Κυριακή 28 Σεπτεμβρίου 2014

ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ. ΕΝΑ ΘΕΜΑ ΤΑΜΠΟΥ (Διαβάστε το. Αξίζει τον κόπο)




ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ.
ΕΝΑ ΘΕΜΑ ΤΑΜΠΟΥ
Εἰσήγηση τοῦ Πρωτοπρεσβυτέρου π. Βασιλείου Ε. Βολουδάκη
Στό Στάδιο Εἰρήνης καί Φιλίας
Κυριακή 28 Σεπτεμβρίου 2008

Tό θέμα πού θά συζητήσουμε σήμερα εἶναι καθαρά πνευματικό. Καί εἶναι πνευματικό γιατί ἀφορᾶ ἄμεσα τήν ζωή τῆς Ἐκκλησίας, δηλαδή τή ζωή τῶν πιστῶν Χριστιανῶν. Τήν παροῦσα ζωή τους καί τήν μέλλουσα, ἀφοῦ πρόκριμα ἀλλά καί ἀποκλειστικό κριτήριο τῆς μελλούσης ζωῆς εἶναι ὁ τρόπος τῆς ζωῆς μας σ’ αὐτόν τόν κόσμο.
Πολλοί ἔχουν γράψει στό παρελθόν γιά τό θέμα «Ἐκκλησία καί Πολιτική». Καί πιστά παιδιά τῆς Ἐκκλησίας καί ἀρνητές τοῦ Χριστοῦ. Καί ἀξιόλογοι ἄνθρωποι ἀλλά καί ἄνθρωποι καιροσκόποι καί ὑστερόβουλοι. Ὡστόσο τό θέμα αὐτό «δυστυχῶς μέχρι σήμερον παραμένει ὡς σφάγιον εἰς σκοτόμαιναν μιᾶς πρωτοφανοῦς ἀγνοίας καί ἀδιαφορίας, παρά τήν σπουδαιότητα τήν ὁποίαν ἔχει τό ἐπίκαιρον τοῦτο καί σοβαρώτατον πρόβλημα».
Ἡ διαπίστωση αὐτή εἶναι τοῦ μακαριστοῦ καί ἁγίου Μητροπολίτου Ὕδρας κυροῦ Ἱεροθέου, ὁ ὁποῖος σέ ἐπιστολή πού μοῦ ἔστειλε στίς 2 Νοεμβρίου 2007,  μετά τήν δημοσίευση σχετικοῦ ἄρθρου μου, στό περιοδικό τοῦ Ἱ. Ν. Ἁγ. Νικολάου Πευκακίων «Ἐνοριακή Εὐλογία», ζητοῦσε μέ πολύ ἐνδιαφέρον νά γίνη εὐρυτάτη συζήτηση ὥστε νά φωταγωγηθῆ, ὅπως χαρακτηριστικά ἔγραφε, τό θέμα.
Ἡ ἐπιστολή τοῦ Ἁγίου Ὕδρας ἦταν γιά μένα πνευματική ἐπιβεβαίωση ὅτι ἔπρεπε νά συνεχίσω τήν ἀνάπτυξη τοῦ θέματος «Ἐκκλησία καί Πολιτική», σέ ὅλες τίς πτυχές του, διευρύνοντας τόν ὁρίζοντα τοῦ πρώτου μου ἄρθρου, τοῦ Ὀκτωβρίου 2007, ἕως ὅτου γίνη πασιφανές ὅτι τό θέμα αὐτό ἔχει διαστρεβλωθεῖ, μέ τήν πρωτοστασία τῶν πολιτικῶν καί τήν ἄγνοια, ὑποχωρητικότητα καί συνθηκολόγηση ἐκκλησιαστικῶν προσώπων.
Ἔτσι ἐπηκολούθησαν ἄλλα δύο ἄρθρα μου καί ἕνα Πνευματικό Συμπόσιο στίς 17 Φεβρουαρίου 2008 στό Πολεμικό Μουσεῖο, ὅπου καί ἐκεῖ ἔγινε εἰσήγηση  μέ θέμα: «Τά Πολιτικά Ὅρια τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ Ἑλλάδα τοῦ Καποδίστρια καί ἡ Ἑλλάδα σήμερα» καί ἐπηκολούθησε συζήτηση.
Ἔκτοτε, πολλοί ἄνθρωποι ἔδειξαν ἐνδιαφέρον καί μοῦ ζήτησαν νά συνεχισθῆ ἡ ἀνάλυση τοῦ θέματος, καί διότι διεπίστωσαν ὅτι ἀφορᾶ ἄμεσα τήν πνευματική τους ζωή ἀλλά καί γιατί συναντοῦσαν ἀντιδράσεις σέ σχετικές συζητήσεις τους ἐκ μέρους λαϊκῶν καί κληρικῶν, χωρίς, ὅμως, οἱ ἀντιδρῶντες καί ἀντιτιθέμενοι νά προβάλλουν σοβαρά ἐπιχειρήματα, παρεκτός “φωτοβολίδων” τοῦ τύπου «... δέν εἶναι ἔτσι!..», «Ποῦ γράφει στήν Ἁγία Γραφή γιά τήν Πολιτική;», «Ὁ Χριστός ἵδρυσε κόμμα;», «Ἐμεῖς οἱ κληρικοί δέν ἔχουμε θέση στήν πολιτική, ἀλλά μόνο νά κοιτάξουμε νά σώσουμε καμμιά ψυχούλα...» καί ἄλλα παρόμοια.
Ὅλα αὐτά μᾶς ὁδήγησαν στό σημερινό μας Συνέδριο, γιά νά συνεχίσουμε τή διερεύνηση καί συζήτηση τοῦ τόσο φλέγοντος καί ἐπικαίρου θέματος, μέ πιό συγκεκριμένο προσδιορισμό του· «Ἐκκλησία καί Πολιτική στήν Ἑλλάδα», πιστεύοντας ὅτι αὐτό, τό «στήν Ἑλλάδα», θά μᾶς βοηθήση στήν καλύτερη προσέγγισή του.
* * *
 Στήν Ἑλλάδα, ἀπό τήν ἀρχαιότητα, ἦταν ἀδιανόητος ὁ χωρισμός τῆς πίστεως τῶν ἀνθρώπων ἀπό τήν καθημερινή τους ζωή. Γι’ αὐτό καί ὅταν, ἀκόμη ἀγνοοῦσαν τόν ἀληθινό Θεό, πρίν ἀποκαλυφθῆ μέ τήν Ἐνσάρκωσή Του, τόν περίμεναν σωστά, ὡς σαρκωμένον καί ἀθάνατον ἄνθρωπο καί ὄχι ὡς ἰδέα, στοιχεῖο τῆς φύσεως, ζῶο ἤ πρᾶγμα.
Οἱ ἀρχαῖοι πρόγονοί μας ἤθελαν σχέση μέ τή Θεότητα, ζωή μέ τή Θεότητα. Μπορεῖ ὡς ἄνθρωποι μέ τά πάθη τους, στερημένοι ἀπό τή Θεία Χάρη, νά ἐπενόησαν Θεούς ἐμπαθεῖς, κατ’ εἰκόνα δική τους, ὡστόσο, αὐτό πού ἔχει σημασία εἶναι ὅτι ἤθελαν οἱ θεοί τους νά καλύπτουν ὅλες τίς ἀνθρώπινες δραστηριότητές τους καί ὅλες τίς ἀνθρώπινες ἐκφράσεις τους. Ζητοῦσαν, χωρίς νά ξέρουν, ποθοῦσαν, χωρίς νά ἔχουν διδαχθεῖ, τόν Θεό πού θά εἶναι ἡ ζωή τους. Αὐτό τούς ὁδήγησε νά ὑψώσουν βωμό «τῷ ἀγνώστῳ Θεῷ», γιατί ἔνοιωθαν ὅτι οἱ θεοί τους δέν εἶχαν τή δύναμη νά κορέσουν τόν πόθο τους γιά πληρότητα. Ἔνοιωθαν ὅτι Κάποιος Ἄλλος Θεός, πέρα ἀπό τίς ἀνθρώπινες μικρότητες, πρέπει νά ἔλθη καί νά γίνη ζωή τους.
Αὐτό τό διεπίστωσε εὐθύς ἀμέσως ὁ Ἅγιος Ἀπόστολος Παῦλος, ὅταν ἔφθασε στήν Ἀθήνα, καί γι’ αὐτό, ὅταν μίλησε στούς προπάτορές μας ἀπό τό βράχο τῆς Ἀκροπόλεως τούς εἶπε: «Ἄνδρες Ἀθηναῖοι, ὡς δεισιδαιμονεστέρους ὑμᾶς θεωρῶ». Δεισιδαιμονέστερος, θά εἰπῆ «βαθύτατα θρησκευόμενος», περισσότερο ἀπό κάθε ἄλλον λαό.
Οἱ ἀρχαῖοι πρόγονοί μας ἦσαν ἰσορροπημένοι, γιατί συνεχής μέριμνά τους ἦταν νά μετουσιώνουν τήν πίστη τους σέ καθημερινή ζωή, νά ζοῦν ὅπως τούς ὑπαγόρευε ἡ πίστη τους. Γι’ αὐτό καί  ἦσαν πανέτοιμοι πνευματικά γιά νά δεχθοῦν τήν φανέρωση τοῦ Ἀληθινοῦ Θεοῦ, ἀφοῦ καί ὁ Ἀληθινός Θεός δέν θέλει νά γίνη ἰδεολόγημα ἤ φόβητρο, ἀλλά θέλει νά γίνη ἡ καθημερινή Ζωή καί ἡ ἀναπνοή τῶν ἀνθρώπων.
Ἡ θρησκευτικότητα, ὡς κύριο συστατικό τῆς ὑπάρξεως τῶν προγόνων μας, φαίνεται καί ἀπό τόν συνοπτικό προσδιορισμό τοῦ Ἕλληνα μέ γνώμονα «τό ὅμαιμον, τό ὁμόθρησκον καί τό ὁμόγλωσσον», ὅπου τό «ὁμόθρησκον» ἔχει τήν πρυτανεύουσα θέση, ἀφοῦ αὐτό κατ’ ἐξοχήν διεμόρφωνε καί καθώριζε τό ἦθος καί τήν προσωπικότητά τους, μέ ἐκφραστικό ὄργανο τήν Ἑλληνική γλῶσσα.
Ἡ θρησκευτικότητα αὐτή, ὡς τρόπος ζωῆς, ἔδινε στούς ἀρχαίους προπάτορές μας τήν ἀκλόνητη πεποίθηση ὅτι ὑπερέχουν σέ πολιτισμό καί σέ ποιότητα ζωῆς ἐν σχέσει μέ τούς ἄλλους λαούς, γι’ αὐτό δέν ἐπηρεάσθηκαν ποτέ στό “πιστεύω” τους καί στήν συμπεριφορά τους ἀπό τό τί κάνουν οἱ πολλοί.
Οἱ πρόγονοί μας δέν ἦσαν κομπλεξικοί, οὔτε εἶχαν τό φόβο καί τόν τρόμο πού ἔχουν σήμερα οἱ ἄρχοντές μας, μήπως τἄχα  καί ἀπομονωθοῦμε διεθνῶς ἄν δέν εἴμαστε ὑπάκουα “τσιράκια” τῶν Μεγάλων, γιατί οἱ πρόγονοί μας εἶχαν ἤδη ἀπομονώσει ὅλους τούς λαούς, πού δέν μετεῖχαν στήν Ἑλληνική Παιδεία καί ζωή, κηρύσσοντας μέ τόν κατηγορηματικώτερο τρόπο τό «πᾶς μή Ἕλλην, βάρβαρος»!
Ἄν οἱ πρόγονοί μας ἀκολουθοῦσαν τή δική μας τακτική, θά εἶχαν γίνει προσάρτημα καί δορυφόροι τῶν τότε πανίσχυρων Περσῶν, ὅπως ἔχουμε γίνει ἐμεῖς σήμερα προσάρτημα τῆς Ἀμερικῆς καί παίγνιο τῆς Εὐρώπης, τῆς ὁποίας ἀκόμη καί οἱ ἐπιτελεῖς τοῦ ἀθλητισμοῦ μᾶς ὑβρίζουν ἀδιαμαρτύρητα, ἀφοῦ μᾶς ἔχει γίνει πλύση ἐγκεφάλου ἀπό τούς ἄρχοντές μας ὅτι εἴμαστε μικρός λαός καί δέν πρέπει νά μιλᾶμε!
Οἱ πρόγονοί μας, ὅμως, ποτέ δέν συσχέτισαν τήν ἀξία καί τήν ἀλήθεια μέ τό πλῆθος, καί γι’ αὐτό, ἄν καί ὀλιγάριθμοι, πολέμησαν ἀποτελεσματικά τήν βαρβαρότητα, καί ὄχι μόνο ἐμπόδισαν τήν συρρίκνωση τῶν συνόρων τους –πρᾶγμα πού γιά τούς Κυβερνῆτες μας σήμερα θεωρεῖται ἀπόλυτα φυσιολογικό καί ἀναμενόμενο(!)– ἀλλά ἐπεξέτειναν τήν Ἑλληνική κυριαρχία καί τόν Ἑλληνικό Πολιτισμό μέχρι τά βάθη τῆς Ἀσίας!
* * *
Μέ τό κήρυγμα τοῦ Ἀποστόλου Παύλου στήν Ἀθήνα ἔρχεται τό «φῶς τῆς Γνώσεως». Φανερώθηκε Ἐκεῖνος πού «ὡς Ἀχώρητος Θεός» ἔγινε τό πλήρωμα τοῦ πόθου τῶν γνησίων προπατόρων μας. Αὐτοί πού διψοῦσαν συνεχῶς νά ἀκούσουν «τί καινότερον», ἄκουσαν «τό μόνον καινόν ὑπό τόν ἥλιον» καί ἔλαβαν «ὕδωρ  ζῶν», γιά νά μή διψάσουν ποτέ πιά.
Αὐτοί, πού εἶχαν ἀπομονώσει ὅλους τούς λαούς ὡς βαρβάρους, δέχονται ἐλεύθερα, αὐθόρμητα καί ἐγκάρδια τήν Ἀποκάλυψη τοῦ Σαρκωθέντος Θεοῦ. Ὄχι βίαια καί δυναστικά, ὅπως τούς συκοφαντοῦν οἱ σημερινοί τἄχα πολιτισμένοι νεογενίτσαροι. Οἱ Πατέρες μας δέν ἦσαν ἀνθρωπάκια γιά νά πέσουν θύματα ἐκβιασμοῦ καί τρομοκρατίας. Οἱ πρόγονοί μας “δέν σήκωναν μύγα στό σπαθί τους”, γι’ αὐτό εἶναι ὑβριστές τῶν προγόνων μας αὐτοί πού ἰσχυρίζονται ὄψιμα πώς ὁ ἀρχαῖος κόσμος διά τῆς βίας δέχθηκε τόν Χριστιανισμό. Τόσο, λοιπόν,  σπουδαῖος, κατά τήν γνώμη τους, ἦταν ὁ Ἑλληνισμός, ὥστε ἔπεσε θῦμα ἐκβιασμοῦ καί τρομοκρατίας; Ἐμεῖς οἱ “λαπάδες” νεοέλληνες ἀνεχθήκαμε μόνο ἑπτά  χρόνια τήν δικτατορία καί τήν ἀποτινάξαμε, καί οἱ πρόγονοί μας, οἱ ἥρωες, ἦσαν τόσο δειλοί, τόσο φοβισμένοι καί ἀνόητοι, πού, τελικά, κάποιοι τούς καταπίεσαν, τούς κατανάγκασαν καί τούς ἔκαναν χριστιανούς;
Βεβαίως ὄχι! Ὁ Χριστιανισμός ἦταν ἡ ὁλοκλήρωση τῆς ψυχῆς καί τῆς ζωῆς τοῦ Ἕλληνα καί ἡ Ἐκκλησία ὁλόκληρος ὁ τρόπος τῆς ζωῆς του.
Μέ τήν Ἐκκλησία, ὁ ἄνθρωπος δέν ἔχει πιά καμμιά ἀνάγκη. Ἀφοῦ ἡ Ἐκκλησία τακτοποιεῖ καί ἱκανοποιοεῖ  καί τίς πιό λεπτεπίλεπτες ἀνάγκες τῆς ψυχῆς τῶν ἀνθρώπων, τά βιωτικά προβλήματα καί οἱ καθημερινές διευθετήσεις τῶν ἀνθρωπίνων πρακτικῶν ἀναγκῶν εἶναι πιά παιχνιδάκι. Τό δύσκολο εἶναι νά ἀναπαυθῆ καί νά χαρῆ ἡ ψυχή, τό εὔκολο εἶναι νά βρεθοῦν οἱ πρακτικές λύσεις γιά τά βιωτικά προβλήματα.
Ὁ Χριστός γίνεται «ὁ Ἐλευθερωτής τῶν ψυχῶν» καί οἱ Ἕλληνες εἶναι ἀπό τούς πρώτους ἀνθρώπους τῆς γῆς πού σπεύδουν νά ἐγκολπωθοῦν τήν Ἀλήθεια, πού εἶναι Πρόσωπο, καί ὄχι ἰδέα καί ἰδεολογία. Οἱ Ἕλληνες πρῶτοι ἀπό ὅλους τούς λαούς εἶχαν τίς πνευματικές προϋποθέσεις γιά νά ταυτίσουν τή ζωή τους μέ τόν Σαρκωθέντα Θεόν, τόν Δημιουργό «ὁρατῶν τε πάντων καί ἀοράτων».
Ὁ Σαρκωθείς Θεός, «Εἷς ὤν τῆς Ἁγίας Τριάδος», εἶναι Αὐτός πού ἔχει «πᾶσαν ἐξουσίαν ἐν οὐρανῷ καί ἐπί γῆς», τήν ὁποία φιλανθρώπως διαβιβάζει στήν Ἐκκλησία Του ὥστε νά ρυθμίζονται θεοπρεπῶς καί νά ἀντιμετωπίζονται ἐν δικαιοσύνῃ «τά ἐν τῷ λαῷ του συμβαίνοντα».
Ἔτσι, ἡ νέα ζωή, ἡ Ζωή τοῦ Χριστοῦ, διά τῆς Ἐκκλησίας Του εἶναι τό μοναδικά καινούργιο «ὑπό τόν ἥλιον». Νέο ἦθος ἀνθρώπων, γιατί ἀνέτειλε ἡ προοπτική ὄχι μόνο μιᾶς πρόσκαιρης εὐτυχισμένης ζωῆς ἀλλά ἡ «ἐπαγγελία ζωῆς αἰωνίου». Τώρα πιά, τό κάθε τι δέν ἀντιμετωπίζεται μέ γνώμονα τήν ἡμερομηνία λήξεως τῆς ἐπιγείου ζωῆς τοῦ κάθε ἀνθρώπου, ἀλλά μέ γνώμονα τό ὅτι ἡ παροῦσα ζωή εἶναι τό ἀποκλειστικό κριτήριο γιά τήν αἰώνια ζωή τοῦ ἀνθρώπου.
Οἱ χριστιανοί, πιά, Προπάτορές μας Ἕλληνες, ζοῦν ἀκόμα περισσότερο ἀπό πρίν, τήν ταύτιση τῆς πνευματικῆς μέ τήν καθημερινή τους ζωή. Γι’ αὐτό δέν ἀρκοῦνται στό νά εἶναι ἑνωμένοι μέ τούς Ποιμένες τους μόνο ὡς πρός τήν Διδαχή τοῦ Λόγου τοῦ Θεοῦ καί τήν Θεία Εὐχαριστία, ἀλλά νοιώθουν ἀνάγκη τους νά εἶναι ἑνωμένοι καί μέ τούς ἐν Χριστῷ ἀδελφούς τους καί νά ἔχουν «ἅπαντα κοινά». Θέτουν μπροστά στά πόδια τῶν Ἀποστόλων τά περιουσιακά τους στοιχεῖα, χωρίς αὐτοί νά τούς τό ζητήσουν, γιατί θεωροῦν ἀδιανόητο νά ἐμπιστεύονται στούς Ποιμένες τους τήν ψυχή τους, πού εἶναι ἡ αἰώνια ζωή τους, καί νά μήν τούς ἐμπιστεύονται τά πρόσκαιρα καί ὑλικά ἀποκτήματά τους.
Οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι, βεβαίως, δέν κράτησαν γιά πολύ αὐτή τήν ἁρμοδιότητα. Τήν ἁρμοδιότητα τῆς διευθετήσεως τῶν καθημερινῶν βιωτικῶν πραγμάτων. Διότι ἔκριναν ὅτι δέν εἶναι καλό νά δαπανῶνται σέ βιωτικές τακτοποιήσεις εἰς βάρος τοῦ μεγάλου πνευματικοῦ τους ἔργου.
Γι’ αὐτό, τήν ἁρμοδιότητα αὐτή τήν διεβίβασαν σέ «ἄνδρες πλήρεις Πνεύματος Ἁγίου», τούς ὁποίους ἐξέλεξαν οἱ πιστοί. Εἶναι ἄξια ὑπογραμμίσεως ἡ διατύπωση τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, μέ τήν ὁποία γίνεται σαφές ὅτι ἡ πηγαία ἐξουσία ἀνήκει στόν Χριστό καί στήν Ἐκκλησία Του καί ὅτι ἡ παραχώρηση τῆς διακονίας τῶν βιωτικῶν σέ πιστούς λαϊκούς δέν συνεπάγεται ἀπεμπόληση τῆς ἐξουσίας ἀπό τούς Ποιμένες ἀλλά ἁπλῶς παραχώρησή της: «Ἐκλέξασθε οὖν ἄνδρας μεμαρτυρημένους ἑπτά, οὕς ἡμεῖς καταστήσωμεν ἐπί τῆς χρείας ταύτης». Ἀκόμη καί ὁ ἀριθμός τῶν διακόνων τοῦ ἔργου προσδιορίζεται ἀπό τούς ἁγίους Ἀποστόλους ἀλλά καί ἡ εὐλογία καί ἡ ἐγκατάστασή τους γίνεται ἀπό τούς Ἀποστόλους.
Στίς Πράξεις τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων ἔχουμε τίς πρῶτες ἐκλογές μεταξύ τῶν πιστῶν, ὄχι γιά τήν ἀνάδειξη κληρικῶν, ἀλλά λαϊκῶν, γιά τίς βιωτικές ἀνάγκες τῆς χριστιανικῆς κοινότητος, ἀσχέτως ἄν αὐτή ἡ ἀρχική τους διακονία ἐξελίχθηκε ἀργότερα γιά κάποιους ἀπό αὐτούς καί σέ ἱερατικό λειτούργημα.
* * *
Οἱ Χριστιανοί ζοῦν πλέον στήν πληρότητα τῆς Ἐκκλησίας. Ζοῦν βέβαια καί στόν κόσμο πού τόν κυβερνοῦσαν δυνάστες, καταχραστές τῆς ἐξουσίας τοῦ Θεοῦ. Δέν τούς ἀνατρέπουν, ὅμως, ἀλλά καί δέν τούς ἐγκρίνουν. Δέν τούς ἀνατρέπουν γιατί ἦσαν τότε οἱ εἰδωλολάτρες πλειοψηφία, καί οἱ χριστιανοί ποτέ δέν ἀντιδροῦν εἰς βάρος μιᾶς ἤδη ἐγκατεστημένης σ’ ἕνα τόπο καί μέ τίς δικές της συνήθειες διαβιούσης πλειοψηφίας ἀνθρώπων, ἀλλά ἀντιδροῦν μόνον ὅταν ὡς χριστιανοί εἶναι  πλειοψηφία στόν τόπο τους καί ἡ μειοψηφία προσπαθεῖ διά τῆς βίας νά τούς ἐπιβληθῆ καί νά ἀνατρέψη τήν Πίστη καί τίς Παραδόσεις τους.
 Δέν τούς ἀνατρέπουν, λοιπόν, ἀλλά καί δέν τούς ἐγκρίνουν. Δέν κινοῦνται ἐναντίον τῶν τυράννων γιατί γνωρίζουν ὅτι ἡ Ζωή τοῦ Θεοῦ θά κυριαρχήση στόν κόσμο, ὄχι μέ τή βία ἀλλά μέ τόν πόθο καί τήν προσμονή τῶν ἀνθρώπων. Γνωρίζουν ὅτι ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀψευδής καί «ἰῶτα ἕν ἤ μία κεραία ἀπό τοῦ Νόμου» Του δέν θά μείνη ἀπραγματοποίητη. Γνωρίζουν ὅτι ὅσο καί νά ξεσηκωθοῦν οἱ ἄνεμοι τοῦ κακοῦ «Τό εὐαγγέλιον κηρυχθήσεται πάσῃ τῇ κτίσει». Οἱ Χριστιανοί ζοῦν στήν Ἐκκλησία, πού τῆς ἐδόθη ἄνωθεν «πᾶσα ἐξουσία ἐν οὐρανῷ καί ἐπί γῆς». Ἡ διατύπωση τοῦ Χριστοῦ «πᾶσα ἐξουσία καί ἐπί γῆς» εἶναι τόσο ἀπόλυτη, ὥστε δέν ἀφήνει περιθώρια νά νομίση κανείς ὅτι ἔχει ἀπό κάπου ἀλλοῦ κάποια ἄλλη ἐξουσία, παρεκτός ἄν τοῦ παραχωρηθῆ ἀπό τόν Ἔχοντα αὐτήν τήν «πᾶσαν ἐξουσίαν». Ὁ Χριστός μίλησε καί ἀκόμη πιό ἀπόλυτα καί συγκεκριμένα πρός τούς Μαθητάς Του καί πρός τούς διαδόχους τους: «Ὁ ἀκούων ὑμῶν, ἐμοῦ ἀκούει καί ὁ ἀθετῶν ὑμᾶς, ἐμέ ἀθετεῖ, ὁ δέ ἐμέ ἀθετῶν, ἀθετεῖ τόν ἀποστείλαντά με». Ὁ Χριστός, δηλαδή, ταυτίζει τόν Ἑαυτό Του μέ τήν Ἐκκλησία Του ὥστε κανείς, μά κανείς, νά μήν ἔχη πρόφαση νά διδάξη ἀντίθετα τούς ἀνθρώπους. Αὐτή ἡ ταύτιση τοῦ Χριστοῦ μέ τήν Ἐκκλησία Του εἶναι πού ἀφαιρεῖ ἀπό ὁποιονδήποτε ἄλλον, ὁποιασδήποτε μορφῆς ἐξουσία!
Τήν Εὐαγγελική Ἀλήθεια ὅτι «πᾶσα ἐξουσία ἐν οὐρανῷ καί ἐπί γῆς» ἀνήκει στόν Χριστό καί δι’ Αὐτοῦ στήν Ἐκκλησία Του, συνειδητοποιεῖ ὁ Μέγας Βασιλεύς καί Ἰσαπόστολος Ἅγ. Κωνσταντῖνος, εὐθύς μετά τήν κατήχησή του στόν χριστιανισμό, ἀρχικά ἀπό τήν μητέρα του ἁγ. Ἑλένη καί ἐν συνεχείᾳ ἀπό τόν πνευματικό του, ἅγιο Σίλβεστρο. Συνειδητοποιεῖ ὅτι ἡ Ὅντως Ἐξουσία δέν μπορεῖ νά ἀνήκη σέ κτίσματα, σέ ἀνθρώπους κτιστούς, ἀλλά ἀνήκει μόνο σ’ Ἐκεῖνον, τοῦ Ὁποίου ἡ Θεία καί Ἄκτιστη Ὑπόστασή Του εἶναι ἐπέκεινα τῆς ἀνθρωπίνης οὐσίας, δηλαδή πέρα ἀπό τήν ἀνθρώπινη φύση, καί ὅτι, κατά συνέπεια, ἡ ἀσκουμένη ἐπί γῆς ἐξουσία εἶναι παραχώρηση τῆς Οὐρανίου Πηγαίας ἐξουσίας.
Ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος ἀντιλαμβάνεται ὅτι, γιά νά γίνη χριστιανός ἄρχων, πρέπει νά ἀποδυναμωθῆ ἑκουσίως ἀπό τίς ἐξουσίες, πού τόν εἶχε ἐξοπλίσει ἡ εἰδωλολατρεία, σφετεριζομένη τήν ἐξουσία τοῦ Θεοῦ. Σημειωτέον ὅτι ὁ Αὐτοκράτωρ τότε ἦταν ὄχι μόνο ὑπέρτατος θρησκευτικός καί πολιτικός ἡγέτης ἀλλά θεός ἐπί τῆς γῆς! Εἶχε ἐξουσία ζωῆς καί θανάτου στούς ὑπηκόους του!
Ὁ Αὐτοκράτωρ Κωνσταντῖνος, ὡς χριστιανός πλέον, ἔστω καί ἄν δέν ἔχει ἀκόμη βαπτισθεῖ (γιατί θέλει νά δεχθῆ τό ἅγιο βάπτισμα στό τέλος τῶν βιωτικῶν μεριμνῶν καί ὑποχρεώσεών του, ἀφοῦ γι’ αὐτόν, ὅπως καί γιά κάθε συνειδητό χριστιανό, τό ἅγιο βάπτισμα εἶναι ἡ σπουδαιότερη ὑπόθεση τῆς ζωῆς του) κενώνεται, ταπεινώνεται μπροστά στόν Θεό, νοιώθοντας βαθειά τή Θεία προέλευση καί πηγή τῆς ἐξουσίας  καί συρρικνώνει τή δικαιοδοσία του μόνο στίς βιωτικές τακτοποιήσεις τῆς ζωῆς τῶν ἀνθρώπων. Ὁμολογεῖ ὅτι εἶναι Ἐπίσκοπος τῶν ἐκτός τῆς Ἐκκλησίας πραγμάτων καί ἀναγνωρίζει στούς Ἐπισκόπους τήν ἐξουσία τῶν ἐντός τῆς Ἐκκλησίας.
Διαχωρίζει τά διακονήματα σέ ἱερατικά καί κοσμικά καί ἀπαγορεύει στόν ἑαυτό του ὁποιαδήποτε παρέμβαση στή λατρεία, στή διδασκαλία καί στή διοίκηση τῆς Ἐκκλησίας.
Ἀναγνωρίζει στήν Ἐκκλησία χι μόνο τό δικαίωμα ἀλλά καί τήν ὑποχρέωση νά τόν διδάσκη, γνωρίζοντας ὅτι ὁ χριστιανός, εἴτε ἄρχων, εἴτε ἀρχόμενος, εἶναι παιδί τῶν Πνευματικῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι Μαθητής τῆς Ἐκκλησίας.
Ἀποτέλεσμα τῆς μαθητείας του αὐτῆς εἶναι ἡ ἀλλάγή τῆς νομοθεσίας μέ γνώμονα τό Ἱ. Εὐαγγέλιο καί τήν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας. Ἔτσι, τό Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ γίνεται νομοθεσία τῆς Αὐτοκρατορίας, δικαστικό ἦθος, περιεχόμενο τῆς Παιδείας, καθημερινή ζωή τῶν πολιτῶν. Ταυτίζεται ἡ πίστη μέ τήν καθημερινή ζωή.
Δέν ὑπολογίζει ὅτι οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι τῆς Αὐτοκρατορίας εἶναι ἀκόμη εἰδωλολάτρες. Γνωρίζει ὅτι ὁ ἄρχων πρέπει νά κάνη φανερό στούς ὑπηκόους του τό προσωπικό του πιστεύω καί νά ἄρχη μέ βάση αὐτό, γιατί ἔχει πνευματική εὐθύνη γιά τό ἦθος πού διδάσκει στόν λαό, ἀλλά δέν διώκει οὔτε ἀδικεῖ τούς εἰδωλολάτρες. Τούς ἀφήνει νά κινηθοῦν ἐλεύθερα στά πλαίσια τῆς Ἀνεξιθρησκείας, πού, μέ διαχρονική, δηλαδή, ἀπόλυτη δικαιοσύνη, καθώρισε.
Οἱ εἰδωλολάτρες, βέβαια, πολύ σύντομα ἀντελήφθησαν ὅτι δέν ἔχουν νά χάσουν ἀπό τήν χριστιανική συμπεριφορά, γιατί ἡ χριστιανική συμπεριφορά καί τό χριστιανικό ἦθος δέν περιμένουν τόν Εἰσαγγελέα γιά νά κρίνη τήν παρανομία, ἀφοῦ στόν χριστιανό λειτουργεῖ πρίν ἀπό κάθε τι ἡ συνείδησή του, πού τήν ἐλέγχει ἀδιάκοπα ὁ Παντεπόπτης Θεός. Οἱ εἰδωλολάτρες ἔβλεπαν καθαρά τό πόσο διαφέρει τό ἦθος τῶν χριστιανῶν καί διαπίστωναν ὅτι μποροῦσαν νά λένε πολλά εἰς βάρος τῆς χριστιανικῆς πίστεως, ἀλλά δέν μποροῦσαν νά διαψεύσουν κάτι χειροπιαστό καί αὐταπόδεικτο: Τό οὐράνιο ἦθος τῶν τότε χριστιανῶν!
Εἶπαν καί ἔγραψαν κάποιοι ὅτι ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος κινήθηκε ἀπό πολιτική σκοπιμότητα καί ἀσπάσθηκε τόν Χριστιανισμό. Αὐτοί, βέβαια, δέν ἔχουν τίποτε αὐθεντικό διαβάσει γιά τήν μεγάλη αὐτήν προσωπικότητα. Οὔτε τά πραγματικά ἱστορικά γεγονότα, οὔτε τά κείμενα καί τίς Προσευχές πού ἔγραψε στίς ἐγκάρδιες προσευχητικές του συνομιλίες μέ τόν Χριστό.
Ὡστόσο, ἐπειδή δέν θέλουμε νά ἐμπλακοῦμε σέ μιά διαδικασία ἀνώφελης ἀντιλογίας μέ ὅλους αὐτούς τούς προχειρολόγους, θά τούς ρωτήσουμε μόνο ἄν ὁ ἰσχυρισμός τους ἐπαληθεύεται ἀπό τή ζωή καί τήν ἀνθρώπινη συμπεριφορά ἤ εἶναι μιά εὔκολη λύση γιά νά ἀποφύγουν τήν παραδοχή τῆς πραγματικότητος.
Ἐμεῖς, ἀπό τήν ἱστορία ἀλλά καί ἀπό τήν σημερινή πραγματικότητα διαπιστώνουμε ὅτι κανείς μά κανείς Ἕλληνας Πολιτικός ἄρχων, παρ’ ὅτι ἐνδιαφέρεται γιά τήν πολιτική σκοπιμότητα, ὡς πρός τό νά κερδίση τούς χριστιανούς πού εἶναι ἡ πλειοψηφία τῶν ψηφοφόρων, δέν συζητάει κἄν νά παραδώση κάτι ἀπό τήν ἐξουσία πού ἔχει σφετερισθῆ μέ τό νά νομοθετῆ ἀντίθετα ἀπό τό Εὐαγγέλιο!
Ἀντιθέτως, μάλιστα! Διαρκῶς ἐπεκτείνει τήν ἐξουσία του καί στά ἐντός τῆς Ἐκκλησίας, προκαλῶντας συνεχῶς τούς χριστιανούς μέχρι τοῦ σημείου νά τούς ἀπαγορεύει ἀκόμη καί τόν λόγο σέ πνευματικά ἤ βιωτικά θέματα, στά ὁποῖα ὁ ἄρχων αὐτός ἔχει ἀντίθετη πολιτική. Γιά νά τό πετύχη αὐτό, ταυτίζει τόν ρόλο μέ τόν λόγο, ἰσχυριζόμενος ὅτι μεταξύ Ἐκκλησίας καί Πολιτικῶν ὑπάρχουν διακριτοί ρόλοι! Πρόσφατα, μάλιστα, ὁ Πρόεδρος τῆς Κύπρου ἐπετέθη στόν Ἀρχιεπίσκοπο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κύπρου, ἐπειδή διαφωνοῦσε μέ τόν Ἀρχιεπίσκοπο στούς χειρισμούς τοῦ Κυπριακοῦ, λέγοντάς του ὅτι ἐκεῖνον τόν ψήφισε τό 53% τῶν πολιτῶν, λές καί τόν ψήφισαν οἱ πολῖτες ἐξουσιοδοτῶντας τον γιά τά πάντα ἐν λευκῷ  ἤ γιά νά κλείνη τά στόματα ὅλων τῶν ἄλλων!
Βεβαίως ὑπάρχουν διακριτοί ρόλοι, ἀλλά ὄχι διακριτοί λόγοι1. Ὁ λόγος εἶναι ἐλεύθερος σέ ὅλους καί ὄχι μόνο σέ κείνους πού ψηφίζονται, ἀλλιῶς οἱ δημοσιογράφοι, πού κι’ αὐτοί δέν ψηφίζονται, ἔπρεπε νά εἶναι μουγγοί καί ὄχι λαλίστατοι, ὅπως τούς ἀκοῦμε κάθε μέρα νά “σπαθοκόβουν”, κρίνοντες τούς πάντες καί τά πάντα!

Ἡ ἁπτή πραγματικότητα, λοιπόν, βοᾶ ὅτι δέν μπορεῖ κανείς νά ὑποστηρίξη τόν χριστιανισμό ἀπό πολιτική σκοπιμότητα, παρά μόνον ἄν εἶναι ἀληθινός χριστιανός. Ὅποιος δέν συμφωνεῖ μαζί μου, ἄς μοῦ ἐξηγήση γιατί οἱ σημερινοί πολιτικοί, πού ἀνήκουν στά Κόμματα Ἐξουσίας, δέν ὑπολογίζουν τό πολιτικό τους κόστος καί νομοθετοῦν συνεχῶς κατά τῆς Ἐκκλησίας, ἀδιαφορῶντας γιά τό τί πιστεύουν οἱ χριστιανοί πού εἶναι ἡ πλειοψηφία τοῦ ἐκλογικοῦ τους σώματος; Γιατί ὁ σημερινός πρωθυπουργός προτίμησε νά ἀτιμάση τήν ὑπογραφή του γιά τήν ἐπιστροφή τοῦ θρησκεύματος στίς ταυτότητες μή δίνοντας “δεκάρα” γιά τό πολιτικό του κόστος;
Ἐάν ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος δέν εἶχε εἰλικρινά ταπεινώσει τόν ἑαυτόν του ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καί τῆς Ἐκκλησίας Του, ἀρνούμενος νά καθίση στόν θρόνο Του ἐνώπιον τῶν Πατέρων τῆς Α΄  Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ἀλλά κατακόκκινος ἀπό συστολή καί σεβασμό προτίμησε, ἕνα χαμηλό κάθισμα λέγοντάς τους ὅτι δέν εἶμαι ἀνώτερος ἀλλά «ἕνας ἀπό ἐσᾶς», τότε γιατί ὁ ἑκάστοτε Πρόεδρος τῆς Δημοκρατίας, χωρίς συστολή καί σεβασμό δέχεται νά καθίση σέ ξεχωριστό κάθισμα, μπροστά ἀπό τήν Ἱ. Σύνοδο καί τόν Ἀρχιεπίσκοπο, δηλαδή μπροστά ἀπό τούς Πνευματικούς του Πατέρες, ἀφοῦ εἶναι Ὀρθόδοξος χριστιανός; Καί νά σκεφθῆ κανείς ὅτι δέν ὑπάρχει σύγκριση μεταξύ τοῦ σημερινοῦ ἀξιώματος τοῦ Προέδρου τῆς Δημοκρατίας μέ τό ἀξίωμα, τήν τιμή καί τίς ἐξουσίες πού εἶχε ὁ Αὐτοκράτορας.
Ὁ Μ. Κωνσταντῖνος ἦταν πράγματι χριστιανός, γιατί μόνο ὁ ἀληθινός χριστιανός μπορεῖ νά συσταλῆ μπροστά στόν Θεό, στήν Ἐκκλησία Του καί στούς Λειτουργούς Του! Ὁ Μ. Κωνσταντῖνος σάν χριστιανός στό ἦθος, παρέδωσε τήν ἐξουσία πού εἶχε. Οἱ σύγχρονοι ἄρχοντες  ἁρπάζουν τήν ἐξουσία πού δέν ἔχουν. Ἄς καμαρώσουμε τή διαφορά!
Θά μπορούσαμε σ’ αὐτά νά προσθέσουμε πάρα πολλά. Δέν μᾶς τό ἐπιτρέπει, ὅμως, ὁ χρόνος γιατί τό θέμα μας ἔχει καί ἄλλες πτυχές.
Τό συμπέρασμα, πάντως εἶναι ὅτι, μετά ἀπό ὅσα ἐκθέσαμε, προκύπτει ἀβίαστα ὅτι ὁ Ἑλληνισμός ἀπό τήν ἀρχαιότητα ταύτιζε τήν θρησκευτικότητά του μέ τήν καθημερινή του ζωή καί αὐτό ὁλοκληρώθηκε μέ τήν ἐπικράτηση τοῦ Χριστιανισμοῦ, πού ἦταν ἡ ὁλοκλήρωση τοῦ πόθου τοῦ Ἕλληνα νά δώση ἄλλη διάσταση στήν ἐπίγεια ζωή του, ἀλλά, κυρίως, νά ξεπεράση τήν ἡμερομηνία λήξεώς του ἐπί τῆς γῆς, ἐπεκτείνοντας τή ζωή του αἰώνια.

* * *

Ὁ Ὀρθόδοξος χριστιανός δέν μπορεῖ νά χωρίση τό δόγμα ἀπό τό ἦθος. Δέν μπορεῖ νά χωρίση τό πιστεύω του ἀπό τήν προσωπική του ζωή, ἀφοῦ, γιά τήν Ὀρθόδοξη θεολογία, τό ἦθος εἶναι ἀπόρροια τῆς Δογματικῆς.
Ἔτσι, τό θέμα πού συζητοῦμε σήμερα δέν εἶναι πολιτικό, οὔτε κἄν ἐθνικό. Εἶναι βαθύτατα θεολογικό, δογματικό, καί γι’ αὐτό ἀφορᾶ ἄμεσα καί ἐπηρεάζει τήν πνευματική μας ζωή, καί αὐτό φαίνεται ἀπό τό σημερινό κατάντημα τῆς πατρίδος μας.
Δέν συνδέουμε, βεβαίως, τήν ταύτιση πίστεως καί καθημερινῆς ζωῆς μέ τήν σύζευξη στό πρόσωπο τοῦ κληρικοῦ τῆς ἱερατικῆς καί τῆς πολιτικῆς ἐξουσίας. Αὐτό τό ἔχουμε ἤδη ἐπισημάνει, στά προλεχθέντα. Δέν συζητοῦμε νά ἀναλάβουν οἱ κληρικοί κοσμικά καί πολιτικά ἀξιώματα, διότι αὐτά εἶναι ὑποτιμητικά τῆς  πνευματικῆς τους διακονίας καί ἐμπόδια στό λειτούργημά τους. Οἱ κληρικοί εἶναι «διάκονοι τῆς Καινῆς Διαθήκης», διαχειρίζονται τήν πνευματική ἐξουσία, τήν ἐξουσία τοῦ Χριστοῦ, καί ἡ ἐξουσία τους αὐτή ὑπερέχει τόσο πολύ σέ ἀξία, ἔναντι τῶν κοσμικῶν ἀξιωμάτων, ὅσο ὑπερέχει ἡ ψυχή ἀπό τό σῶμα.
Αὐτό τό ἐπιβεβαιώνει καί ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος μέ τά δικά του λόγια: «Ἔστι δέ καί ἑτέρα ἀρχή τῆς πολιτικῆς ἀνωτέρα. Τίς οὖν ἐστιν αὕτη; Ἡ ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ, ἧς καί αὐτῆς ὁ Παῦλος μέμνηται λέγων, “πείθεσθε τοῖς ἡγουμένοις ὑμῶν, καί ὑπείκετε· ὅτι αὐτοί ἀγρυπνοῦσιν ὑπέρ τῶν ψυχῶν ὑμῶν, ὡς λόγον ἀποδώσοντες”. Αὕτη γάρ ἡ ἀρχή τοσοῦτον τῆς πολιτικῆς ἀμείνων, ὅσον τῆς γῆς ὁ οὐρανός· μᾶλλον δέ καί πολλῷ πλέον».2
Κανείς, λοιπόν, συνειδητός κληρικός δέν διανοεῖται νά ὑποβιβάση τήν Θεία καί Ἱερή ἐξουσία του, σέ κοσμική ἐξουσία, ὅσο φαντασμαγορική καί νά φαίνεται αὐτή στά μάτια τῶν ἀνθρώπων, αὐτοϋποβιβαζόμενος σέ «διάκονο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης», ὅπως εἶναι οἱ πολιτικοί ἄρχοντες.
Ὁ Χριστός εἶναι ἡ Καινή Διαθήκη καί ἐρχόμενος στόν κόσμο δέν καταργεῖ τήν Παλαιά Διαθήκη δηλαδή τόν Ὁδηγό τῆς κατά Θεόν καθημερινῆς ζωῆς τῶν ἀνθρώπων, ἀλλά τήν φωταγωγεῖ, γιατί, χωρίς τό Φῶς τῆς Καινῆς Διαθήκης, ἡ Παλαιά φθάνει τόν ἄνθρωπο μόνο μέχρι τά προτειχίσματα τῆς «Γῆς τῆς Ἐπαγγελίας», στερῶντας του τή θέα της, καί, κυρίως, τήν εἴσοδο σ’ αὐτήν, ὅπως συνέβη στόν Μωϋσῆ, παρ’ ὅτι τήν ἐβίωσε στό ἔπακρον.

Ἐνῶ, ὅμως, εἶναι ἀδιανόητο νά ὑποβιβασθῆ ὁ Ἱερεύς σέ κοσμικό ἄρχοντα, καθ’ ὅτι «Ἱερεύς ἄρχων, ἀνίερος», ἡ πνευματική ἐξουσία τῆς Ἐκκλησίας πρέπει νά ἐπηρεάζη καί νά ἐλέγχη ἕνα χριστιανικό Κράτος. Αὐτό, ὅπως διαπιστώνουμε,  ἔπαψε νά ἰσχύη στήν πατρίδα μας ἀπό τήν δολοφονία τοῦ Καποδίστρια. Ὁ Καποδίστριας ἦταν ὁ τελευταῖος συνειδητός χριστιανός Κυβερνήτης, συνεχιστής τῶν ἁγίων Αὐτοκρατόρων, πού ἔκανε βίωμά του τό βίωμα τῆς Αὐτοκρατορίας μας ὅτι ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἡ ψυχή τοῦ Γένους καί ἡ Πολιτεία τό σῶμα, τό ὁποῖο σῶμα χωρίς τήν ψυχή του εἶναι ἕνα «πτῶμα ἐξαίσιον», ὅπως κινδυνεύει νά γίνη σήμερα.
Μετά τόν Καποδίστρια, κανείς συνειδητός χριστιανός δέν ἀνέλαβε τήν ἐξουσία στήν Πατρίδα μας παρά μόνον ἄνθρωποι πού ξηλώνουν σιγά–σιγά καί χρόνο μέ τόν χρόνο τήν θεοΰφαντη Στολή τοῦ Χριστοῦ. Δέν πρέπει νά  κακοφανοῦν στούς Κυβερνῆτες μας αὐτά πού λέμε, γιατί, ἄν ἦσαν πραγματικοί χριστιανοί, δέν θά τολμοῦσαν νά παραμερίσουν «ἰῶτα ἕν ἤ μία κεραία» ἀπό τίς Ὁδηγίες τοῦ Θεοῦ.
Ὁ Ὀρθόδοξος Χριστιανός ἡγεμών πρέπει νά ὁμολογῆ, νά πολιτεύεται καί νά νομοθετῆ σύμφωνα μέ τήν πίστη του αὐτή, πού εἶναι καί πιστεύω τοῦ Γένους, καί ὄχι νά ὑποκρίνεται ὅτι πρέπει τάχα νά συμπορευθοῦμε μέ τήν Εὐρώπη, γι’ αὐτό καί ὑποκύπτουμε στίς πιέσεις της, κρύβοντας μέ αὐτόν τόν τρόπο τίς προσωπικές του πεποιθήσεις καί τίς προσωπικές του ἐπιλογές, ἐπειδή πρέπει νά “ρίξη στάχτη” στά μάτια τῶν χριστιανῶν.
Τό ὅτι εἶναι πέρα γιά πέρα ἐπιλογή τῶν Ἑλλήνων Πολιτικῶν νά ἀποχριστιανίσουν τή χώρα μας ἀποδεικνύεται καί ἀπό τό γεγονός ὅτι ἡ Εὐρώπη δέν ἔχει ἐπιβάλλει καμμιά δέσμευση στά Κράτη Μέλη της σέ θέματα Θρησκείας, Παιδείας, Πολιτισμοῦ καί  Στρατιωτικῶν ἐξοπλισμῶν, πρᾶγμα πού ἐπιμελῶς μᾶς ἀποκρύπτουν ὅλες οἱ πολιτικές Παρατάξεις.
Ἐάν, τελικά, οἱ σημερινοί ἄρχοντές μας ἔπαψαν νά πιστεύουν ὅτι ἡ Ἐκκλησία  ἐκφράζει τόν Σαρκωθέντα Ἀληθινό Θεό καί ταυτίσθηκαν μέ τήν νοοτροπία καί τίς προοπτικές τοῦ ἀθέου κόσμου, κανείς δέν πρόκειται νά τούς ἐμποδίση.                
Ὀφείλουν, ὅμως, νά τό εἰποῦν ἀντρίκια καί ξεκάθαρα στούς ψηφοφόρους τους, ὥστε νά εἰσπράξουν τό μονοψήφιο ποσοστό, πού τούς ἀναλογεῖ, ἀφοῦ εἶναι κοινό μυστικό ὅτι τά Κόμματα ἐξουσίας τῆς πατρίδος μας ἐκλέγονται κατά ἀπόλυτη πλειοψηφία ἀπό χριστιανούς. Αὐτό ἀπέδειξαν καί τά 3.000.000 ὑπογραφῶν γιά τήν διατήρηση τοῦ θρησκεύματος στίς ταυτότητες.
Σ’ αὐτό τό σημεῖο θά ἤθελα νά ἐπαινέσω τό Κ.Κ.Ε. γιά τήν εἰλικρίνεια καί τήν τιμιότητά του νά διακηρύσση τά ἄθεα πιστεύματά του, μέ τίμημα μονοψήφιο ποσοστό στίς ἐκλογές, παρά τίς καλές Προτάσεις τῶν Πολιτικῶν του Προγραμμάτων.
* * *
Τί συνέβη, ὅμως, καί μετά τόν Καποδίστρια χάθηκαν ἀπό τό πολιτικό προσκήνιο τῆς Πατρίδος μας οἱ εὐσεβεῖς καί ἀνιδιοτελεῖς ἄνδρες καί ἐπεκράτησαν σχεδόν κατ’ ἀποκλειστικότητα οἱ πολιτικοί ἐκεῖνοι πού εἶχαν ἐλάχιστη καί ἐπιφανειακή σχέση μέ τή χριστιανική ζωή; Τί συνέβη καί μέ ποιές τεράστιες εὐθῦνες ἡμῶν τῶν Ποιμένων καί ἰδίως τῶν Ἐπισκόπων καί Ἀρχιεπισκόπων, ἡ πίστη τοῦ λαοῦ μας χωρίσθηκε ἀπό τήν καθημερινή του ζωή, ἀπό τήν νομοθεσία του ἀπό τό ἦθος καί τίς ἀποφάσεις τῶν ἀρχόντων του καί τῶν δικαστῶν του, ἀπό τό περιεχόμενο τῆς Παιδείας του, καί ἔγινε μόνο ἕνα δίωρο Κυριακάτικο πρωϊνό διάλειμμα στήν Ἐκκλησία, ἕνα διάλειμμα ἐντελῶς ἄσχετο μέ τήν ὑπόλοιπη ζωή του;
Γιά τόν ἀφανισμό εὐσεβῶν πολιτικῶν προσωπικοτήτων μέ τό πνεῦμα τοῦ Κολοκοτρώνη, τοῦ Μακρυγιάννη, τοῦ Καποδίστρια καί, γενικά, προσωπικοτήτων πού ἐκραύγαζαν σέ ὅλους τούς τόνους ὅτι ἡ θέση τῆς Ἑλλάδος ὡς πρός τήν Πίστη, τήν Παιδεία καί τό ἦθος εἶναι κοντά στίς ὁμόδοξες Χῶρες, καί ἰδιαιτέρως κοντά στή Ρωσία, ἡ ἀπάντηση πρέπει νά ἀναζητηθῆ στήν λυσσώδη καί μέχρι σήμερα ἐπιτυχῆ προσπάθεια τῆς Φραγκίας (πού γιά τή συσκότισή μας κατ’ εὐφημισμόν ἀποκαλεῖται Εὐρώπη) νά ἀλλοιώση τό Ὀρθόδοξο ἦθος τοῦ Γένους μας καί νά τοῦ ἐπιβάλλη τόν Φράγκικο τρόπο ζωῆς, μέ τήν ἐκφυλισμένη Προτεσταντική μορφή του. Μέ τήν ἐγκατάσταση τοῦ Προτεσταντικοῦ Διευθυντηρίου, πού ἀλλοίωσε τό ἐκκλησιαστικό καί πολιτικό ἦθος τοῦ λαοῦ μας.
Ἡ Φράγκικη νοοτροπία δέν μποροῦσε νά ἀντέξη πολιτικούς πού δέν θά λειτουργοῦσαν σάν πράκτορές της γιά τόν ἀφανισμό τῆς Ὀρθοδοξίας, καί πολύ περισσότερο δέν μποροῦσε νά ἀνεχθῆ πολιτικούς σάν τόν μαρτυρικό Κυβερνήτη Ἰωάννη Καποδίστρια, ὁ ὁποῖος, πρίν ἀσχοληθῆ μέ τά παντοειδῆ ἐρείπια τῆς Πατρίδος μας ἔδωσε ἀπόλυτη προτεραιότητα στήν πνευματική καί ἐκκλησιαστική ἀνύψωση κλήρου καί λαοῦ. Ἐσάλπιζε μέ θέρμη ὅτι πρέπει «τό ἔθνος νά εἶναι προσηλωμένον εἰς τήν Ἐκκλησίαν του» «καί ἡ μάθησις ὅλων κοινῶς νά εἶναι μία καί ἡ αὐτή μέ τήν μάθησιν τοῦ Ἱερατείου καί νά μήν δύναται ἡ μία νά χωρίζηται ποτέ ἀπό τήν ἄλλην, οὔτε κἄν νά διέχωσιν ἀναμεταξύ των».
Αὐτά δέν ἄρεσαν στούς αὐτόκλητους Ἀφέντες τῆς Δύσεως. Δέν ἤθελαν σέ καμμιά περίπτωση νά ἐμψυχωθῆ ὁ λαός μας μέ τήν Πίστη του, γιατί τότε θά γινόταν ψυχικό λιοντάρι καί δέν θά μποροῦσαν νά τόν ὑποτάξουν στά σχέδια τους. Διάλεξαν, λοιπόν, τούς πράκτορές τους, τούς Πετρομπέηδες καί τή συνοδεία τους καί τούς ἔδωσαν τήν ἐξουσία.
«Ἀπό τότε οἱ ξένοι ἔλαβαν τά μέτρα τους καί ἔβαλαν τά δυνατά τους, ὥστε ποτέ μέχρι σήμερα, σ’ ἕνα τόσο βαθύτατα θρησκευόμενο λαό, σάν τόν Ἑλληνικό, νά μήν κυβερνήση ἄνθρωπος πού νά ἐκφράζη τόν λαό αὐτό στά βαθύτερα πιστεύω του.
Τό γεγονός αὐτό τό παρατρέχουμε. Μᾶς ἀφήνει ἀσυγκίνητους. Δέν διερωτώμεθα, γιατί οἱ παραμικρές, ἀλλοπρόσαλλες καί πολλές φορές ἐπικίνδυνες πολιτικές ὁμάδες κάνουν αἰσθητή τήν παρουσία τους καί δημιουργοῦν τήν ἐντύπωση πώς ἐκφράζουν ἕνα μεγάλο πλῆθος, ἐνῶ οἱ βαθύτατα θρησκευόμενοι, οἱ ἀγωνιστές, μέ τά στίγματα τῶν πολέμων καί τοῦ ἡρωϊσμοῦ τους στά σώματά τους ἔχουν καταθέσει τά πνευματικά ὅπλα καί περιμένουν... καί περιμένουν... «ἰδεῖν τό τέλος» τῆς Ἑλλάδος;»3
Οἱ Μεγάλες ἀνθελληνικές Δυνάμεις ἤθελαν νά συνεχισθῆ καί μετά τήν Τουρκοκρατία ἡ ἀνήθικη ἀλλά ἀποτελεσματική γι’ αὐτούς συμπεριφορά τῶν Κοτζαμπάσηδων, αὐτῶν τῶν τρωκτικῶν τῆς Πατρίδος μας, πού μέχρι σήμερα ἐπικρατοῦν. Μιά συμπεριφορά μέ κυρίαρχο τό ρουσφέτι, τήν ἀναξιοκρατία, τίς ἀδικίες, τά μονοπώλια, τόν διασυρμό τῆς Πίστεως καί τήν συμπαιγνία μέ ἀνάξιους κληρικούς καί Ἐπισκόπους, πού τούς ἔσπρωχναν στά ὑψηλά ἐκκλησιαστικά ἀξιώματα μέ δόλωμα τόν πλουτισμό καί μέ κύριο σκοπό τήν καταβαράθρωση τοῦ κύρους καί τῆς πνευματικότητος τῆς Ἐκκλησίας, δηλαδή τοῦ Ὀρθοδόξου λαοῦ μας.
Ἡ νοοτροπία τῶν Κοτζαμπάσηδων εἶναι μέχρι σήμερα ἡ σπονδυλική στήλη κάθε κυβερνητικοῦ Προγράμματος. Θέλετε ἀποδείξεις; Διερωτηθεῖτε: Γιατί μέχρι σήμερα, τόν 21ο αἰῶνα, μετά ἀπό τόσα καί τόσα πολιτικά προοδευτικά καυχήματα δέν ἀποφασίζουν οἱ πολιτικοί μας νά ἀποδεσμεύσουν τήν λειτουργία τῶν νευραλγικῶν θεσμῶν, ὅπως ἡ Δημόσια Διοίκηση, ἡ Δικαιοσύνη καί ὁ Στρατός ἀπό τήν Κομματική καί Κυβερνητική ἐξουσία; Διερωτηθεῖτε: Γιατί ἐνῶ ἀπό τή μιά μεριά προβάλλουν οἱ πολιτικοί μας τήν τάχα χριστιανοσύνη τους, ἀπό τήν ἄλλη μεριά κατεργάζονται συνεχῶς τόν ἀποχριστιανισμό τοῦ λαοῦ μας; Διερωτηθεῖτε γιατί μετά τήν δολοφονία τοῦ Καποδίστρια δέν διορίσθηκε οὔτε ἕνας ὑπουργός πού νά ἔχη πραγματική εὐσέβεια, ὥστε μέ τό ἦθος, τήν χριστιανική βιοτή του καί τόν ἀνύστακτο ἔλεγχό του νά μήν ἀφήνη περιθώρια δράσεως καί ἀναπτύξεως στά τρωκτικά τῆς πολιτικῆς;
Βεβαίως ἀκοῦμε τά τελευταῖα χρόνια πώς κάποιοι πολιτικοί εἶναι εὐσεβεῖς. «Καθημερινά διακηρύσσουν ὅτι εἶναι πιστοί ἄνθρωποι καί κοντεύουν νά πείσουν τόν λαό ὅτι οἱ νόμοι τους καί οἱ πρακτικές τους ἐναρμονίζονται ἁπόλυτα μέ τήν χριστιανική πίστη! Ἀκόμη καί τίς διαστροφές καί τήν ὁμοφυλοφιλία ἐργάζονται πυρετωδῶς νά ἐξαπλώσουν παντοῦ, σάν νά εἶναι ἄσχετη ἡ προσωπική μας ζωή μέ τήν πίστη καί τό Εὐαγγέλιο.» Ἐκ τῶν πραγμάτων, λοιπόν, ἀποδεικνύεται ὅτι εἶναι θεατρινίστικη ἡ θρησκευτικότητά τους καί ἐξαντλεῖται στό νά πηγαίνουν κάποιες φορές τό χρόνο στήν Ἐκκλησία, ὥστε νά ἔχουν τήν εὐχέρεια νά διαπλέκωνται μέ ἐκκλησιαστικούς παράγοντες καί Ὀργανισμούς, αὐξάνοντας ἔτσι τήν προσωπική τους περιουσία!
Εἶναι προφητικά ἀλλά καί ἑρμηνευτικά αὐτῶν πού ζοῦμε σήμερα τά λόγια τοῦ Καποδίστρια: «Δίδοντες σταθερῶς εἰς ὅλους μας τούς ἀγῶνας τήν εὐθεῖαν καί ἠθικήν διεύθυνσιν καί ὁδηγίαν ταύτην, δέν θέλομεν ἐλλείψει ἀπό κἀνέν χρέος, ὅσα ἔχει ὁ καθ’ εἷς ἀπό ἡμᾶς πρός τήν ὑπάρχουσαν τάξιν...καί ἐκπληροῦμεν πιστῶς ἐν ταὐτῷ καί τιμίως ὅλα τά χρέη ἐκεῖνα, ὅσα ἡ Ἁγία ἡμῶν πίστις μᾶς ἐπιτάττει. Αὐτή μᾶς προτάσσει ν’ ἀγαπῶμεν τόν πλησίον ἡμῶν, μάλιστα δέ τούς συμπατριώτας μας. Τήν ἡμέραν ἐκείνην, καθ’ ἥν θέλομεν ἐκβῇ ἀπό τήν γραμμήν ταύτην, ὅταν δεχθῶμεν διάφορον διδασκαλίαν, αἱ θυσίαι μας καί αἱ δαπάναι θέλουσιν αὐξήσει τάς συμφοράς τῆς Πατρίδος μας. Τότε δέν θέλ’ εἶναι πλέον λόγος περί κοινῆς εὐτυχίας, ἀλλ’ ἡ φιλοδοξία καί ἡ ματαιότης κἄποιων ἀνθρώπων θέλουσι κάμῃ μακροχρονιωτέραν τῆς Πατρίδος μας τήν δουλείαν. Ἐλπίζομεν νά φυλαχθῶμεν ἀπό τοιοῦτον κίνδυνον μέγαν, καθότι αἱ ἀκολουθίαι τῶν σφαλμάτων μας καταβαρύνουσι ἔτι καί νῦν ἐπί τάς κεφαλάς μας».4
Τούς πικρούς καρπούς τῆς ἀποστασίας μας ἀπό τίς ἀρχές τῶν Πατέρων μας δρέπουμε σήμερα, καί πρέπει, τοὐλάχιστον αὐτήν τήν ἔσχατη ὥρα, πού τά πάντα, ἀφοῦ σάπισαν, καταρρέουν, νά ἐπιστρέψουμε ἐκεῖ ἀπό ὅπου παρεκλίναμε.
Ἐδῶ ἀρχίζουν οἱ εὐθῦνες τῶν Ποιμένων τῆς Ἐκκλησίας καί ἰδιαιτέρως τῶν Πατριαρχῶν καί Ἀρχιεπισκόπων ἐκείνων, οἱ ὁποῖοι, μετά τόν Καποδίστρια, παρασύρθηκαν καί ἔγιναν ἑκόντες ἄκοντες (ὁ Θεός οἶδεν) συμπαῖκτες τῶν παραχαρακτῶν τοῦ ἔθνους πολιτικῶν.
Οἱ Ποιμένες ἔπρεπε νά διακρίνουμε τόν κίνδυνο τῆς αὐτονομημένης ἀπό τήν πίστη πολιτικῆς καί νά καταγγείλλουμε στόν λαό ὅλους ἐκείνους, πού, ξεκομμένοι ἀπό τήν Ὀρθόδοξη Παράδοση καί Ἐκκλησιαστική βιοτή, ἐπιχειροῦν νά τόν κυβερνήσουν.
Ἔπρεπε πρό πολλοῦ νά σαλπίσουμε urbi et orbi, ὅτι γιά τόν Ὀρθόδοξο χριστιανό ἡ πνευματική ζωή καί ἡ πολιτική ταυτίζονται, γιατί δέν εἶναι δυνατόν νά χωρισθῆ ἡ πίστη μας ἀπό τήν καθημερινή μας ζωή, ἄλλως θά γίνουμε ἤ ὑποκριτές ἤ σχιζοφρενεῖς.
Ἔπρεπε νά προειδοποιήσουμε τόν λαό ὅτι ἡ πολιτική μετά τόν Καποδίστρια λειτουργεῖ πλέον στήν χώρα μας, σάν ἕνα καρκινικό φαινόμενο, ξενόφερτο, συνέπεια τῶν «χριστιανικῶν» μεταλλάξεων τῆς Δύσεως, ἡ ὁποία κατήντησε νά μεταχειρίζεται τό Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ, ὅπως τά Καταστατικά τῶν Σωματείων, τροποποιῶντας το συνεχῶς, σύμφωνα μέ τίς ἐξουσιαστικές της ἐπιδιώξεις καί τίς διαστροφές τῶν ψηφοφόρων της.
Αὐτοῦ τοῦ εἴδους τόν Χριστιανισμό, τοῦ «ἔτσι εἶναι ἄν ἔτσι νομίζετε», ἔχουν ἐνστερνισθεῖ οἱ περισσότεροι πολιτικοί μας, καί ἄν κάποιοι ἀπό αὐτούς διαφέρουν καί διατηροῦν τήν εὐσέβεια, βαρύνονται διπλά γιά τήν ἀνοχή, ἀδιαφορία καί τή μή ἀντίδρασή τους, καί εἶναι «συνένοχοι καί μέρος τοῦ μεγάλου καρκινώματος, πού μαστίζει σήμερα τήν Ἑλληνική Κοινωνία».
Μέ αὐτοῦ τοῦ εἴδους τόν Χριστιανισμό πού ἔφεραν οἱ Βαυαροί στήν Ἑλλάδα, τά πάντα ἐπιτρέπονται στούς πολιτικούς, ἀφοῦ αὐτοί πλέον ὁρίζουν τίς ἁρμοδιότητες ὄχι μόνο τοῦ λαοῦ ἀλλά καί τῶν Ποιμένων του.
Αὐτοί ὁρίζουν στούς Ποιμένες πότε θά μιλοῦν, ποῦ θά μιλοῦν καί γιά ποιά θέματα θά μιλοῦν. Ἡ μέθοδος τοῦ «σήκω-σήκω, κάτσε-κάτσε» πού ἐφαρμόζουν οἱ πολιτικοί πρός τούς Κληρικούς, ἔχει γίνει πιά συνείδηση τῆς κοινωνίας καί κανόνας δεοντολογίας γιά τίς σχέσεις Πολιτικῶν καί Κλήρου. Ἡ Ἐκκλησία ἀντιμετωπίζεται σάν μαθητριούλα πού πρέπει νά τῆς ἐπιβάλλουν οἱ κηδεμόνες της τήν διδακτέα ὕλη!
 Ἀκόμη καί ἐμεῖς οἱ κληρικοί, ἀπό τό πολύ πές-πές, διαμορφώσαμε τήν πεποίθηση ὅτι τό λειτούργημά μας δέν ἔχει καμμιά σχέση μέ τήν πολιτική! Ἀρκετοί, μάλιστα, κληρικοί δέν ἦλθαν σήμερα στό Συνέδριό μας ἐπειδή, λέει, τό θέμα δέν ταιριάζει σέ κληρικούς! Ἀκοῦτε; Ἀκοῦτε ποῦ φθάσαμε;
Δέν ἐνδιαφέρει τούς κληρικούς ἡ πολιτική; Τί εἶναι, λοιπόν, ἡ πολιτική καί δέν μᾶς ἐνδιαφέρει; Εἶναι χυδαία ὑπόθεση; Εἶναι ὑπόθεση τοῦ ὑποκόσμου; Εἶναι συνωμοτική καί λωποδυτική δραστηριότητα; Εἶναι ἕνας ἄλλος τρόπος ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου, πέρα ἀπό τήν καθημερινή του ζωή; Ὄχι βέβαια!
Ἄν ἦταν ἡ πολιτική μιά ἀκάθαρτη δραστηριότητα, ἀσυμβίβαστη μέ τήν πνευματική ζωή, τότε πῶς ἁγίασε ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος; Πῶς ὁ λαϊκός Φώτιος, ἀπό διαπρεπής πολιτικός, μέ ἐξαιρετικές διπλωματικές ἐπιδόσεις σέ δύσκολες καί περίπλοκες ἀποστολές, ἔγινε ὁ Μέγας Φώτιος, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως καί Μέγας ἅγιος τῆς Ἐκκλησίας μας;
Πολιτική, λοιπόν, εἶναι ἡ καθημερινή μας ζωή, πού, γιά κάθε συνειδητό πιστό χριστιανό, ταυτίζεται μέ τήν πνευματική του ζωή. Γιατί, ἀλλοίμονο, ἄν ἡ πνευματική μας ζωή συρρικνωθῆ στίς δύο Κυριακάτικες πρωϊνές ὧρες τῆς Θ. Λειτουργίας καί ὅλη ἡ ὑπόλοιπη ζωή μας δέν εἶναι πνευματική ζωή!
Ἀφοῦ εἶναι ἔτσι τά πράγματα, τότε, γιατί μᾶς ἔχει δημιουργηθεῖ ἡ ἐντύπωση ὅτι ἡ πολιτική εἶναι κάτι ἄλλο; Ἁπλούστατα. Ἐπειδή, ὅπως προείπαμε, ἡ ζωή τῶν πολιτικῶν μας μετά τόν Καποδίστρια ἔχει ἐλάχιστη σχέση μέ τόν χριστιανισμό καί τήν πνευματική ζωή, εἶναι φυσικό αὐτή ἡ ζωή τους, ὅπως προβάλλεται στήν Τηλεόραση, στή νομοθεσία, στήν λειτουργία τοῦ Κράτους νά μᾶς φαίνεται κάτι ξένο, κάτι ἀλλοιώτικο ἀπό τή ζωή, πού ζοῦμε ἐμεῖς, συνδεδεμένοι ὀργανικά μέ τήν Ἐκκλησία.
Οἱ πολιτικοί μας ζοῦν μιά ἄλλη ζωή, ἄσχετη ἀπό τήν ζωή πού ζοῦμε ὡς χριστιανοί. Ἔχουν ἐπιλέξει ὅτι στή ζωή τους δέν ἔχουν προτεραιότητα οἱ Ὁδηγίες τοῦ Θεοῦ, ἀλλά οἱ ὁδηγίες πού παίρνουν ἀπό τά ἄθεα καί ἀνερμάτιστα, τάχα πολιτισμένα κράτη! Γι’ αὐτούς, πολιτισμένο κράτος εἶναι αὐτό πού ἔχει τά περισσότερα λεφτά καί τήν πιό ξέφρενη καί ἀχαλίνωτη ζωή. Τίποτε ἄλλο γι’ αὐτούς δέν ἔχει ἀξία.
Ἐξορκίζουν τούς Βαυαρούς πού ἐγκατέστησαν ξενόφερτη βασιλεία στήν Πατρίδα μας, ἀλλά χειροκροτοῦν μέ πάθος τήν Βαυαροπροτεσταντική μέθοδο βραχυκυκλώσεως τῆς Ἐκκλησίας. Δέν τούς ἀρέσει ἡ βασιλεία, ἀλλά τούς πάει “γάντι” ἡ Προτεσταντική Πολιτειοκρατία, γιατί μόνο ἔτσι βάζουν τόν κοσμικό ἄρχοντα ἀφεντικό τῆς Ἐκκλησίας. Μόνο ἔτσι ἔχουν τήν εὐχέρεια νά ἐπιβάλλουν τίς ὁδηγίες τοῦ κόσμου, ἀθετῶντας τίς Ὁδηγίες τοῦ Θεοῦ.
Αὐτή ἡ ἀσυμβατότητα μεταξύ λαοῦ καί πολιτικῶν ὡς πρός τόν τρόπο τῆς ζωῆς τους εἶναι πού μᾶς ἔχει δημιουργήσει τήν ἐντύπωση ὅτι, τελικά, ὁ πολιτικός δέν ἔχει καμμιά σχέση μέ τόν ἄνθρωπο τῆς Ἐκκλησίας.
Σέ ἄλλα Κράτη, ἡ ἀσυμβατότητα αὐτή δέν γίνεται αἰσθητή, γιατί ἐκεῖ, ἡ ζωή τῶν πολιτικῶν ταυτίζεται σχεδόν ἀπόλυτα μέ τήν ζωή τῶν πολιτῶν. Δέν συμβαίνει, ὅμως, τό ἴδιο καί στήν Ἑλλάδα. Γιατί ἡ Ἑλλάδα στήν πλειοψηφία της κατοικεῖται ἀπό ἀνθρώπους εὐσεβεῖς, πού δίνουν καί τή ζωή τους ἀκόμη προκειμένου νά προασπίσουν ὄχι μόνο τήν πίστη τους, ἀλλά καί ἕνα παραμικρό Ἱερό Κειμήλιο.
Στήν Πατρίδα μας συμβαίνει κάτι ἀντίθετο ἀπό τά ἰσχύοντα στόν κόσμο. Καί ὅμως! Ἀπό τήν ἀδράνεια καί τήν ὀλιγωρία ἡμῶν τῶν Κληρικῶν ἔχουν κατορθώσει οἱ 300 ἄνθρωποι τοῦ Κοινοβουλίου νά παρουσιάζονται στήν Κοινή γνώμη ὡς ἐκφραστές τοῦ Ἑλληνικοῦ λαοῦ.
Ἡ «κακή φύτρα», ἡ ξενόφερτη φύτρα τῶν πολιτικῶν κατόρθωσε μέ νομότυπη βιαιότητα νά πάρη τήν ἐξουσία στόν αἱματοβαμμένο τόπο μας καί ἀπό τότε ἀναπαράγει πανομοιότυπους, καί στά ἐπίθετα πολλές φορές, διαδόχους.
Αὐτή ἡ ἀποχριστιανισμένη καί ἀλειτούργητη πολιτική «φύτρα» κυριαρχεῖ στήν ἐπικαιρότητα, δεσπόζει στό προσκήνιο, ἐπισύρει τήν προσοχή τῶν Μ.Μ.Ε., ἐφ’ ὅσον τά Μέσα Ἐνημερώσεως ὑπηρετοῦν πάντοτε τήν ἐξουσία καί τό χρῆμα, καί δημιουργεῖ μιά πλαστή μέν, ἀλλά πολύ πειστική εἰκόνα στόν εὐσεβῆ λαό μας, ὅτι ἡ ἑλληνική κοινωνία ἔχει πλέον ἀλλάξει.
Μιλοῦν στόν λαό  ἀπό τηλεοράσεως κάνοντάς του ἀνελέητη πλύση ἐγκεφάλου μέ τό νά τοῦ παρουσιάζουν τά πιό ἐξωφρενικά καί διεστραμμένα πράγματα ὡς ἀπολύτως φυσιολογικά καί πολιτισμένα, προσπαθῶντας νά ἐπιβάλλουν στούς φιλήσυχους καί σεμνούς ἀνθρώπους ἐνοχές πώς εἶναι ρατσιστές, ἐπειδή ...δέν εἶναι διεστραμμένοι!
Ὁ τηλεοπτικός βομβαρδισμός τῶν ἀνθρώπων δέν ἔχει τέλος. Πότε μέ τάχα πλουραλιστικές συζητήσεις, στίς ὁποῖες πάντοτε φροντίζουν νά δεσπόζη ἡ διεστραμμένη ἀλήθεια, πότε μέ σήριαλ πού διακωμωδοῦν τό ἦθος καί τήν ἀκεραιότητα τῶν ἀνθρώπων καί διδάσκουν τό ψέμα, τήν ἀπιστία, τήν φτήνια καί τήν «κατινιά», πότε μέ τήν διακωμώδηση τῆς Ἱεραρχίας καί τόν ἐξευτελισμό τῶν κληρικῶν. Ὅλα αὐτά τά ἐπισφραγίζουν μέ τά τάχα πορίσματα τῆς ἐπιστήμης, τά ὁποῖα δέν εἶναι τίποτε ἄλλο παρά προβολή καί ἐπιβολή τῶν αὐθαιρέτων προσωπικῶν τους ἀθεϊστικῶν πεποιθήσεων μέ ἐπιστημονικούς ὅρους. Τρανό παράδειγμα ἀντιεπιστημονικότητος καί ὠμῆς ἀντιχριστιανικῆς προπαγάνδας τό διαβόητο ὅπλο τῆς σύγχρονης Ἑλληνικῆς πολιτικῆς, τό NATIONAL GEOGRAFIC, μιά καθαρά, δηλαδή, Γεωγραφική Ὑπηρεσία πού τήν προβάλλουν διαρκῶς γιατί, τάχα,  ἀποδεικνύει μέσω ὅλων τῶν ἐπιστημῶν τήν ἀπάτη τοῦ Χριστιανισμοῦ,  μέχρι τοῦ σημείου νά ἀποφαίνεται ἀκόμη καί γιά τήν ἀπόλυτη γνησιότητα τοῦ βιβλίου τοῦ Ἰούδα!
Μέσα σ’ αὐτόν τόν καταιγισμό τῆς ψευτιᾶς καί τῆς Γκαιμπελικῆς προπαγάνδας ζῶντες οἱ Νεοέλληνες, πιστέψαμε τήν Τηλεόραση. Πιστέψαμε τήν πλαστή πραγματικότητα καί λουφάξαμε. Πέσαμε στήν παγίδα τοῦ καλοστημένου πολιτικοῦ παιχνιδιοῦ, καί πεισθήκαμε πώς οἱ εὐσεβεῖς χριστιανοί στόν τόπο μας γίναμε μειοψηφία. Ξεχάσαμε ὅτι ὁ Ἀντίχριστος θά παίζη μέ τίς ἐντυπώσεις καί τίς φαντασίες, πλανῶντας τούς ἀνθρώπους μέ ἐντυπωσιασμούς, καί ἔτσι, πιστέψαμε γιά πραγματικότητα τήν εἰκονική πραγματικότητα τῆς Τηλεοράσεως.
Καί τό ἀκόμη τραγικότερο! Ἄρχισε σιγά-σιγά καί ἡ δική μας ζωή νά χαλάει! Ἀρχίσαμε καί μεῖς ἕνας-ἕνας νά πίνουμε τό τρελλό νερό, καί ὁ κατήφορός μας ἤδη ἔχει πάρει μεγάλη ἐπιτάχυνση. Ἄς σταθοῦμε, ἀδελφοί, ὡς ἐδῶ. Ἄς πάψουμε νά πιστεύουμε τήν πραγματικότητα, πού θέλουν νά μᾶς ἐπιβάλλουν. Δέν εἴμαστε «δύο ἤ τρεῖς, οὔτε χίλιοι δεκατρεῖς». Εἴμαστε ἑκατομμύρια οἱ πιστοί. Τό ἔθνος μας ἀκόμη εἶναι εὐσεβές, παρά τίς ἀνομίες του.
Δέν βλέπετε ὅτι οἱ πολιτικοί μας δέν τολμοῦν νά κάνουν δημοψηφίσματα σέ θέματα πίστεως καί σέ θέματα ἐθνικά; Φοβοῦνται τά δημοψηφίσματα, γιατί ἐκεῖ θά καταδειχθῆ περίτρανα ὅτι αὐτοί οἱ 300 ἐκφράζουν μόνο τόν ἑαυτό τους καί τούς κατά πνεῦμα συγγενεῖς τους. «Τό βόδι, ἄν ἤξερε τή δύναμή του, δέν θά ἄφηνε νά τό ζέψουν»! Ἐμεῖς δέν εἴμαστε βόδια. Εἴμαστε θεόλεκτος λαός, «Χριστοῦ Ποίμνιον, βασίλειον Ἱεράτευμα, Ἔθνος Ἅγιον» καί εἶναι πνευματική αὐτοκτονία τό νά συνεχίσουμε νά παραμένουμε, καί μάλιστα μέ τήν ψῆφο μας, ὑποδουλωμένοι στά «στοιχεῖα τοῦ κόσμου».
Ἄν ἀναλογισθοῦμε σοβαρά ὅτι προερχόμαστε ἀπό ἕνα λαό, πού οἱ Αὐτοκράτορές του, χωρίς νά ψηφίζονται, δηλαδή χωρίς νά ἐνδιαφέρονται γιά τό πολιτικό τους κόστος, ὄχι ἁπλῶς ὁμολογοῦσαν πίστη στήν Ἐκκλησία ἀλλά καί αὐτοαποκαλοῦντο δοῦλοι Της, καί συγκρίνουμε μέ αὐτούς, τούς σημερινούς μας ἄρχοντες θά πρέπει νά νοιώσουμε βαθειά ἐνοχή ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, γιατί μέ τίς ψήφους μας στηρίζουμε καί διαιωνίζουμε τό θεομάχο ἔργο τους!
Εἶναι ἀναγκαῖο νά θυμηθοῦμε τόν ὅρκο πού ἔδιναν οἱ Βυζαντινοί Αὐτοκράτορες κατά τή στέψη τους. Ἕνα ὅρκο ἴδιον καί ἀπαράλλακτον μέ τόν ὅρκο τῆς χειροτονίας τῶν Ἐπισκόπων:
 «Ἔτι στέργω καί ὁμολογῶ καί βεβαιῶ τάς ἀποστολικάς καί θείας παραδόσεις, ἀλλά μήν καί τάς διατάξεις καί διατυπώσεις τῶν Ζ΄  οἰκουμενικῶν Συνόδων καί τῶν κατά καιρούς τοπικῶν, ἔτι δέ καί τά προνόμια καί ἔθιμα τῆς ἁγιωτάτης μεγάλης τοῦ Θεοῦ Ἐκκλησίας...Ὡσαύτως ὑπισχνοῦμαι ἐμμένειν καί διηνεκῶς εὑρίσκεσθαι πιστός καί γνήσιος δοῦλος καί υἱός τῆς ἁγίας
Ἐκκλησίας
· πρός τούτοις εἶναι καί δεφένσωρ (προασπιστής) καί ἐκδικητής αὐτῆς, καί εἰς τό ὑπήκοον εὐμενής καί φιλάνθρωπος κατά τό εἰκός τε καί πρέπον... καί ὅσα ἀπεβάλλοντο καί ἀνεθεμάτισον οἱ ἅγιοι πατέρες ἀποβάλλομαι καί ἀναθεματίζω καί ἐγώ, καί πιστεύω ὅλῃ μου γνώμῃ καί ψυχῇ καί καρδίᾳ τῷ προειρημένῳ ἁγίῳ Συμβόλῳ».5  
Στήν ἐποχή τοῦ Βυζαντίου, ὅπου εἶχε ἤδη ἐπικρατήσει τό θέλημα τοῦ Θεοῦ στήν Βυζαντινή Αὐτοκρατορία, παρ’ ὅτι δέν ὑπῆρχε δυνατότητα ψήφου –ἀφοῦ δέν ὑπῆρχαν πολιτικά Κόμματα ἀλλά ἀπόλυτη αὐτοκρατορική ἐξουσία– ὁσάκις οἱ Αὐτοκράτορες ἤ οἱ τοπικοί ἄρχοντες αὐθαιρετοῦσαν, οἱ Χριστιανοί ἀντιδροῦσαν ἔντονα μέ πρωτοστάτες τούς Ἐπισκόπους τῆς Ἐκκλησίας, καί μάλιστα ὄχι πάντοτε γιά θέματα πίστεως, ἀλλά πολλές φορές γιά θέματα πού συνηθίσαμε στήν ἐποχή μας νά τά χαρακτηρίζουμε πολιτικά.
Ἰδιαιτέρως ὁ Μ. Βασίλειος παρεμβαίνει πολύ συχνά στήν ζωή τῆς Ἐπαρχίας του ἀκόμη καί γιά θέματα φορολογικά, ὅπως φαίνεται ἀπό Ἐπιστολή του πρός τόν Ὕπαρχο Μόδεστο (ἀντίστοιχο ἀξίωμα τοῦ πρωθυπουργοῦ).
Ὅποιος διαβάζει τίς Ἐπιστολές του πρός τούς διαφόρους ἄρχοντες διαπιστώνει ὅτι ὁ Μ. Βασίλειος σχεδόν συγκυβερνᾶ, μέ τήν πνευματική του, βεβαίως, βαρύνουσα παρουσία, ἀλλά καί ἀντιδρᾶ σέ Κρατικές Ἀποφάσεις, ὅπως στή διαίρεση τῆς Καππαδοκίας σέ δύο Ἐπαρχίες, διαίρεση πού εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα νά «γονατίσῃ» οἰκονομικά ἡ Καισάρεια.
Εἶναι, λοιπόν, ντροπή γιά μᾶς σήμερα πού ξέρουμε τό πῶς ἀντιδροῦσαν οἱ χριστιανοί σέ περιόδους ἀπολυταρχίας, καί μάλιστα ὅταν δέν ἐθίγετο ἡ πίστη τους καί ἡ Παιδεία τους ἀπό τίς ἀποφάσεις τῶν ἀρχόντων τους. Εἶναι ντροπή γιά μᾶς, πού ἔχουμε τή δυνατότητα μέ τά ἑκατομμύρια τῶν ψήφων μας νά ἀνεβάζουμε καί νά κατεβάζουμε κυβερνήσεις, νά ἀδιαφοροῦμε, ὅταν ἐκθεμελιώνεται ἡ πίστη μας, ἐκχυδαΐζεται ἡ Παιδεία μας καί ἐκφυλίζεται ἡ κοινωνική ζωή τῆς πατρίδος μας.
Χριστιανός θά εἰπῆ ἄγρυπνος, ὄχι καρπαζοεισπράκτορας. Ὁ χριστιανός “δέν σηκώνει μῦγα στό σπαθί του”, ὅταν νοθεύεται ἡ πίστη του καί τό ἦθος του μέ τή συμπεριφορά καί τή νομοθεσία τῶν ἀρχόντων του.
Πρέπει νά ξυπνήση ὁ γίγας Ὀρθόδοξος λαός μας! Πρέπει νά ξυπνήσουμε πρῶτοι ἐμεῖς, οἱ Ποιμένες του καί νά ἐπανασυνδέσουμε τήν πολιτική μέ τήν πνευματική ζωή. Γιατί ἡ Ἑλλάδα, μετά τήν Μάλτα, εἶναι ἡ δεύτερη χώρα στήν Ε.Ε., πού χαρακτηρίζεται ἀπό τήν ἀπόλυτη θρησκευτικότητά της, ὅπως παραδέχονται καί οἱ σύγχρονες διεθνεῖς στατιστικές.
Πρέπει νά πάψουμε ἐμεῖς, οἱ Ποιμένες τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ, νά παίζουμε τό παιχνίδι τῆς πολιτικῆς ἐξουσίας πού μᾶς λέει, μέ ὕφος εἰσαγγελέως, “ἡ Ἐκκλησία δέν ἔχει λόγο στήν πολιτική”(!), καί ἐμεῖς νά διπλωνώμαστε στα τέσσερα, γιατί ἔτσι, καί ὁ λαός μένει ἀπροστάτευτος καί αὐτοί ἀποθρασύνονται! «Τόσο δέ, ἔχουν ἀποθρασυνθεῖ, ὥστε δέν ντρέπονται νά ὁμολογοῦν εὐθέως ὅτι, ἐπειδή ἡ Ἐκκλησία ἐπηρεάζει τόν κόσμο, πρέπει νά τηρῆ σιγή στά θέματα πού χειρίζονται οἱ πολιτικοί! Τέτοια φοβία ἔχουν οἱ πολιτικοί! Τόσο πολύ σίγουροι εἶναι γιά τίς ἀπόψεις τους, ὥστε πρέπει νά φιμώσουν τήν Ἐκκλησία γιά νά σταθοῦν στά πόδια τους! Ἀπό αὐτό καί μόνο καταλαβαίνει κανείς πόσο σκοτεινά εἶναι τά σχέδιά τους γιά νά μήν ἀντέχουν οὔτε μιά μικρή ἀκτίνα Φωτός!
Ὅσο ὅμως καί νά κόπτονται «οἱ ἐχθροί τοῦ Σταυροῦ», αὐτό ἀκριβῶς εἶναι τό ἔργο τῆς Ἐκκλησίας! Νά ἐπηρεάζη τούς ἀνθρώπους χωρίς ἰδιοτέλεια καί μέ εὐθυκρισία, στήν ἐφαρμογή τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ καί ὄχι τοῦ θελήματος τῶν ἀνθρώπων. Καί, ἀλλοίμονο, ἄν ἀφήση τό δικαίωμα καί τήν ὑποχρέωσή της αὐτή νά χαθοῦν ἐπειδή κάνει χαλάστρα στά σχέδια τῶν πολιτικῶν καί τῶν δημοσιογράφων ἐκείνων, πού δέν ἔχουν ἀφήσει τίποτε ὄρθιο στόν αἱματοβαμμένο τόπο μας τά τελευταῖα 180 χρόνια, ἀπό τόν μαρτυρικό Καποδίστρια! Βεβαίως καί θά ἐπηρεάζη ἡ Ἐκκλησία! Καί μάλιστα στίς μέρες μας θά ἐπηρεάζη σέ ἡγετικό καί ὑπερθετικό βαθμό, γιά νά ἰσοσταθμίση τόν βοῦρκο τοῦ ἐπηρεασμοῦ πού ὑφίσταται καθημερινά ὁ δίσμοιρος λαός μας, καί ...σέ ὅποιον ἀρέση!»
Πρέπει νά καταλάβουν ὅλοι πώς ἡ Ἐκκλησία εἶναι ὁ κλῆρος καί ὁ λαός τοῦ «εὐσεβοῦς ἡμῶν Ἔθνους» καί ἄν δέν θέλουν τήν Ἐκκλησία νά ἔχη λόγο στήν πολιτική, ἄς ἀναζητήσουν καί ἀλλοεθνεῖς καί ἀλλοθρήσκους ψηφοφόρους νά τούς ψηφίζουν.
Ὅσοι Ἕλληνες πιστεύουμε εἰς Χριστόν, πιστεύουμε ὅπως μᾶς καθοδηγεῖ ἡ Ἐκκλησία μας, καί θέλουμε οἱ πολιτικοί μας νά μᾶς ἐκφράζουν, νά εἶναι «σάρξ ἐκ τῆς σαρκός μας». Νά ἔχουμε κοινή πνευματική ζωή μέ αὐτούς. Νά τούς συναναστρεφόμεθα, νά γνωρίζουμε τήν προσωπική τους ζωή καί κατόπιν νά τούς ἐκλέγουμε. Οἱ ἀληθινά χριστιανοί πολιτικοί πρέπει νά πάψουν νά πηγαίνουν χαμένοι, χωμένοι στά ἀζήτητα τῶν μεγαθηρίων Κομμάτων. Πρέπει νά φύγουν ἀπό τά Κόμματα, πού κομματιάζουν τήν ἀλήθεια, πού τό κάθε ἕνα εἶναι καί ἀπό μιά ἐκδοχή, μιά ἄποψη. Ἕνας νεροκουβαλητής τοῦ Παγκοσμίου χάους.
Οἱ χριστιανοί πολιτικοί δέν δημιουργοῦν Κόμμα, ἀλλά Παράταξη. Δέν ἔχουν θέση σέ Κόμματα, γιατί αὐτά κομματιάζουν τήν Ἀλήθεια. Στήν Παράταξη τῶν πιστῶν, παρατάσσονται ἐκεῖνοι πού θέλουν ὁλόκληρη τήν Ἀλήθεια, ἐκεῖνοι πού εἶναι μαθητές τῆς Ἐκκλησίας καί ὄχι διδάσκαλοί Της,  ἐκεῖνοι πού εἶναι ἀποφασισμένοι νά θυσιάσουν καί τή ζωή τους ἀκόμη, γιά νά μήν μετακινηθοῦν στό ἐλάχιστο «τά αἰώνια ὅρια, ἅ ἔθεντο οἱ Πατέρες ἡμῶν».  Εἶναι οἱ Μακαββαῖοι Παῖδες. Αὐτό χρειάζεται σήμερα ὁ τόπος μας. Μόνο μέ μιά Παράταξη πιστῶν ἀνθρώπων θά τεθῆ τελεία στά Κόμματα, κατά τήν προσφυᾶ ἔκφραση μιᾶς χριστιανῆς. Μόνο τότε, ὅταν ἀποσύρουν οἱ χριστιανοί πιστοί τίς ψήφους τους, θά ἀποδειχθῆ περίτρανα ὅτι τά περίφημα Κόμματα ἐξουσίας ἔχουν μονοψήφια ποσοστά. Μόνο τότε θά τεθῆ τελεία στό κομμάτιασμα τῆς πίστεώς μας.

Εἶναι γνωστή ἡ ἔνσταση τῶν πολιτικῶν ὅτι δέν μπορεῖ ἡ Ἑλλάδα τοῦ 21ου αἰῶνα νά ἔχη Θεοκρατία. Φρόντισαν, μάλιστα, νά διαστρέψουν τόν ὅρο “Θεοκρατία”, φορτίζοντάς τον μέ ἀπολυταρχικές συμπεριφορές γιά νά ἔχουν τήν εὐχέρεια νά μᾶς παραπέμπουν στόν Χομεϊνί. Ὅμως λησμόνησαν, ὅτι ὁ Χομεϊνί εἶχε καί πολιτική καί θρησκευτική ἐξουσία, κάτι πού πρέπει νά ἀναζητήσουν στήν Παπική Ἐκκλησία, μέ τήν ὁποία, μάλιστα, ἔχουν καί διπλωματικές σχέσεις χωρίς νά ἐνοχλοῦνται καθόλου.
Οἱ Ὀρθόδοξοι Ποιμένες δέν ἐπιζητοῦμε κοσμική ἐξουσία, ἀλλά ὡς Ποιμένες τοῦ Λαοῦ τοῦ Θεοῦ ἔχουμε τήν ὑποχρέωση καί νά πιστεύουμε καί νά κηρύττουμε στούς πιστούς ὅτι στήν καθημερινή μας ζωή πρέπει νά ἄρχη ὁ Θεός καί ὄχι ὁ Δῆμος. Δέν θά μᾶς ὁρίση τήν ἀλήθεια ὁ Δῆμος, ὅσο Εὐρωπαϊκός καί ἄν εἶναι, ἀλλά ὁ Θεός. Οὔτε τή νομοθεσία μας θά τήν ὁρίζη ἡ διαστροφή τοῦ καθενός, ἀλλά μόνο ὁ Θεός, καθ’ ὅτι ὑπαρξιακή ἐπιλογή μας εἶναι τό «πειθαρχεῖν Θεῷ μᾶλλον ἤ ἀνθρώποις».
Ὡς χριστιανοί δέν ἔχουμε ἀντίρρηση νά ὑπάρχουν ρυθμίσεις ἀποκλειστικά γιά ἀλλοθρήσκους ἤ ἀθέους. Σέ καμμιά περίπτωση, ὅμως, δέν μποροῦμε νά ἀνεχθοῦμε τό μπέρδεμα τῆς ἀλήθειας μέ τό ψέμα. Ὅποιος θέλει νά παραμείνη χριστιανός δέν θά ἔχη κανένα νομικό δικαίωμα στίς ρυθμίσεις τῶν ἀλλοθρήσκων καί τῶν ἀθέων. Κατ’ ἀναλογίαν αὐτοῦ πού εἶχε ὁρίσει, ὄχι ὁ Εὐρωπαῖος ἀλλά ὁ Παγκόσμιος Καποδίστριας: «Ὅστις Γραικός πρός γραικόν γράψει εἰς διάλεκτον ἀλλογενῶν, κηρύττεται ἀλλογενής»!
Σ’ αὐτό τόν τόπο εἶναι καιρός νά καταλάβουμε ὅλοι ὅτι οἱ κουκουλοφόροι εἶναι παράνομοι. Καί δέν ἐννοῶ μόνο τά ταλαίπωρα παιδιά πού βάζουν κουκοῦλες γιά νά ἀναπαραστήσουν τήν ὑποκρισία τῆς σύγχρονης κοινωνίας, ἀλλά ἐννοῶ κυρίως ἐκείνους πού κρύβουν τό πιστεύω  τους γιατί αὐτό εὐνοεῖ τίς σκοπιμότητές τους.
Ὅποιος δέν πιστεύει στόν Θεό, νά ἔχη τό θάρρος νά τό εἰπῆ καθαρά καί τότε ἄς ἔχη τίς δικές του νομοθετικές ρυθμίσεις. Ὅποιος ὅμως λέει ὅτι εἶναι χριστιανός καί ἀκολουθεῖ τίς ρυθμίσεις τῶν ἀθέων, πρέπει νά γνωρίζη ὅτι θέτει τόν ἑαυτό του ἐκτός τοῦ εὐσεβοῦς Ἔθνους μας! Αὐτό ἰσχύει πρωτίστως γιά τούς πολιτικούς.
Τό ἀστεῖο τῆς ὑποθέσεως εἶναι ὅτι, πίσω ἀπό τήν προστασία τῶν ἀτομικῶν δικαιωμάτων (ἔτσι λέγεται σήμερα ἡ ὑποκρισία) κρύβουν οἱ πολιτικοί μας τίς πραγματικές τους προθέσεις, πού δέν εἶναι ἄλλες ἀπό τό νά κάνουν τίς ἀντιχριστιανικές πεποιθήσεις τους νόμους τοῦ Κράτους χωρίς νά φανῆ ὅτι εἶναι δικές τους πεποιθήσεις ἀλλά τάχα τῶν ἄλλων κοινωνικῶν ὁμάδων, πού πρέπει νά προστατεύουν. Γράφει κάποιος βουλευτής τῆς Κυβερνήσεως χαρακτηριστικά:
« ἀναγνώριση εἰδικοῦ ρόλου στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία παραβιάζει τά ἀτομικά δικαιώματα τῶν Ἑλλήνων πολιτῶν πού δέν εἶναι Ὀρθόδοξοι χριστιανοί. Μάλιστα αὐτό τό ἐπιχείρημα, πού ἑδράζεται στή φιλελεύθερη φιλοσοφία τό ἐπικαλεῖται καί ἡ ἀριστερά στήν κριτική της γιά τή σχέση Ἐκκλησίας–Πολιτείας». Ἀκούσατε; Ἡ ἀναγνώριση εἰδικοῦ ρόλου στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία θίγει τούς μή Ὀρθόδοξους!
Θά ἀποκηρύξουμε, δηλαδή, τή Μητέρα μας Ἐκκλησία, θά τήν περιθωριοποιήσουμε, γιατί τάχα θίγονται οἱ μή Ὀρθόδοξοι; Ἐμᾶς, ἄραγε, τούς Ὀρθοδόξους δέν μᾶς θίγει πού οἱ ἄλλοι δέν εἶναι Ὀρθόδοξοι ἤ εἶναι ἄθεοι; Θά ἔρθουνε τά ἄγρια νά διώξουνε τά ἤμερα; Ἄν θίγονται κάποιοι ἀπό τήν Ὀρθοδοξία μας, ἄς πᾶνε κάπου ἀλλοῦ. Δέν θά φύγουμε ἐμεῖς ἀπό τό σπίτι μας ἤ θά κρυβόμαστε σάν κυνηγημένοι ἐπειδή αὐτοί δαιμονίζονται μέ τήν Ὀρθοδοξία!
Καί, ἐπί τέλους, ἐσεῖς κ. πολιτικοί τί εἶσθε; Ὁπωσδήποτε δέν εἶσθε χριστιανοί καί μάλιστα Ὀρθόδοξοι, ἀφοῦ ὁ Ὀρθόδοξος χριστιανός καλεῖται νά ἀπαρνηθῆ  ὄχι μόνο τήν πολιτική τῆς Εὐρώπης, ἀλλά καί τόν ἑαυτό του ἀκόμη, γιά νά εἶναι πιστός ἀκόλουθος τοῦ Χριστοῦ!
Ἄν ἤθελαν οἱ πολιτικοί μας νά ἀκολουθήσουν τήν Ἀλήθεια, θά ἐφήρμοζαν τήν Ἀνεξιθρησκεία τοῦ Μ. Κωνσταντίνου καί ὄχι τήν ἀθεΐα τοῦ Διοκλητιανοῦ.
Μέ τό τέχνασμα τοῦ δῆθεν οὐδέτερου Κυβερνήτη, ἐγκαθιστοῦν στό Κράτος ἀθεΐα, ἀφοῦ σιγά-σιγά δέν θά ἀφήσουν νά ἀκούγεται κίχ γιά τόν Θεό. Μοιάζει μέ τήν πανουργία κάποιων γονέων, πού δέν θέλουν νά ἀποκαλυφθῆ ἡ ἀθεΐα τους ἀλλά τό «παίζουν» πολύ φιλελεύθεροι καί δημοκράτες, ἰσχυριζόμενοι ὅτι «ἐμεῖς δέν λέμε στά παιδιά μας ἐναντίον τοῦ Θεοῦ ἤ τῆς Θρησκείας ἀλλά τά ἀφήνουμε νά διαλέξουνε μόνα τους»! Ὡστόσο τά ἀναγκάζουν νά διαλέξουν τήν ἀθεΐα (τοὐλάχιστον ὅσο εἶναι μικρά), ἀφοῦ κάθε Κυριακή πρωΐ ὅλη ἡ οἰκογένεια κοιμᾶται “τοῦ καλοῦ καιροῦ” καί οὔτε λέξη γιά τόν Θεό καί τήν Ἐκκλησία Του!
Πρέπει, ἐπί τέλους, νά καταλάβουν ὅλοι πώς ἡ ἀθρησκεία δέν εἶναι οὐδετερότητα. Εἶναι θέση. Εἶναι ἐπιλογή. Συνειδητή ἐπιλογή τῆς ἀθεΐας ὡς ἐπικρατούσης πολιτικῆς τοῦ Κράτους!

Δέν μᾶς φθάνουν, ὅμως,  οἱ πολιτικοί, πού στό κάτω-κάτω ἔχουν συμφέρον  νά φιμώσουν τήν Ἐκκλησία. Ἔχουμε καί χριστιανούς ἀλλά καί κληρικούς  πού ἰσχυρίζονται ὅτι ἡ Ἐποπτεία  τῶν Ποιμένων στά πολιτικά πράγματα καί οἱ παρεμβάσεις τους σ’ αὐτά εἶναι ἐκκοσμίκευση τῆς Ἐκκλησίας!
Ὅλοι αὐτοί πρέπει νά συλλαβίσουν ἀπό τήν ἀρχή τό Εὐαγγέλιο τῆς πίστεώς μας καί θά διαπιστώσουν ὅτι ἐκκοσμίκευση τῆς Ἐκκλησίας δέν εἶναι ἡ συναίσθηση τῆς εὐθύνης μας ὅτι, ὡς Ποιμένες θά δώσουμε λόγο πού ἀφήσαμε τόν ἑαυτό μας  καί τόν λαό μας ἀκατήχητο, νά πιστεύη πώς ἡ ἀντιχριστιανική πολιτική δέν ἐπηρεάζει τήν ψυχή του.
Ἐκκοσμίκευση τῆς Ἐκκλησίας εἶναι νά ἀφήνουμε τούς πιστούς μας ἐκτεθειμένους νά «παραφέρονται ποικίλαις καί ξέναις διδαχαῖς», καί ὕστερα αὐτοί, ἐκφυλισμένοι πιά χριστιανοί, νά μετατρέπουν τήν Ἐκκλησία σέ κοσμικό σαλόνι, μεταφέροντας σ’ Αὐτήν τή ζωή τοῦ κόσμου.
Ἐκκοσμίκευση τῆς Ἐκκλησίας εἶναι νά εὐλογοῦμε ἐμεῖς οἱ κληρικοί ποδοσφαιριστές, μπασκετμπωλῖστες καί τραγουδίστριες τῆς Eurovision, καί ἐμεῖς οἱ ἴδιοι νά θεωροῦμε βεβήλωση τῆς Πίστεως τό νά προτρέψουμε καί νά εὐλογήσουμε πνευματικά παιδιά τῆς Ἐκκλησίας νά ἀγωνισθοῦν στήν Πολιτική, μέ τίς προδιαγραφές τῶν εὐσεβῶν Ἀρχόντων τοῦ Ἔθνους μας!
Ἐκκοσμίκευση τῆς Ἐκκλησίας εἶναι νά ἀφήνουμε δραστηριότητες πνευματικές, ὅπως εἶναι ἡ Πολιτική νά παίρνουν ἀμοραλιστικό χαρακτῆρα, ἀδιαφορῶντας γιά τίς βλαπτικές ἐπιπτώσεις αὐτοῦ τοῦ εἴδους τῆς Πολιτικῆς στό ἦθος καί στίς συνειδήσεις τῶν ἀνθρώπων.
Ἐκκοσμίκευση δέν εἶναι τό νά ἐπανακτήση ἡ Ἐκκλησία τόν ἡγετικό Της ρόλο στήν καθοδήγηση τοῦ λαοῦ μας, ἀλλά εἶναι ἐκκοσμίκευσή Της τό νά γίνονται οἱ ἐκκλησιαστικοί ἄνδρες μιμητές τῶν πολιτικῶν, στό ἦθος, στό ὕφος, στίς πρακτικές καί στίς δραστηριότητες.
Ἐκκοσμίκευση τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ὅταν οἱ λειτουργοί Της ἐπιδίδονται σέ παιχνίδια ἐξουσίας, κάνοντας ἐπίδειξη δυνάμεως στούς πολιτικούς, χωρίς νά ἔχουν ἀληθινό ἐνδιαφέρον γιά τήν προάσπιση τῆς πνευματικότητος τῶν ἀνθρώπων, ὅπως ἔγινε μέ τή συλλογή ὑπογραφῶν γιά τή διατήρηση τοῦ θρησκεύματος στίς ταυτότητες, ὅπου, ἀντί νά ἀξιοποιηθῆ ὁ σεισμός πού προκάλεσε ὁ εὐσεβής λαός μας μέ τά τρία ἑκατομμύρια τῶν ὑπογραφῶν του, ὥστε νά γκρεμισθῆ μιά Κυβέρνηση πού ντρέπεται γιά τό θρήσκευμά της, τελικά, αὐξήθηκε τό θράσος καί τῆς ἑπομένης Κυβερνήσεως, γιά νά συνεχίση μέ ἀκόμη σκληρότερα πλήγματα νά κομματιάζη τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ.
* * *
Θέλω νά μήν ἀφήσω ἀνεξόφλητη τήν ὀφειλή μου πρός ἐκείνους πού μέ κατηγόρησαν ὅτι δέν παρέθεσα Πατερικά καί ἄλλα κείμενα στά δημοσιευθέντα περί πολιτικῆς ἄρθρα μου,  ὥστε νά στηρίξω τίς, κατ’ αὐτούς, ἀστήρικτες τοποθετήσεις μου.
Βεβαίως, εἶναι ἀλήθεια ὅτι δέν παρέθεσα Πατερικά κείμενα πού νά ἀναλύουν τό θέμα Ἐκκλησία καί Πολιτική, ὅπως τό συζητοῦμε σήμερα, γιατί, ἁπλούστατα, στήν ἐποχή τῶν ἁγίων Πατέρων μας δέν ὑπῆρχαν κόμματα καί ἐκλογές, ὥστε νά μποροῦν οἱ χριστιανοί νά ἐπιλέξουν τούς πλέον πιστούς καί εὐλαβεῖς ἀνθρώπους γιά ἄρχοντες, ἄν καί στά χρόνια τῆς Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας οὐδέποτε ἀπειλήθηκε ἡ Παιδεία καί τό ἦθος τοῦ Γένους μας, παρά τίς ὅποιες ἀνομίες τῶν Ἀρχόντων, ὅπως ἐκφυλιστικά ἀπειλεῖται σήμερα.
Καί ἐπί πλέον, γνωρίζουμε ὅλοι ἀπό τήν Θεολογία μας ὅτι ἡ Ἐκκλησία ἀναλύει λεπτομερῶς κάποιο ἀπό τά πιστεύματά Της, μόνο ὅταν αὐτό διαστρέφεται καί ὑπάρχει κίνδυνος νά ἐπέλθη σύγχυση καί νά ἀλλοιωθῆ ἡ ζωή τῶν πιστῶν.
Μέχρι καί τήν ἐποχή τοῦ ἁγίου Νεκταρίου, δέν εἶχε κανείς τολμήσει νά ἀμφισβητήση ἀνοικτά ὅτι ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἡ Πνευματική Μητέρα ὅλων τῶν χριστιανῶν καί βεβαίως καί τῶν Ἀρχόντων, ὅσο ψηλά καί ἄν βρίσκονται.
Κανείς δέν εἶχε ποτέ ἀμφισβητήσει τό ὅτι ἡ καθημερινή ζωή τοῦ χριστιανοῦ ταυτίζεται μέ τήν πνευματική του ζωή καί ὅτι, ἄρα, πρέπει νά ταυτίζεται μέ αὐτήν καί ἡ Πολιτική, ἐκτός ἄν ἡ Πολιτική δέν ἔχει καμμιά σχέση μέ τή ζωή τῶν ἀνθρώπων! Οὔτε εἶχε κανείς ἐξαιρέσει τήν Πολιτική ἀπό τήν προσταγή τοῦ ἁγίου ἀποστόλου Παύλου πρός τούς Χριστιανούς νά «προϊστανται καλῶν ἔργων οἱ πεπιστευκότες τῷ Θεῷ». Ἀπό τότε πού ἡ Πολιτική ἔπαυσε νά εἶναι «καλόν ἔργον», ἐπειδή αὐτοί πού τήν ἀσκοῦν δέν εἶναι «πεπιστευκότες τῷ Θεῷ», ἔχει πλέον σημάνει ἡ ὥρα τῆς Θεολογίας, γιά νά βάλη τά πράγματα στή θέση τους.
Ὡστόσο, δέν θά ἀφήσω παραπονεμένους τούς ἐπικριτές μου. Θά παραθέσω κείμενα, πού προέρχονται ἀπό δύο καυχήματα τῆς Ἐκκλησίας, πρόσωπα κοινῆς ἀποδοχῆς, καί τό ἕνα ἀπό αὐτά καί εὐρύτατα ἀναγνωρισμένης ἁγιότητος.
Σᾶς διαβάζω πρῶτα δύο μικρά ἀποσπάσματα ἀπό κείμενα τοῦ ἑνός, πού γράφτηκαν τό 1896: «Νά παύση ἡ συστηματική περιφρόνησις τῆς θρησκείας ἐκ μέρους πολιτικῶν ἀνδρῶν, ἐπιστημόνων, λογίων, δημοσιογράφων καί ἄλλων. Ἡ λεγομένη ἀνωτέρα τάξις νά συμμορφωθῆ μέ τά ἔθιμα τῆς χώρας, ἄν θέλη νά ἐγκλιματισθῆ ἐδῶ. Νά γίνη προστάτις τῶν πατρίων καί ὄχι διώκτρια. Νά ἀσπασθῆ καί νά ἐγκολπωθῆ τάς ἐθνικάς παραδόσεις. Νά μή περιφρονῆ ἀναφανδόν ὅ,τι παλαιόν, ὅ,τι ἐγχώριον, ὅ,τι ἑλληνικόν. Νά καταπολεμηθῆ ὁ ξενισμός, ὁ πιθηκισμός, ὁ φραγκισμός... Νά μή χάσκωμεν πρός τά ξένα»... «Ἠμύνθησαν περί πάτρης οἱ ἄστοργοι πολιτικοί, οἱ ἐκ περιτροπῆς μητρυιοί τοῦ ταλαιπώρου ὠρφανισμένου Γένους;... ἄμυνα περί πάτρης δέν εἶναι αἱ σπασμωδικαί, κακομελέτητοι καί κακοσύντακτοι ἐπιστρατεῖται, οὐδέ τά σκωριασμένης ἐπιδεικτικότητος θωρηκτά. Ἄμυνα περί πάτρης θά ἦτο ἡ εὐσυνείδητος λειτουργία τῶν θεσμῶν, ἡ ἐθνική ἀγωγή, ἡ χρηστή διοίκησις, ἡ καταπολέμησις τοῦ ξένου ὑλισμοῦ καί τοῦ πιθηκισμοῦ, τοῦ διαφθείραντος τό φρόνημα καί ἐκφυλίσαντος σήμερον τό ἔθνος, καί ἡ πρόληψις τῆς χρεωκοπίας. Τίς ἡμύνθη περί πάτρης; Καί τί πταίει ἡ γλαῦξ, ἡ θρηνοῦσα ἐπί ἐρειπίων; Πταίουν οἱ πλάσαντες τά ἐρείπια. Καί τά ἐρείπια τά ἔπλασαν οἱ ἀνίκανοι κυβερνῆται τῆς Ἑλλάδος»!6
Αὐτά εἶναι λόγια-φωτιά, τοῦ κοσμοκαλόγερου Ἀλέξανδρου Παπαδιαμάντη. Λόγια σήματα κινδύνου, ἤδη ἀπό τό 1896, τό ἔτος τῶν πρώτων Ὀλυμπιακῶν ἀγώνων!

Καί τώρα, ἄς ἐνωτισθοῦμε καί τό σύγχρονο κείμενο:
«Παλιά, ἄν ἕνας εὐλαβής ἀσχολεῖτο μέ τήν κατάσταση στόν κόσμο δέν πρέπει νά ἦταν καλά· ἦταν γιά κλείσιμο στόν Πύργο. Σήμερα ἀντίθετα, ἄν ἕνας εὐλαβής δέν ἐνδιαφέρεται καί δέν πονάη γιά τήν κατάσταση πού ἐπικρατεῖ στόν κόσμο, εἶναι γιά κλείσιμο στόν Πύργο. Γιατί τότε αὐτοί πού κυβερνοῦσαν εἶχαν Θεό μέσα τους, ἐνῶ σήμερα πολλοί ἀπ’ αὐτούς πού κυβερνοῦν δέν πιστεύουν. Εἶναι πολλοί τώρα ἐκεῖνοι πού ἐπιδιώκουν νά τά διαλύσουν ὅλα, οἰκογένεια, νεολαία, Ἐκκλησία.
Τό νά ἐνδιαφέρεται κανείς τώρα καί νά ἀνησυχῆ γιά τήν κατάσταση στήν ὁποία βρίσκεται τό ἔθνος μας εἶναι ὁμολογία, γιατί ἡ Πολιτεία τά βάζει μέ τόν θεῖο νόμο. Ψηφίζει νόμους ἐνάντιους στόν νόμο τοῦ Θεοῦ.
Εἶναι καί μερικοί ἀδιάφοροι πού οὔτε στόν θεσμό τῆς Ἐκκλησίας πιστεύουν οὔτε ἔθνος παραδέχονται καί, γιά νά ἔχουν τό χουζούρι τους, λένε «ὁ Ἀπόστολος Παῦλος λέει νά μήν ἐνδιαφέρεσαι γιά τά πράγματα τοῦ κόσμου», καί ἔτσι ἀδιαφοροῦν! Ἀλλά ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἄλλο ἐννοοῦσε. Τότε τά εἰδωλολατρικά ἔθνη εἶχαν ἐξουσία. Μερικοί ξέκοψαν ἀπό τό κράτος καί πίστεψαν στόν Χριστό. Ἔλεγε λοιπόν ὁ Ἀπόστολος Παῦλος σ’ αὐτούς «ἐσεῖς μήν ἀσχολῆσθε μέ τά πράγματα τοῦ κόσμου», γιά νά ξεχωρίζουν ἀπό τόν κόσμο, γιατί ὅλος ὁ κόσμος ἦταν εἰδωλολατρικός. Ἀπό τήν στιγμή ὅμως πού ἀνέλαβε τήν ἐξουσία ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος καί ἐπικράτησε ὁ Χριστιανισμός, δημιουργήθηκε σιγά-σιγά ἡ μεγάλη χριστιανική παράδοση μέ τίς Ἐκκλησίες, τά μοναστήρια, τήν τέχνη, τό τυπικό τῆς λατρείας κλπ. Ἔχουμε λοιπόν εὐθύνη νά τά διατηρήσουμε ὅλα αὐτά καί νά μήν ἀφήσουμε τούς ἐχθρούς τῆς Ἐκκλησίας νά τά διαλύσουν. Ἔχω ἀκούσει καί Πνευματικούς νά λένε: «Ἐσεῖς μήν ἀσχολῆσθε μ’ αὐτά»! Ἄν εἶχαν μεγάλη ἁγιότητα καί ἔφθαναν μέ τήν προσευχή σέ τέτοια κατάσταση, πού νά μήν τούς ἐνδιαφέρη τίποτε, νά τούς φιλοῦσα καί τά πόδια. Ἀλλά τώρα ἀδιαφοροῦν, γιατί θέλουν νά τά ἔχουν καλά μέ ὅλους καί νά καλοπερνοῦν.
Ἡ ἀδιαφορία δέν ἐπιτρέπεται οὔτε στούς κοσμικούς, πόσο μᾶλλον στούς πνευματικούς ἀνθρώπους. Ἕνας ἄνθρωπος τίμιος, πνευματικός, δέν πρέπει νά κάνη τίποτε μέ ἀδιαφορία. «Ἐπικατάρατος ὁ ποιῶν τά ἔργα τοῦ Κυρίου ἀμελῶς», λέει ὁ Προφήτης Ἰερεμίας».7

Πρόκειται γιά κείμενο τοῦ ἁγίου Γέροντος π. Παϊσίου τοῦ Ἁγιορείτου, τό ὁποῖο σέ λίγες γραμμές τά λέει ὅλα καί γι’ αὐτό θά μποροῦσε κάλλιστα νά χρησιμοποιηθῆ ὡς δελτίο Τύπου τοῦ Συνεδρίου μας.

Γνωρίζω ὅτι ἔγινα βαρύς καί δυσάρεστος γιά πολλές ἀπό τίς διαπιστώσεις καί διατυπώσεις μου. Δέν μετανιώνω γι’ αὐτά πού εἶπα, γιατί ὅλα αὐτά μέ πονοῦν καί ἤθελα νά συμπονέσετε. Ἄν κάποιος θίγεται ἀπό τίς ἀλήθειες πού ἐξέθεσα, ἄς πάψη νά συμπορεύεται μέ τό ψέμα. Ἄν, ὅμως, ἐθίγη ἀπό τίς λέξεις πού χρησιμοποίησα, παρακαλῶ νά μέ συγχωρήση. Πρόθεσή μου δέν ἦταν νά ἀντιδικήσω μέ κανένα, ἀλλά νά σαλπίσω, μέ ὅση δύναμη ἔχω, πώς ἡ ζωή τοῦ τόπου μας πρέπει καί πάλι νά γίνει ἐργαστήριο ἁγιότητος.
* * *
Κλείνοντας τήν Εἰσήγησή μου θέλω νά ἀφαιρέσω τήν ἀπαισιοδοξία τοῦ ποιητῆ, πού ἀπελπίζεται στή σκέψη πώς «γιά νά γυρίσει ὁ ἥλιος θέλει δουλειά πολλή».
Γιά μᾶς τούς Ὀρθοδόξους Χριστιανούς δέν χρειάζεται νά γυρίση ὁ Ἥλιος ἀλλά νά ἐπιστραφοῦμε ἐμεῖς, πού τοῦ γυρίσαμε τήν πλάτη. Ὁ Ἥλιος τῆς Δικαιοσύνης, ὁ Θεός μας, μᾶς καλεῖ νά δώσουμε στόν ἑαυτό μας καί στά παιδιά μας τά ἰδανικά τῶν Πατέρων μας.
 Τά Κατηχητικά μας νά γίνουν Κατηχητήρια στίς Παραδόσεις καί στήν Ἱστορία τοῦ Γένους μας καί ὄχι νά συναγωνίζονται τίς ἀνώφελες κοσμικές δραστηριότητες. Τά παιδιά μας χρειάζονται Ὅραμα καί ὄχι Spiderman. Εἶναι ἕτοιμα νά πέσουν στή φωτιά γιά τήν Ἀλήθεια!
Οἱ Πνευματικοί νά ὡθήσουν τά πνευματικά τέκνα τους νά ἀσχοληθοῦν μέ τά Κοινά. Αὐτό, ὄχι μόνο δέν εἶναι ἁμαρτία, ἀλλά στίς μέρες μας εἶναι Ἱεραποστολή! Γι’ αὐτό δέν πρέπει ὅσοι ἀσχοληθοῦν μέ τό ἔργο αὐτό νά εἶναι αὐτόκλητοι ἀλλά νά κληθοῦν. Μόνο ἔτσι θά ὑπάρξη σωτήριο ἀποτέλεσμα. Μόνο ἔτσι θά ἀποτραπῆ ὁ μεθοδικά σχεδιαζόμενος ὁλοκληρωτικός χωρισμός τῆς Πολιτικῆς ἀπό τήν Ἐκκλησία, πού ἀνοίγει τόν δρόμο στούς ἐχθρούς τοῦ Σταυροῦ νά χωρίσουν τήν Ἐκκλησία ἀπό τήν Πολιτεία.
Θά εἴμαστε αἰώνια ὑπόλογοι ἔναντι τοῦ Θεοῦ, ἄν ἐπιτρέψουμε σάν ἄλλοι κάτοικοι τῶν Γεργεσηνῶν νά ἐκδιωχθῆ ὁ Χριστός ἀπό τή Χώρα μας καί  θά εἶναι σάπια τά χέρια τῶν κληρικῶν καί τῶν πολιτικῶν ἐκείνων πού θά τολμήσουν νά συγκατατεθοῦν καί νά ὑπογράψουν αὐτήν τήν βλασφημία!
Εἶναι ἡ ὥρα νά κριθοῦμε ὅλοι. Νά μετρηθοῦμε, νά ζυγισθοῦμε καί νά μήν βρεθοῦμε ἐλλειπεῖς.
Δέν χρειάζεται τόσο ἡ πολλή δουλειά, ὅσο ἡ παλληκαρίσια χριστιανική καρδιά! Δέν χρειάζεται τόσο ἡ πολλή δουλειά, ὅσο τό νά πάψουμε, ἐπί τέλους, νά παραμένουμε ὑποδουλωμένοι καί νά ψηφίζουμε τή δουλεία!

Ὑποσημειώσεις:
1. Βολουδάκη Βασιλείου Πρωτ., Ὁ Ρόλος καί ὁ λόγος, περιοδ. «νοριακή Εὐλογία», τεῦχος 70-71
2. Ἁγ. Ἰωάννου Χρυσοστόμου, Ὁμιλία ΙΕ΄  Εἰς τήν Β΄  Πρός Κορινθίους.
3.  Βολουδάκη Βασιλείου Πρωτ., Ἡ πνευματική μας εὐθύνη γιά τό κατάντημα τῆς Πατρίδος μας, περιοδ. «Ἐνοριακή Εὐλογία»,  τεῦχος 72-74, σελ. 111
4.  ωάννου Καποδιστρίου, Σκέψεις περί τοῦ πῶς ἤθελε βελτιωθῆ τῶν Γραικῶν ἡ Στάσις
5. Κωδινοῦ Κουροπαλάτου, Περί τῶν ὀφφικιαλίων τοῦ παλατίου Κωνσταντινουπόλεως καί τῶν ὀφφικίων τῆς Μ.Ἐκκλησίας, Bonn 1839, σελ.86 ἑξ.
6. Ἀλεξάνδρου Παπαδιαμάντη, Ἅπαντα, ἐκδ. Ν. Τριανταφυλλοπούλου, τ. Ε΄ .
7. Γέροντος Παϊσίου Ἁγιορείτου,

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου