτάξουν. Σημαίνει λοιπόν ότι οι μορφωμένοι μπορούν να διαβάζουν «κατά το νόημα» ή, με άλλα λόγια, ότι εκείνος που κατέχει την πνευματική όραση μπορεί να δει με τα πνευματικά μάτια, και όχι μόνο με τα σωματικά μάτια.
6.          Ο αγ. Απόστολος Παύλος μιλά κατ’αυτό τον τρόπο για το θέμα αυτό: «Το γράμμα σκοτώνει, αλλά το πνεύμα ζωογονεί» (Β΄ Κορ. 3, 6), ή «βλέπουμε γαρ άρτι δι’εσόπτρου εν αινίγματι, τότε δε πρόσωπον προς πρόσωπον» (Α΄ Κορ. 13, 12). Και λίγο παρακάτω ακόμη εμφανέστερα: «Μη σκοπούντων ημών τα βλεπόμενα, αλλά τα μη βλεπόμενα. Τα γάρ βλεπόμενα πρόσκαιρα, τα δε μη βλεπόμενα αιώνια» (Β΄ Κορ. 4, 18).
7.  Από τα παραπάνω συνάγεται ότι εκείνος που διαβάζει και εννοεί χωρίς πνεύμα το βιβλίο της φύσεως, εκείνος διαβάζει για τον θάνατο, θεωρεί τον θάνατο, δέχεται τον θάνατο. Και εκείνος που βλέπει την φύση και την δέχεται ως υλικό πράγμα και όχι ως αισθησιακή αντανάκλαση στο καθρέφτη του πνεύματος, εκείνος δεν βλέπει περισσότερο από τον μαθητή της πρώτης τάξεως. Παρόμοιοι ήσαν, λόγου χάριν, οι υποστηρικτές της φυσιολογικής φιλοσοφίας, αρχίζοντας με τους αρχαίους Έλληνες και κλείνοντας  με τους σύγχρονους τευτονικό-Λατίνους φιλοσόφους. Εκείνος είναι πράγματι ένας αδαής, ένας ειδωλο-προσκυνητής χωρίς αμφιβολία και τον οποίο όλη η επιστήμη του τον οδηγεί προς τον συλλαβισμό και την ειδωλολατρία των γραμμάτων, χωρίς όμως κανένα νόημα. Η πνευματική πραγματικότητα ανήκει στην αιωνιότητα, και τα σύμβολα αυτής της πραγματικότητας ανήκουν στον αιώνα τούτο.
8.  Και για την σκηνή της Παλαιάς Διαθήκης, της οποίας δημιουργός ήταν ο Μπετσαλεέλ, αυτός, γεμάτος από το Πνεύμα του Θεού, την έκτισε «εις τύπον και  εις σκιάν των πνευματικών και αρχετύπων, που είναι εις τους ουρανούς» (Εβρ. 8, 5), κατά το σχέδιο που ο Κύριος παρέδωσε στον Μωϋσή στο όρος Σινά. Όμως η σκηνή εξαφανίσθηκε με τον ερχομό του Χριστού, όπως ακριβώς εξαφανίζονται μπροστά στα μάτια μας τα γράμματα όταν γνωρίζουμε την σημασία τους. Όταν εμφανίζεται η πραγματικότητα, το σύμβολο αυτής της  πραγματικότητας  εξαφανίζεται. Ο ερχομός του Κυρίου διεύρυνε συμβολικά τον πνευματικό κόσμο του ανθρωπίνου σύμπαντος. Μέχρι τον ερχομό του Χριστού, το σύμπαν καθ’ολοκληρίαν  λειτουργούσε «υποδείγματι και σκιά των επουρανίων».
9.  Μπορούμε να ισχυρισθούμε ότι ο Χριστός χρησιμοποίησε με ευρύτητα τα σύμβολα από την φύση για την εξήγηση της πνευματικής πραγματικότητας που απεκάλυψε στον κόσμο. Όταν τριγύρω Του συγκεντρώθηκαν πλήθη λαού «ο Κύριος άνοιξε το στόμα Του και τους μίλησε σε παραβολές». Η αντίστοιχη σλαβική λέξη, όπως και η ελληνική λέξη «παραβολή», σημαίνει αλληγορική ηθική διήγηση, διδασκαλία με παραδείγματα από συνηθισμένα γεγονότα, που έχουν εμφανές νόημα στον κόσμο των αισθήσεων, αλλά η κυρίως σημασία της διηγήσεως αυτής βρίσκεται όμως στον τομέα της πνευματικής πραγματικότητας, στην πνευματική βασιλεία. «Δια τουτο εν παραβολαίς αυτοίς λαλώ, ίνα βλέποντες μη βλέπωσι, και ακούοντες μη ακούωσι μηδέ συνώσι… επαχύνθη γαρ  η καρδία του λαού τούτου» (Ματθ. 13, 11-15). Επομένως η «πάχυνση της καρδιάς» σημαίνει ότι η πνευματική όραση έκλεισε ή ότι η καρδιά είναι πνευματικά τυφλή. Όμως η πνευματική όραση συμπεριλαμβάνει όλα εκείνα που η επιστήμη ονομάζει κατά ασαφή τρόπο «υποσυνείδητο», «διαίσθηση» κλπ.
10.          «Υμίν δέδοται γνώναι τα μυστήρια της βασιλείας των ουρανών» (Ματθ. 13, 11). Έτσι μίλησε ο Χριστός προς τους κοντινούς μαθητές Του. Από πού δώθηκε σ’αυτούς η γνώση αυτή; Από Χριστό τον ίδιο. Αυτός ανέλαβε από την καρδιά τους το ψηλαφητό σκότος και άνοιξε την πνευματική τους όραση, ώστε αυτοί έγιναν ικανοί να  δουν άμεσα την πνευματική πραγματικότητα, χωρίς παραβολές και σύμβολα, όπως ο Αδάμ πριν από την πτώση του. Διότι ο Αδάμ γνώριζε στον Παράδεισο κατά τέλειο και επιδέξιο τρόπο την σημασία όλων των δημιουργημάτων του Θεού. Και έτσι ο Αδάμ μπόρεσε να δώσει όνομα σε οποιοδήποτε πλάσμα, σύμφωνα με την πνευματική του πραγματικότητα ή σύμφωνα με το συμβολικό νόημά αυτού. Δεν ήταν ο Δημιουργός εκείνος που έδωσε ονόματα στα όντα, αλλά «θα έφερε μπροστά στον Αδάμ για να ιδεί πως αυτός θα τα ονοματίσει». Και ο Αδάμ έδωσε με ακρίβεια «ονόματα σε όλα τα κτήνη και σε όλα τα πετεινά του ουρανού και σε όλα τα θηρία του αγρού» (Γεν. 2, 19-25).
11.          Οι στοχαστές και οι ματεριαλιστές, άνθρωποι με σκληραμένη την καρδιά τους, φαίνονται να λένε ότι το να ονοματίζεις τα ζωντανά όντα αποτελεί ασήμαντη ενασχόληση, χωρίς αξία. Ασφαλώς αυτό δεν αποτελεί ένα πολύ σημαντικό γεγονός, εάν προϋποθέτουμε ότι ο Αδάμ ονομάτισε τα ζωντανά όντα με την ίδια ευκολία και απερισκεψία  με την οποία οι σημερινοί ματεριαλιστές ονομάζουν τα σκυλιά ή τα άλογά τους, λησμονώντας έπειτα αμέσως τα ονόματά τους. Κατά το ίδιο τρόπο ο Αδάμ ονόμαζε τα ζωντανά όντα, αλλά με βαθιά και ακριβή κατανόηση της πνευματικής πραγματικότητας. Και την εργασία αυτή που τυγχάνει εξαιρετικά δύσκολή για τον αμαρτωλό άνθρωπο, ο Αδάμ την έκανε με ευκολία και αρκετά γρήγορα. Ο Αδάμ έλαβε υπόψη του όλα τα σύμβολα των πραγμάτων, διότι στον ίδιο δόθηκε η χάρη να γνωρίσει τα πράγματα και χωρίς σύμβολα, να θεωρεί την καθαρή καρδιά τους σαν κρύσταλλο στον Δημιουργό και δια μέσου του Δημιουργού τους. Την δυνατότητα αυτή θεώρησης και διείσδυσης  στην ουσία των πραγμάτων ανανέωσε ο Σωτήρας Χριστός στους κοντινούς Του μαθητές, αλλά η ανανέωση αυτή δεν συντελέσθηκε απότομα, αλλά σταδιακά, βήμα με βήμα επί μακρόν καθάρσεως και ενστάλαξης σοφίας και εν τέλει δια κοινωνία του Αγίου Πνεύματος.
12.          Η ποιότητα αυτή που κατείχε ο Αδάμ, η δυνατότητα δηλαδή να θεωρεί την πραγματικότητα χωρίς σύμβολα, ποιότητα την οποία ο Αδάμ έχασε όμως μετά την πτώση του, οι άγιοι Απόστολοι την δέχθηκαν εκ νέου και ο Κύριος την χάρισε και σ’εμάς τους χριστιανούς. Και όλοι εμείς οι χριστιανοί θα διατηρούσαμε την θαυμαστή αυτή ιδιότητα των προπατόρων και των Αποστόλων της διαίσθησης δηλαδή και της ακριβούς αντιλήψεως της αλήθειας αφού μετά τον εκχριστιανισμό μας παραμείναμε σε αναμαρτησία. Οποιαδήποτε αμαρτία όμως  μας κάνει να χαμηλώνουμε όλο και πιο κάτω από εντροπή το βλέμμα μας, γυρίζοντας έτσι το κοίταγμά μας από τον ουρανό προς την γη και από τον Δημιουργό προς την άβυσσο. Κάνοντας την αμαρτία, τρέχουμε και κρυβόμαστε από το πρόσωπο του Θεού, όπως ο Αδάμ, ο οποίος αμαρτάνοντας «κρύφθηκε ανάμεσα στα δένδρα του παραδείσου» (Γεν. 3,8). Εμείς αποσιωπούμε και κρυβόμαστε και συνεχίζουμε να αμαρτάνουμε μέχρις ότου η φύση που μας περιβάλλει, ο αθέλητος αγγελιοφόρος  και « ξεσκεπαστής» μας γίνεται για μας θεότητα στην θέση του Θεού, δηλαδή έως ότου εμείς σταδιακά παύουμε να δούμε την αλήθεια, την πραγματικότητα, χωρίς να παρατηρούμε την αλλαγή της συμβολικής της αλήθειας. Με άλλα λόγια, όταν τα όμματα της καρδιάς μας γίνονται  τυφλά, παραδινόμαστε τελείως όπως τα ζώα στα μάτια των αισθήσεων και αυτά μας καθοδηγούν. Και τότε εκπληρώνεται η ρήση που λέει: «τυφλός οδηγεί τυφλόν».
13.          Ο Χριστός είπε και τα ακόλουθα: «Το πνεύμα εστί το ζωοποιούν, η σάρξ ουκ ωφελεί ουδέν» (Ιω. 6, 63). Όχι μόνο το σώμα του ανθρώπου, αλλά και οποιοδήποτε σώμα του κόσμου τούτου, από μόνο το εαυτό του, δεν στέκεται καθόλου. Το σώμα μπορεί μα σημαίνει κάτι κατά την ροή της ζωής, αλλά μόνο κατά την περίπτωση που το Άγιο Πνεύμα το διαλέγει ως εργαλείο Του, ως σύμβολό Του. Το Πνεύμα είναι η πραγματικότητα, το σώμα αποτελεί το σύμβολο του Πνεύματος. Ο Βασιλιάς είναι βασιλιάς, ενώ ο τάφος του βασιλέως είναι ένας τάφος.  Χάνοντας κάποιος το νόημα αυτών των λέξεων, ποιος θα μπορούσε να αρνηθεί το ίδιο το πρόσωπο του βασιλέως, εάν δεν αναγνωρίζει τον τάφο του; Δυστυχώς όμως βρίσκουμε και στην εποχή μας πολλούς παρόμοιους αξιοθρήνητους ανθρώπους. Ασφαλώς δεν θα αναγνωρίζαμε κανένα σφάλμα εάν ζούσαμε την εποχή του βασιλέως Ναβουκοδονόσορ, που έζησε χίλια χρόνια πρίν από την γέννεση του Χριστού, και όχι την εποχή των χριστιανών βασιλέων που μας χωρίζουν είκοσι πέντε αιώνες από την εποχή του ειδωλολάτρη Ναβουκοδονόσορ! Διότι εμείς οι χριστιανοί δεν πρέπει να μοιάζουμε στους ειδωλολάτρες, ούτε στους σύγχρονούς μας ειδωλολάτρες που στερούνται οποιασδήποτε διδασκαλίας, μολονότι μπορούν να φοράνε βασιλικό στέμμα ή μαντύα διδασκάλου.  Εμείς πρέπει να καταλάβουμε πως ο Θεός μας αποκάλυψε την Αλήθεια και ότι εμείς γνωρίζουμε την Αλήθεια. Να προσπαθήσουμε λοιπόν ασταμάτητα να συνειδητοποιήσουμε το γεγονός αυτό!

Μετάφραση: π. Ηλίας Φρατσέας
«ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ» Ἀριθ. Φύλλου  91
Ἰανουάριος  2010

[1]. Το παρόν κείμενο αποτελεί απόσπασμα από το βιβλίο του «Σύμβολα και σημεία» που δημοσιεύθηκε το έτος 1932.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου