Η ΠΤΩΣΗ ΤΩΝ ΠΡΩΤΟΠΛΑΣΤΩΝ ΧΩΡΙΣΕ ΤΗΝ ΑΝΘΡΩΠΟΤΗΤΑ ΣΕ ΔΥΟ ΦΥΛΑ
Συνεχίζοντας μὲ φόβο
Θεοῦ καὶ πολλὴ προσοχὴ νὰ ἐμβαθύνουμε στὴ συσκιασμένη ἐξιστόρηση τῆς Ἁγίας Γραφῆς
γιὰ τὴ δημιουργία τοῦ ἀνθρωπίνου γένους διαπιστώνουμε πὼς ἡ διχοτόμηση τῆς ἀνθρωπίνης
φύσεως σὲ δύο φύλα ἦταν ἀποτέλεσμα τῆς πτώσεως τῶν πρωτοπλάστων καὶ ὄχι θέλημα καὶ
εὐδοκία τοῦ Θεοῦ.
Αὐτό,
ἴσως, ἠχεῖ παράξενα στὰ αὐτιά μας ἀλλὰ εἶναι πέρα γιὰ πέρα ἀληθινὸ καὶ γι’ αὐτὸ
μᾶς προσφέρει τὴ δυνατότητα νὰ λύσουμε πολλὰ καὶ συσσωρευμένα προβλήματα, πάνω
στὰ ὁποῖα προσκρούει καθημερινὰ ἡ ζωὴ τῶν ἀνθρώπων.
Ἂς
συλλαβίσουμε, ὅμως, προσεκτικὰ τὸ κείμενο τῆς Γενέσεως γιὰ νὰ βεβαιωθοῦμε γιὰ τὸ
ἀληθὲς τοῦ λόγου: «Καὶ εἶπεν ὁ Θεός· ποιήσωμεν ἄνθρωπον
κατ’ εἰκόνα ἡμετέραν καὶ καθ’ ὁμοίωσιν καὶ ἀρχέτωσαν τῶν ἰχθύων τῆς
θαλάσσης καὶ τῶν πετεινῶν τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῶν κτηνῶν καὶ πάσης τῆς γῆς καὶ
πάντων τῶν ἑρπετῶν τῶν ἑρπόντων ἐπὶ τῆς γῆς» (1, 26). Ἀπὸ τὴν ἀνάγνωση τοῦ
κειμένου αὐτοῦ διαπιστώνουμε ὅτι θέλημα καὶ εὐδοκία τοῦ Θεοῦ ἦταν ἡ δημιουργία ἀνθρωπίνων
προσώπων ἰσοτίμων μεταξύ τους, τὰ ὁποῖα θὰ ἄρχουν ἀπὸ κοινοῦ σὲ ὅλη τὴν
κτίση ἰσότιμα, χωρὶς διάκριση ἀνωτέρου καὶ κατωτέρου.
Τὸ
θέλημα αὐτό, ἡ εὐδοκία δηλαδὴ τοῦ Θεοῦ, ἔγινε πραγματικότητα: «Καὶ ἐποίησεν ὁ
Θεὸς τὸν ἄνθρωπον, κατ’ εἰκόνα Θεοῦ ἐποίησεν αὐτόν, ἄρσεν καὶ θῆλυ ἐποίησεν αὐτούς.
Καὶ εὐλόγησεν αὐτοὺς ὁ Θεὸς λέγων αὐξάνεσθε καὶ πληθύνεσθε καὶ πληρώσατε τὴν γῆν
καὶ κυριεύσατε αὐτῆς καὶ ἄρχετε τῶν ἰχθύων τῆς θαλάσσης καὶ τῶν πετεινῶν
τοῦ οὐρανοῦ καὶ πάντων τῶν πτηνῶν καὶ πάσης τῆς γῆς καὶ πάντων τῶν ἑρπόντων ἐπὶ
τῆς γῆς» (1, 27-28).
Τὸ
ἀνθρώπινο γένος, λοιπόν, σύμφωνα μὲ τὸ Ἱερὸ Κείμενο, πλάσθηκε κατ’ εἰκόνα Θεοῦ,
ἀρχικὰ σὲ δύο πρόσωπα, μὲ τὴν δυνατότητα αὐτὰ τὰ πρόσωπα νὰ αὐξηθοῦν καὶ
νὰ πληθυνθοῦν στὸ μέλλον, πάντοτε, ὅμως, ἰσότιμα μεταξύ τους καὶ χωρὶς διάκριση
φύλου.
«Ἡ
ἀναφορὰ σὲ «ἄρσεν» καὶ «θῆλυ» δὲν ὑπονοεῖ διάκριση φύλων ἀλλὰ
μόνο διάκριση προσώπων μὲ ἰδιαίτερα ὑποστατικὰ ἰδιώματα, κατ’ εἰκόνα τῶν
Θείων Προσώπων, τὰ ὁποῖα στεροῦνται φύλου καὶ διακρίνονται μόνο ἀπὸ τὰ ὑποστατικὰ
ἰδιώματα Καθενός ἀπὸ Αὐτά.
Ἐξ
ἄλλου κανεὶς δὲν θὰ μποροῦσε νὰ ἰσχυρισθῆ ὅτι ὑπάρχει ἀνδρικὸ καὶ γυναικεῖο «κατ’
εἰκόνα»(!), ἀλλ’ οὔτε νὰ ἐξηγήση τὴν ταυτότητα τῶν ἐνεργειῶν καὶ τῶν
διακονημάτων τοῦ Ἀδὰμ καὶ τῆς γυναίκας (τὸ ὄνομα Εὔα δόθηκε μετὰ τὴν πτώση) πρὸ
τῆς πτώσεώς τους, δεδομένου ὅτι τὸ Ἁγιογραφικὸ κείμενο καταγράφει τὶς κοινές
τους ἁρμοδιότητες ὁρίζοντας πὼς ὁ Θεὸς ἀνέθεσε καὶ στοὺς δύο νὰ ἄρχουν ἐπὶ τῆς
κτίσεως καὶ δὲν ἀνέθεσε αὐτὸ μόνο στὸν Ἀδάμ, κάτι τὸ ὁποῖο σαφῶς
διαφοροποιεῖται μετὰ τὴν πτώση τους.
Τὸ
ὅτι δὲν εἶναι εὐδοκία τοῦ Θεοῦ ἡ διχοτόμηση τοῦ ἀνθρωπίνου γένους σὲ φύλα ἀλλὰ
παραχώρηση τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴν ἀνόρθωση τῶν ἀνθρώπων ἀπὸ τὴν πτώση τους, φαίνεται καὶ
ἀπὸ τὰ λόγια τοῦ Ἁγίου Ἀποστόλου Παύλου ἀλλὰ κυρίως ἀπὸ τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ. Ὁ
μὲν ἅγιος Ἀπόστολος μᾶς διακηρύσσει ὅτι «οὐκ ἔνι ἄρσεν καὶ θῆλυ πάντες γὰρ ὑμεῖς
εἷς ἐστε ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ» (Γαλ. 3, 28), ὁ δὲ Κύριός μας εἶπε σαφῶς ὅτι οἱ ἄνθρωποι
«ἐν γὰρ τῇ ἀναστάσει ὡς ἄγγελοι Θεοῦ ἐν οὐρανῷ εἰσί» (Ματθ. 22, 30). Καί,
βεβαίως, κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ ἰσχυρισθῆ ὅτι οἱ Ἄγγελοι διακρίνονται σὲ φύλα!
* * *
«Ἡ
πτώση τῶν πρωτοπλάστων ἔχει σὰν συνέπεια τὴ διάσπαση τοῦ ἀνθρωπίνου γένους καὶ
τὸ ἀπειλεῖ μὲ ἀφανισμὸ ἀλλὰ ὁ Θεὸς μὲ τὴν πανσοφία καὶ τὴ φιλανθρωπία Του δὲν ἀφήνει
τὰ πλάσματά Του νὰ ἐξοντωθοῦν καὶ νὰ χαθοῦν γιὰ πάντα. Γι’ αὐτὸ τοὺς ὁρίζει
ξεχωριστὰ διακονήματα, κατάλληλα γιὰ τὴν ψυχικὴ κατάσταση τοῦ καθενὸς καὶ
καθιστᾶ ἐμφανῆ τὴ διαφορὰ τοῦ ψυχικοῦ τους κόσμου καὶ στὸ σῶμα τους, ντύνοντας
τὸν Ἀδὰμ καὶ τὴν Εὔα μὲ τοὺς «δερματίνους
χιτῶνες», (Γεν. 3, 21) οἱ ὁποῖοι εἶναι προσωρινοί, μόνο γιὰ τὴν ἐπίγεια
ζωὴ καὶ ἔχουν ἐπάνω τους τὰ χαρακτηριστικὰ τοῦ φύλου, μέσω τοῦ ὁποίου θὰ
πραγματώσουν ἐπὶ τῆς γῆς τὸ ἀναλογοῦν σ’ αὐτοὺς διακόνημα.
Οἱ
«δερμάτινοι χιτῶνες» δὲν εἶναι αὐτὸ καθ’ ἑαυτὸ τὸ σῶμα μας ἀλλὰ τὸ φθαρτὸν τοῦ
σώματός μας, μὲ τὸ ὁποῖο, σὺν τοῖς ἄλλοις, γίνονται πράξη καὶ τὰ πάθη τῆς ψυχῆς
μας καὶ γι’ αὐτοὺς τοὺς «δερματίνους χιτῶνες» ὁμιλεῖ ὁ ἅγιος Παῦλος λέγοντάς
μας «νεκρώσατε οὖν τὰ μέλη ὑμῶν τὰ ἐπὶ τῆς γῆς», τὰ ὁποῖα οὕτως ἢ ἄλλως θὰ
παύσουν μετὰ θάνατον νὰ ὑπάρχουν, δηλαδὴ τὰ μέλη ἐκεῖνα μὲ τὰ ὁποῖα ἐπιτελοῦμε «πορνείαν,
ἀκαθαρσίαν, πάθος, ἐπιθυμίαν κακήν» (Κολ. 3, 5). Τὰ μέλη αὐτὰ πρέπει νὰ νεκρωθοῦν
ἀπ’ αὐτὴ τὴ ζωὴ γιατὶ ὁπωσδήποτε θὰ καταργηθοῦν μὲ τὸν θάνατόν μας: «Τὰ βρώματα
τῇ κοιλίᾳ καὶ ἡ κοιλία τοῖς βρώμασιν· ὁ δὲ Θεὸς καὶ
ταύτην καὶ ταῦτα καταργήσει» (1 Κορ. 3, 13).
Καὶ
αὐτὴ ἡ κατάργηση σηματοδοτεῖ καὶ τὴν κατάργηση τῶν φύλων. Ὁριστικὰ καὶ ἀμετάκλητα
μὲ τὸν θάνατό μας.
Μὲ
τοὺς «δερματίνους χιτῶνες», λοιπόν, μετὰ τὴν πτώση, ἐμφανίζεται γιὰ πρώτη φορὰ
τὸ ἀνθρώπινο γένος διχοτομημένο, ὡς δύο φύλα καὶ ἔτσι ὁ Ἀδὰμ καὶ ἡ Εὔα
διαιώνισαν αὐτὴ τὴ διχοτόμηση, ἡ ὁποία θὰ διαρκῆ μέχρι τὴ συντέλεια τοῦ κόσμου.
* * *
Δυστυχῶς,
ὁ χριστιανικὸς κόσμος δὲν ἔχει ἐπικεντρώσει τὴν προσοχή του στὸ γεγονὸς ὅτι ἡ
διάκριση τῶν φύλων εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς πτώσεως καὶ θεωρεῖ ὅτι ἐξ ἀρχῆς ὁ Θεὸς
δημιούργησε δύο φύλα καὶ θέλημά Του εἶναι ἡ εἰς τοὺς αἰῶνες ὕπαρξη δύο φύλων.
«Ἡ
ἀπροσεξία αὐτὴ παρατηρεῖται καὶ στὸν Ὀρθόδοξο Χριστιανικὸ χῶρο μὲ ἀποτέλεσμα τὴ
δημιουργία πολλῶν ἐρωτηματικῶν ὡς πρὸς τὸ ποιὸ ἀπὸ τὰ δύο φύλα ἔχει ὑπεροχή,
ποιὸ εἶναι ἀνώτερο καὶ ποιὸ κατώτερο μὲ ἀποκορύφωμα τὸ ἐρώτημα τοῦ 20ου αἰῶνος ἂν
ὁ Θεὸς εἶναι... ἄνδρας ἢ γυναῖκα!
Τὸ
τραγικώτερο ὅλων δὲν εἶναι τὰ ἐρωτήματα ἀλλὰ ἡ ἀδιάκοπη πάλη καὶ ὁ πόλεμος
μεταξὺ τῶν δύο φύλων, μὲ ἀποτέλεσμα ἀντὶ τὰ δύο φύλα νὰ λειτουργήσουν ἑνωτικὰ
γιὰ νὰ συναντηθοῦν στὴν ἁγιότητα, ποὺ εἶναι τὸ μοναδικὸ «φύλο» τῆς ἀνθρωπίνης
φύσεως, ἐκδαπανῶνται στὴ φαγωμάρα, τὴ διαμάχη καὶ τὴν ἀλληλοεξόντωση!
«Ἡ
σύγχυση στὸ θέμα αὐτό, δυστυχῶς καὶ ἀνθρώπων τῆς Ἐκκλησίας, μεταδόθηκε καὶ
πολλαπλασιάσθηκε στοὺς κοσμικοὺς ἀνθρώπους μὲ ἀποτέλεσμα νὰ πυροδοτεῖται στὶς
μέρες μας μιὰ σφοδρότερη σύγκρουση, παρ’ ὅτι τὸ προσωπεῖο τῆς κοινωνίας μας
δείχνει πὼς ὁδεύει πρὸς μιὰ τάχα εἰρήνευση καὶ συνένωση ἀνδρῶν καὶ γυναικῶν.
«Ἡ
πυροδότηση μιᾶς, ἴσως, πρωτόγνωρης γιὰ τὴ σφοδρότητά της σύγκρουσης τῶν δύο
φύλων ἐπιβεβαιώνεται καὶ μὲ τὸ πολύκροτο καὶ πολυδιαβασμένο βιβλίο τῶν ἡμερῶν
μας «Κώδικας Da Vinci» τοῦ Dan
Brown, ποὺ ἀναμασᾶ καὶ ἀναμοχλεύει ὅλη τὴν πολεμικὴ τοῦ
παρελθόντος καὶ στὸ ὁποῖο, μεταξὺ τῶν ἄλλων, διαβάζουμε πὼς «ἡ δύναμη τοῦ
θηλυκοῦ καὶ ἡ ἱκανότητά του νὰ δίνη ζωὴ ἦταν κάποτε ἱερὲς ἔννοιες, ὅμως
στέκονταν ἐμπόδιο στὴν ἐνίσχυση τοῦ ρόλου τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ κυριαρχούνταν ἀπὸ
τοὺς ἄντρες καὶ ἔτσι τὸ ἱερὸ θηλυκὸ δαιμονοποιήθηκε καὶ χαρακτηρίσθηκε ἀκάθαρτο.
«Ἡ ἀνδροκρατούμενη κοινωνία, ὄχι ὁ Θεός, δημιούργησε τὸ μύθο τοῦ προπατορικοῦ ἁμαρτήματος,
σύμφωνα μὲ τὸν ὁποῖο ἡ Εὔα δαγκώνοντας τὸ Μῆλο τῆς Γνώσης, προκάλεσε τὴν ἔκπτωση
τοῦ ἀνθρωπίνου γένους ἀπό τὸν Παράδεισο. «Ἡ γυναίκα, κάποτε ἱερὴ δύναμη ζωῆς,
μετατράπηκε σὲ ἐχθρὸ τῶν ἀνθρώπων».
«Ἡ
ἀλήθεια εἶναι πὼς ἡ Ἐκκλησία ποὺ γνωρίζει καὶ ἀναφέρει ὁ ἁrown εἶναι ἡ
Ρωμαιοκαθολική, ἡ ὁποία ὄχι ἁπλῶς δὲν πρόσεξε ἀλλὰ καὶ διέστρεψε τὸ νόημα τοῦ βιβλίου τῆς Γενέσεως, μὲ
συνέπεια νὰ δαιμονοποιήση πράγματι τὴ γυναῖκα προκειμένου νὰ προστατεύση τὸν ἄνδρα!
«Ἡ
Ὀρθοδοξία δὲν ἀκολούθησε τὸν Ρωμαιοκαθολικισμὸ στὴ διαστροφή, οὔτε θεωρεῖ ὑπεύθυνη
τῆς πτώσεως μόνο τὴν Εὔα. Ὡστόσο, δίνοντας ἔμφαση στὴ μεταπτωτικὴ θεραπευτικὴ τῆς
ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου μέσω τῶν δύο φύλων, λησμονήσαμε ἐν τῷ μεταξὺ ἐμεῖς οἱ
πιστοί, κλῆρος καὶ λαός, ὅτι ἡ ἀρχικὴ κατασκευή μας εἶναι ἑνιαία καὶ γι’ αὐτὸ
πάψαμε νὰ ἀναζητοῦμε τὰ μυστικὰ ποὺ κρύβει τὸ κάθε φύλο ἀλλὰ ἀσχολούμεθα ὁ
καθένας μας μόνο μὲ τὸ φύλο του, πολεμῶντας –συνειδητὰ ἢ ἀσυνείδητα– τὸ ἄλλο
φύλο.
Στὸ
ἑπόμενο ἄρθρο, σὺν Θεῷ, θὰ προσπαθήσουμε νὰ δοῦμε πῶς ὁ Θεὸς θεραπεύει τὴν ἀνθρώπινη
φύση μοιράζοντάς την σὲ δύο φύλα καὶ γιατὶ ὁ καθένας μας ἔλαβε τὸ φύλο ποὺ
τελικὰ τὸν ὡφελεῖ νὰ βρῆ τὴν ὁλοκλήρωσή του.
πρωτ.
Βασίλειος Ε. Βολουδάκης
«ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ» Ἀρ.
Φύλλου 28
Νοέμβριος 2004
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου