Ο
πατήρ ΣΙΜΩΝ
Μνημόσυνον
ευλαβείας και αγάπης
Στις
9 Μαρτίου 2003, Κυριακή της Τυρινής, θα τελέσουμε Μνημόσυνο στον αείμνηστο
Γέροντά μας π. Σίμωνα Αρβανίτη, ο οποίος φέτος συμπληρώνει 15ετια από
της κοιμήσεώς του.
Στο μνημόσυνο αυτό προσκαλούνται όλα του τα πνευματικά
παιδιά αλλά και όλοι εκείνοι που
ευλαβούνται το πρόσωπό του και τιμούν την μνήμη του να ενώσουν μαζί μας
εγκάρδιες προσευχές προς τον Πανάγαθο Θεό μας, προσευχές ευγνωμοσύνης για τα
αγαθά που έσπειρε και καλλιέργησε στις ακατέργαστες ψυχές μας ο πολυσέβαστος
Γέροντάς μας.
Αυτός μας χάρισε τα μάτια για να βλέπουμε το Θεό. Μάλλον
αυτός είναι τα μάτια μας και γι’ αυτό μας είναι αδύνατον να αναφερόμαστε στο
Θεό χωρίς τη δική του παρουσία στο νου και στην καρδιά μας.
Ο πατήρ Σίμων ήταν ένα ξεχωριστό Συναξάρι. Απίστευτο,
απρόβλεπτο, μοναδικό, παγκόσμιο. Ένα συναξάρι που θύμιζε Αβραάμ και Απόστολο
Πέτρο, αλλά ήταν ο πατήρ Σίμων: Ο καθρέπτης της Ιερωσύνης, ο Επίσκοπος των
ψυχών, ο Προφήτης, ο Μάρτυρας.
Ένα τόσο ξεχωριστό συναξάρι δεν είναι στα μέτρα μου και γι’
αυτό δεν ετόλμησα μέχρι σήμερα να καταγράψω συστηματικά, έστω κάποια ιδιώματα
και ενεργήματα της αγίας ψυχής του. Μόνο μερικές σκόρπιες κουβέντες έχω ειπεί
και κάποιες αράδες έχω αποτυπώσει κατά καιρούς στο χαρτί, γιατί όσο και αν
νοιώθω ανάξιος να περιγράψω τα απερίγραπτα χαρακτηριστικά του έχω ανάγκη να
αναφέρομαι στο πρόσωπό του, γιατί έτσι ζω, μέσα από τη ζωή του.
Δεν αξιώθηκα να συστηματοποιήσω τα γραπτά μου για το πρόσωπό
του και αυτό είναι παράπτωμά μου, όχι ταπεινολογία. Έπρεπε να είχα αξιοποιήσει
περισσότερο αυτά, που μου προσέφερε, ώστε να ήμουν σε θέση να μεταδώσω και σε
κείνους, που δεν τον γνώρισαν, το πνεύμα και τη ζωή του. Γιατί μου είχε
αναθέσει να καταγράφω αυτά που του συνέβαιναν στα τελευταία χρόνια της ζωής
του, πριν αποκοπή εκούσια από την επικοινωνία του με τον έξω κόσμο και βυθισθεί
στη σιωπή για τρία χρόνια, πριν από την κοίμησή του.
Μου είχε αναθέσει να καταγράφω τα μαρτύρια που του έκαναν τα
πνευματικά του παιδιά, κάποιοι μοναχοί, οι οποίοι μέχρι σήμερα δεν δείχνουν να
έχουν μετανοήσει.
Κάποτε όλα αυτά πρέπει να γραφούν. Να έλθουν στο φως. Αυτή
ήταν και η προτροπή προς εμένα του π. Επιφανίου Θεοδωροπούλου. –Αν δεν γραφούν
αυτά, μου έλεγε, τότε τι θα γραφή;
Όμως, θέλησα να περιμένω. Γιατί ο Θεός είναι μεγάλος και
ραγίζει και τις πέτρες, όχι μόνο τις καρδιές των ανθρώπων. Περιμένουμε και
αυτών την επιστροφή. Γιατί είναι κρίμα, μοναχοί, να θεμελιώνουν την ζωή τους
πάνω στα αίματα της ψυχής του Γέροντά τους.
Ο πατήρ Σίμων ήταν ο
άνθρωπος της Ζωής. Ζούσε τη ζωή από το παραμικρό ως το Θεϊκό. Ένοιωθε τα πάντα
με τρόπο μοναδικό. Όταν ο άνθρωπος που έδειχνε με τη ζωή του την αξία της
ελευθερίας.
Από το ποτήρι νερό που έπινε, μέχρι το σπουδαιότερο, που
έκανε, ένοιωθε αυτό που έκανε, χαιρότανε αυτό που έκανε, αλλά και ποτέ δεν
αιχμαλωτίσθηκε από αυτό που έκανε.
Ο Γέροντας δεν είχε τίποτε άρρωστο επάνω του. Δεν μπορούσε να
σταθή επάνω του καμμιά εμπαθής και αρρωστημένη κατάσταση. Συγχρόνως, ζούσε τη
ζωή στο έπακρο, χωρίς ίχνος αμαρτίας. Ζούσε τα αισθητά ως χαρά, όχι ως εμπαθή
ηδονή και γι’ αυτό κανείς φιλήδονος άνθρωπος, απ’ αυτούς που έχουν μοναδικό
τους σκοπό να απολαύσουν τη ζωή, δεν μπορούσε να φθάση στο απειροελάχιστο τη
χαρά της ζωής του Γέροντα.
Τα βιβλία των αγίων δεν τα διάβαζε απλώς αλλά ζωντάνευε τους
αγίους μέσα του και τους έκανε ζωή και ήθος και νοοτροπία του. Γι’ αυτό έγινε
απέραντος. Έγινε η “Εκκλησία”.
πρωτ. Βασίλειος Ε. Βολουδάκης
«ΕΝΟΡΙΑΚΗ
ΕΥΛΟΓΙΑ» Ἀρ. Τεύχους 6
Φεβρουάριος
2003
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου