ΚΑΤΑ ΠΩΣ ΦΑΙΝΕΤΑΙ,
ΕΙΜΑΣΤΕ
ΞΕΝΟΙ ΚΑΙ ΣΤΟΝ ΤΟΠΟ ΜΑΣ
Ἔχετε
πάρει εἴδηση ὅτι ὁ ρατσισμός στόν τόπο μας ἔχει ξεπεράσει κάθε ὅριο; Ὅτι ἔχουμε
χωριστεῖ σέ “ἀνώτερες” καί “κατώτερες” φυλές; Ὅτι ἀσκεῖται τρομοκρατία ἀπό τίς
“ἀνώτερες” πρός τίς “κατώτερες” φυλές; Ὄχι; Δέν τό ἔχετε καταλάβει; Τότε νά σᾶς
πῶ ἕνα ἀπό τά πολλά γεγονότα πού συμβαίνουν στό Δημοτικό σχολεῖο τῆς περιοχῆς
μας, γιά νά φρίξετε. Σημειωτέον ὅτι ἡ περιοχή μας, μαζί μέ τό Κολωνάκι καί τήν
Πλάκα, εἶναι ἀπό τίς παλαιότερες καί πιό ἀρχοντικές περιοχές τῆς Ἀθήνας. Καί ἄν
σέ μᾶς παρατηροῦνται τέτοια κρούσματα ρατσισμοῦ, φανταστεῖτε τί γίνεται στίς ὑποβαθμισμένες
περιοχές.
Μοῦ
διηγήθηκε λοιπόν, μιά μητέρα ὅτι τό παιδάκι της –τό ὁποῖο πηγαίνει στήν Τρίτη
Δημοτικοῦ– τῆς παραπονέθηκε πώς, ὑπάρχει στήν τάξη του ἕνα κοριτσάκι πού
συμβουλεύει τούς συμμαθητές του νά τό ἀπομονώνουν καί νά μή τό παίζουν. Ἡ
δασκάλα τους, ὡστόσο, ἀποθαρρύνει τό παιδάκι αὐτό νά παίζει μέ παιδιά ἄλλων
τμημάτων καί τοῦ συνιστᾶ νά κάνει φίλους ἀπό τή δική του τάξη!
Ἔτσι
στριμωγμένο καί ἀπομονωμένο ἀπό παντοῦ, τό παιδάκι κατέφυγε στή μητέρα του καί
ρώτησε τί πρέπει νά κάνει. Κι ἡ μητέρα του τό συμβούλεψε νά πλησιάσει τό
κοριτσάκι πού μοιάζει νά τό ἀντιπαθεῖ τόσο καί νά τό ρωτήσει γιατί δέν θέλει νά
γίνουν φίλοι.
Πράγματι,
τό παιδάκι πλησίασε τό “ἀντίπαλο” κοριτσάκι καί ζήτησε νά μάθει τήν αἰτία τῆς ἀπομόνωσής
του. Καί ἡ ἀπάντηση ἦταν: «ἐπειδή ἐσύ δέν ἔχεις τήν ἴδια θρησκεία μ’ ἐμᾶς!»...
Καί
τώρα, γιά πεῖτε μου σᾶς παρακαλῶ τά συμπεράσματά σας. Δέν σκέφτεστε ὅτι ἡ
ρατσιστική αὐτή συμπεριφορά ἀνήκει σέ μιά τάξη ἀπό Mλληνόπουλα, τά ὁποῖα
διώχνουν ἀπό τήν κοινωνική συνοχή τους ἕνα παιδάκι μεταναστῶν πού διαφέρει ἀπ’
αὐτά ὡς πρός τή γλῶσσα καί τή θρησκεία του; Δέν εἶστε ἕτοιμοι νά ἀγανακτήσετε
μέ τή ρατσιστική συμπεριφορά τῆς κοινωνίας μας πρός τούς ταλαίπωρους οἰκονομικούς
μετανᾶστες πού ἀναγκάζονται νά ὑποφέρουν τά πάνδεινα γιά μιά καλύτερη ζωή;
Σᾶς
πληροφορῶ, λοιπόν ὅτι, τό παιδάκι γιά τό ὁποῖο γίνεται λόγος ἀπομονώνεται
γιατί εἶναι παιδί Ἑλλήνων Ὀρθοδόξων, σ’ ἕνα σύνολο ξένων μουσουλμάνων καί
κάποιων ἐλάχιστων Ἑλλήνων ἀθέων! Καί τό ἴδιο ἀπομονωμένη εἶναι ἡ μητέρα
του, ἡ ὁποία ἔχει κάθε πρωΐ νά ἀντιμετωπίσει μιά κλειστή καί ἐχθρική
συμπεριφορά τῶν ὑπολοίπων μητέρων, οἱ ὁποῖες ἐπικοινωνοῦν μεταξύ τους στή γλῶσσα
τους, τόσο δυνατά καί μέ τέτοιο oφος, σάν νά προκαλοῦν κάποια Ἑλληνίδα μητέρα
νά ἀντιδράσει, ἤ νά τίς σχολιάσει ἀρνητικά. Κι οἱ Ἑλληνίδες μητέρες “λουφάζουν”
δειλιάζοντας. Κι ἡ δασκάλα, γιά νά μήν κατηγορηθεῖ γιά ρατσισμό, γίνεται
ρατσίστρια ὑποστηρίζοντας τά ξένα παιδιά σέ βάρος τῆς Ἑλληνικῆς μειονότητας.
Καί
σᾶς ἐρωτῶ: ὑπάρχει τόπος σ’ αὐτόν τόν κόσμο ὅπου ἐμεῖς οἱ Ἕλληνες δέν εἴμαστε μειονότητα;
Ὅταν πηγαίνουμε μετανᾶστες σέ ἄλλες χῶρες, τά παιδιά μας ἀπομονώνονται καί
ξεχωρίζονται, γιατί εἴμαστε ξένοι. Ὅταν ἔρχονται μετανᾶστες στή χώρα μας, τά
δικά μας παιδιά καί πάλι ἀπομονώνονται καί ξεχωρίζονται σάν ξένοι. Κι ἄν
τολμήσουμε νά διαμαρτυρηθοῦμε, μᾶς κατηγοροῦν γιά ρατσισμό. Ποιούς; Ἐμᾶς! Τή
μειονότητα. Ἐμᾶς πού εἴμαστε ξένοι παντοῦ ὅπου πᾶμε καί πού –κατά πῶς φαίνεται–
εἴμαστε ξένοι καί στόν τόπο μας!
Ἡ
λογική τοῦ κόσμου μας μοῦ φέρνει στό νοῦ τό ἀγαπημένο μου παραμύθι, πού λέει
γιά ἕνα μαχαραγιά πού ἦταν παιδικός φίλος μ’ ἕνα ζωγράφο. Ὅταν ἦταν ἀκόμη νέοι,
ὁ ζωγράφος ἔφυγε γιά νά γυρίσει τόν κόσμο καί νά μάθει τή ζωή. Ὑποσχέθηκε ὅμως
στό φίλο του τό μαχαραγιά ὅτι θά ἐπιστρέψει, προτοῦ πεθάνει, γιά νά τοῦ πεῖ τί
εἶδε καί τί ἔμαθε ἀπ’ τό ταξίδι του στόν μεγάλο κόσμο.
Πράγματι,
ὅταν πέρασαν τά χρόνια κι ἄσπρισαν τά μαλλιά τους, ὁ ζωγράφος γύρισε πίσω, κι ὁ
φίλος του ὁ μαχαραγιάς τόν περίμενε μέ πολλή λαχτάρα. «Πές μου, τί εἶδες στόν
κόσμο;» τόν ρώτησε ἀνυπόμονα.
Ὁ
ζωγράφος τότε ἄφησε νά ξετυλιχτεῖ στό πάτωμα ἕνα μεγάλο ρολλό ἀπό μουσαμᾶ πού
κρατοῦσε. Ὁ μουσαμάς εἶχε πάνω του ζωγραφισμένο ἕνα δρόμο!
«Αὐτό
εἶν’ ὅλο;» ρώτησε ἀπογοητευμένος ὁ μαχαραγιάς.
«Καλά,
ἀφοῦ δέν σοῦ φαίνεται ἀρκετό ...» ἀπάντησε ὁ ζωγράφος.
Πάτησε
πάνω στό μουσαμᾶ κι ἄρχισε νά περπατάει τό δρόμο, μέχρι πού χάθηκε στή
στροφή!...
Ἀπό
τότε πού μοῦ πρωτοδιηγήθηκαν τήν ἱστορία εἶχα τόν διακαῆ πόθο νά ἀκολουθήσω τά
βήματα τοῦ ζωγράφου πάνω στό δρόμο του. Τόν τελευταῖο καιρό ὅμως ἔχω τήν ἀνησυχία
μήπως ἡ στροφή μέ βγάλει καί πάλι στόν τόπο μας!
Νινέττα Βολουδάκη
«ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ» Ἀρ.
Τεύχους 90
Δεκέμβριος 2009
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου