Προοίμιο
στὴ σχέση τῶν δύο φύλων
Η ΣΧΕΣΗ ΤΟΥ ΑΝΔΡΑ ΚΑΙ ΤΗΣ ΓΥΝΑΙΚΑΣ ΚΑΤΕΡΡΕΥΣΕ ΠΡΙΝ ΑΠΟ
ΤΗΝ ΠΤΩΣΗ ΤΩΝ ΠΡΩΤΟΠΛΑΣΤΩΝ
Ἐκπληρώνοντας τὴν ὑπόσχεσή
μας νὰ ἀρχίσουμε «μιὰ σειρὰ ἄρθρων ποὺ θὰ ἀποσκοποῦν στὸ νὰ κατανοηθῆ ἀπὸ τοὺς
σημερινοὺς ἀνθρώπους κάπως καλύτερα τὸ πνεῦμα τῆς Ἐκκλησίας μας ὡς πρὸς τὰ δύο
φύλα» ἐπιχειροῦμε νὰ συζητήσουμε σήμερα ἕνα θέμα, πού, ὅπως πιστεύουμε, εἶναι ἀποφασιστικῆς
σημασίας γιατὶ «κεῖται εἰς πτῶσιν καὶ ἀνάστασιν πολλῶν καὶ εἰς σημεῖον ἀντιλεγόμενον»:
Τὸν πόλεμο τῶν δύο φύλων.
Πότε
ἄραγε ἄρχισε ὁ πόλεμος τῶν δύο φύλων;
Στὸ
ἐρώτημα αὐτὸ δὲν ἔχει δοθεῖ ἀκόμη ἡ σωστὴ ἀπάντηση καὶ γι’ αὐτὸ ταλανιζόμαστε αἰῶνες
τώρα καὶ ἀντιδικοῦμε οἱ ἄνδρες μὲ τὶς γυναῖκες, εἴτε ἀνήκουμε σ’ αὐτοὺς ποὺ
πιστεύουν στὴν Ἐκκλησία εἴτε ὄχι. Εἶναι, λοιπόν, ἀνάγκη μεγάλη νὰ βηματίσουμε
προσεκτικὰ ἀναζητῶντας τὴ σωστὴ κατεύθυνση.
* * *
«Ἡ
Ἁγία Γραφὴ μᾶς ἀποκαλύπτει μὲ συσκιασμένο τρόπο πὼς ἡ σχέση τοῦ ἄνδρα καὶ τῆς
γυναίκας “στράβωσε” ἤδη ἀπὸ τότε ποὺ ἦσαν μαζὶ στὸν Παράδεισο, πρὶν ἀπὸ τὴν
πτώση τους!
Ἀπὸ
τὸ βιβλίο τῆς Γενέσεως μαθαίνουμε ὅτι ὁ Ἀδὰμ εὐθὺς μετὰ τὴ δημιουργία τῆς Εὔας,
μὲ τὸ φωτισμὸ τοῦ Θεοῦ, ἀνεφώνησε: «τοῦτο νῦν ὀστοῦν ἐκ τῶν ὀστῶν μου καὶ σὰρξ ἐκ
τῆς σαρκός μου αὕτη κληθήσεται γυνὴ ὅτι ἐκ τοῦ ἀνδρὸς αὐτῆς ἐλήφθη αὕτη». Τὰ
λόγια αὐτὰ δημιουργοῦν τὴν ἐντύπωση πὼς ὁ Ἀδὰμ ὁδηγεῖται μὲ σιγουριὰ στὸ νὰ ἀποκτήση
ἀληθινὴ καὶ ἄρρηκτη σχέση μὲ τὴν γυναῖκα του, ὅμως ἡ μετέπειτα συμπεριφορά του
μᾶς φανερώνει πὼς αὐτὸς ὁ ἴδιος ἔδωσε λάθος νόημα στὰ παραπάνω λόγια του, ἐπηρεασμένος
ἀπὸ τὴ δόνηση τῆς ψυχολογίας του στὴ θέα ἑνὸς ἐντελῶς καινούργιου προσώπου.
«Ἡ
θέα τῆς γυναίκας, ἡ δημιουργία καὶ ὕπαρξη τῆς γυναίκας, δοκίμασε τὸν Ἀδὰμ καὶ
τότε αὐτὸς φάνηκε κατώτερος ἀπὸ αὐτὸ ποὺ τὸν προώριζε ὁ Θεός. Ἀντὶ νὰ σταθῆ «ὡς
Βασιλεὺς τῆς κτίσεως» κάνοντας Βασίλισσα τὴ γυναῖκα του μέσα σὲ σχέση ἀπόλυτης
κοινωνίας καὶ ἀγάπης, μιμούμενος τὸν Θεῖο Δημιουργό του, ἔνοιωσε γι’ αὐτὴν φόβο
ἀνακατεμένον μὲ κτητικότητα ἀλλὰ καὶ ἐξάρτηση ἀπ’ αὐτήν. Ἀπὸ τότε χάθηκε τὸ
παιχνίδι. Αὐτὴ ἦταν ἡ ἀρχὴ τοῦ τέλους.
«Ἡ
γνωστὴ σὲ ὅλους μας «πτώση τῶν πρωτοπλάστων» ἦταν πλέον ἀναμενόμενη, ἐφ’ ὅσον ἡ
σχέση μας μὲ τοὺς ἀνθρώπους εἶναι ἐκείνη ποὺ προσδιορίζει καὶ τὴ σχέση μας μὲ τὸν
Θεό.
Ὁ
Ἀδὰμ πρὶν ἀπὸ τὴν ὁριστικὴ πτώση του ἔκανε βέβαια κάποιες προσπάθειες γιὰ νὰ «σταθῆ»
ἐκεῖ ποὺ τὸν ἤθελε ὁ Θεός, ὥστε νὰ λειτουργήση σωστὰ ὁ ἴδιος καὶ νὰ ἀξιοποιήση
τὸν ἑαυτό του ἀλλὰ καὶ γιὰ νὰ λειτουργήση σωστὰ ἡ σχέση του μὲ τὴν Εὔα καὶ νὰ
ζήση μαζί της μὲ τρόπο παρόμοιο μὲ αὐτὸν ποὺ σχετίζονται τὰ Πρόσωπα τῆς Ἁγίας
Τριάδος μεταξύ τους. Γι’ αὐτό, ἀρχικά, ὅταν ὁ διάβολος τοῦ πρότεινε νὰ γνωρίση καὶ
τὸ κακό, παράλληλα μὲ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, αὐτὸς δὲν ἐξαπατήθηκε οὔτε ὑπέκυψε. Τὴν
προσπάθεια αὐτὴ τοῦ Ἀδὰμ τὴν περιγράφει ὁ ἅγιος Ἀπόστολος Παῦλος γράφοντας: «Ἀδὰμ
οὐκ ἠπατήθη, ἡ δὲ γυνὴ ἀπατηθεῖσα ἐν
παραβάσει γέγονε» (α΄ Τιμ. 2, 14).
Ὅμως
ἡ προσπάθεια δὲν ἦταν ἀρκετὴ καὶ ἀποδείχθηκε τελικὰ πὼς ἡ ψυχολογία τοῦ Ἀδὰμ, ἀντὶ
νὰ ἐνισχυθῆ ἀπὸ τὸ πρόσωπο τῆς γυναίκας του, κατέρρευσε στὴ σχέση του μὲ τὴν Εὔα.
Κατέρρευσε, μπερδεμένος στὴν κτητικότητά του, στὸ φόβο καὶ στὴν παθιασμένη «ἀγάπη»
του, ποὺ δὲν ἄργησε νὰ δείξη τὸ ἀληθινό της πρόσωπο καὶ νὰ μετασχηματισθῆ μὲ τὴν
πρώτη δοκιμασία σὲ ἀντιπαλότητα, ἀντιπάθεια καὶ ὀργὴ ἐναντίον τῆς γυναίκας του
τέτοια, ὥστε νὰ ἐπιρρίψη σ’ αὐτὴν ὅλες τὶς εὐθῦνες τῆς πτώσεώς του,
συμπεριλαμβάνοντας τέλος καὶ τὸν Θεὸ στὴ λίστα τῶν... ἐνόχων! Τὰ λόγια τοῦ Ἀδὰμ
εἶναι ἐνδεικτικά: «Ἡ γυνὴ ἥν ἔδωκας μετ’ ἐμοῦ, αὕτη μοι ἔδωκεν ἀπὸ τοῦ ξύλου καὶ
ἔφαγον» (Γεν. 2,13).
Ἡ
δημιουργία τῆς Εὔας καὶ ἡ ἀποτυχημένη σχέση τοῦ Ἀδὰμ μὲ αὐτὴν ἔδειξαν πὼς ὁ
δρόμος γιὰ νὰ μοιάσουμε στὸν Θεὸ εἶναι μακρύς. Γιατὶ τὸ νὰ μοιάσουμε στὸ Θεὸ
σημαίνει πὼς πρωτίστως πρέπει νὰ Τοῦ μοιάσουμε στὸ πῶς σχετίζεται Ἐκεῖνος μὲ τὰ
Ὁμοούσιά Του Πρόσωπα τῆς Ἁγίας Τριάδος.
Τελικά,
γίνεται ὁλοφάνερο ὅτι παρανόησαν οἱ πρωτόπλαστοι τὸ «καθ’ ὁμοίωσιν» καὶ δὲν
κατάλαβαν πὼς ἡ σχέση τους μὲ τὸν Θεὸ πραγματοποιεῖται μόνο μὲ τὴν τέλεια
μεταξύ τους σχέση. Νόμισαν ὅτι μπορεῖ ὁ καθένας τους, τραβῶντας τὸ δικό του “αὐτιστικὸ”
δρόμο, χωρισμένοι μεταξύ τους, νὰ ἑνωθοῦν μὲ τὸν Θεό. Σ’ αὐτὴν τὴν πλανεμένη
“συμβίωση” τοὺς βρῆκε ὁ διάβολος καὶ τοὺς “ἕνωσε” μὲ τὸ δικό του τρόπο στὴν
παρακοή, διαλύοντάς τους! Ὁμοίωση μὲ τὸν Θεὸ σημαίνει νὰ Τοῦ μοιάσουμε στὸν
χαρακτῆρα καὶ στὸν τρόπο ποὺ Αὐτὸς σχετίζεται.
Ὁ
Θεὸς Πατὴρ δὲν ἀνταγωνίζεται τὸν Θεὸ Υἱὸ οὔτε τὸν Θεὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Δὲν θεωρεῖ ὁ
Ἕνας κατώτερο τὸν Ἄλλο. Ἀντιθέτως ὁ Ἀδὰμ θεώρησε τὸν ἑαυτό του ἀνώτερο ἀπὸ τὴν
Εὔα ἐπειδὴ παρασύρθηκε ἀπὸ τὸ ρόλο ποὺ τοῦ ἀνέθεσε ὁ Θεός. Ὅπως, ὅμως, δὲν ὑπάρχει
ἀνωτερότητα καὶ κατωτερότητα στὰ Πρόσωπα τῆς Ἁγίας Τριάδος ἔτσι δὲν ὑπάρχει ἀνωτερότητα
καὶ κατωτερότητα καὶ στὰ δύο ἀνθρώπινα φύλα. Στὰ πρόσωπα τῶν ἀνδρῶν καὶ τῶν
γυναικῶν. Ὑπάρχει μόνο ἰδιαίτερος λειτουργικὸς ρόλος.
Πρέπει
κάποτε νὰ καταλάβουμε ὅλοι μας, πὼς ἡ ἔμμονη ἰδέα τῆς “ἀνωτερότητος” καὶ τῆς
“κατωτερότητος”, στὴν ὁποία αἰῶνες τώρα σκοντάφτουμε, εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς ἀνθρώπινης
μυωπίας, τοῦ φόβου καὶ τῆς ψυχικῆς ταραχῆς καὶ συνεπάγεται πάντοτε ἢ
παθιασμένους ξεκάρφωτους ἔρωτες ἢ κομπλεξικὲς ἀντιπαλότητες. Ποτέ, ὅμως, ἀληθινὴ
σχέση καὶ ἀγάπη.
Τὸ
συμπέρασμα εἶναι πὼς μὲ τὴν τελικὴ πτώση τῶν Πρωτοπλάστων ἀποδείχθηκε πὼς ὁ Ἀδὰμ
καὶ ἡ Εὔα εἶχαν ἀντιστρέψει τοὺς ρόλους τους. Ὁ Ἀδὰμ φοβήθηκε τὴ γυναῖκα καὶ ἀπὸ
τὸ φόβο του τὴ λάτρεψε. Δὲν τὴν ἀγάπησε. Τὴ λάτρεψε. Καὶ αὐτὴ ἔγινε τὸ
τρομαγμένο ἀφεντικό του, γιατὶ γεμάτη ἀνασφάλειες ἀπὸ τὶς εὐθῦνες ποὺ τῆς
ξεφόρτωσε καὶ χωρὶς τὴ στήριξη τοῦ ἄνδρα της δὲν μπόρεσε νὰ σταθῆ σωστὰ στὸ
ρόλο καὶ στὸ διακόνημα, ποὺ τῆς ἀνέθεσε ὁ Θεός. Ἔτσι σιγὰ σιγὰ «οἱ ἄνδρες
γεγόνασι γυναῖκες καὶ οἱ γυναῖκες ἄνδρες». Αὐτὸ στὴν ἐποχή μας εἶναι ξεφωνημένο
σὲ ὑπερθετικὸ βαθμό...
Ὁ
δρόμος τῆς συζητήσεώς μας εἶναι μακρύς. Μόλις τώρα ἄρχισε. Κάθε ἀρχὴ εἶναι
δύσκολη καὶ ἰδίως ἡ ἀρχὴ τῆς Ἀρχῆς. Καταλαβαίνω πὼς περισσότερα προβλήματα
δημιούργησα μὲ κάποιες τοποθετήσεις μου ἀπὸ ὅσα προσπάθησα νὰ διασαφηνίσω. Ὅμως,
ὅταν ἕνα σπίτι συγυρίζεται ὅλα τα ἔπιπλα εἶναι ἄνω κάτω. Γι’ αὐτὸ πρέπει ὅλοι
μαζὶ νὰ συμπορευθοῦμε καὶ νὰ συνεχίσουμε καὶ σὲ ἄλλα τεύχη τοῦ περιοδικοῦ μας τὴν
καταγραφὴ τοῦ χρονικοῦ τῶν δύο φύλων. Μᾶς χρειάζεται. Γιὰ νὰ δοῦμε τὶ στράβωσε καὶ
πῶς αὐτὸ μπορεῖ νὰ ἰσιώση.
πρωτ. Βασίλειος Ε. Βολουδάκης
«ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ»
Ἀρ. Τεύχους 27
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου